Το 80% των ξενοδοχείων βρίσκονταν στην Αμμόχωστο μέχρι το 1974

Που εργάστηκαν μετά την εισβολή οι πρόσφυγες Αμμοχωστιανοί - Τι αναφέρει στη Brief ο Δήμαρχος Αμμοχώστου Σίμος Ιωάννου

ΓΡΑΦΕΙ Η

ΧΑΡΙΣ ΒΩΒΟΥ

Η κοσμοπολίτικη Αμμόχωστος ήταν και παραμένει στις μνήμες μας ως ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο, το οποίο έζησε στιγμές οικονομικής άνθησης, μέχρι και το 1974, δηλαδή πριν την τουρκική εισβολή. Πριν το 1974 αποτελούσε το πιο σημαντικό τουριστικό κέντρο του νησιού. Τα πολυτελή ξενοδοχεία και η φυσική ομορφιά του τόπου ήταν πόλος έλξης για χιλιάδες τουρίστες. 

Την ώρα που οι πληγές του πολέμου και της προσφυγιάς είναι ακόμα ανοιχτές, ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ ανακοίνωσαν στις 20 Ιουλίου, κατά την επίσκεψή του στα κατεχόμενα, το σχέδιο μερικού ανοίγματος της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου με ποσοστό 3,5%, ξεσηκώνοντας τις μνήμες των προσφύγων αλλά και τις αντιδράσεις της διεθνούς πολιτικής κοινότητας, για τον τόπο που ήταν για πολλά χρόνια το "στολίδι" της Κύπρου και ανταγωνίζονταν τα πιο διάσημα θέρετρα της Μεσογείου.

Ιστορική αναδρομή από το 1910 έως το 1974

Σύμφωνα με στοιχεία του Δήμου Αμμοχώστου, το Βαρώσι στις αρχές και στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα ήταν μια μικρή κωμόπολη, όπου οι κάτοικοι ασχολούνταν κυρίως με χειρωνακτικές εργασίες. Για παράδειγμα ήταν κηπουροί, αγγειοπλάστες, μικροτεχνίτες, εργάτες, ενώ πολύ ελάχιστοι ήταν επιστήμονες ή είχαν υψηλό μορφωτικό επίπεδο.

Το 1910 η Αμμόχωστος ήταν μια μικρή πόλη 5.000 κατοίκων. Έκτοτε αναπτύχθηκε σε ένα δυναμικό επαρχιακό κέντρο 45.000 περίπου κατοίκων. Αναλυτικότερα, η μεγαλύτερη αύξηση πληθυσμού σημειώθηκε μετά το 1930 και ακολούθησε την κατασκευή του λιμανιού. Έτσι το 1946 ο πληθυσμός της πόλης έφθασε τους 17.500 κατοίκους, το 1960 ανήλθε στους 35.000 και το 1973 στους 39.000 κατοίκους. Στα τραγικά γεγονότα του 1974 η Αμμόχωστος ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Κύπρου με ραγδαία αύξηση του πληθυσμού της λόγω της ανάπτυξής της.

Ταχεία ανάπτυξη

Μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου πολέμου από κωμόπολη μεταμορφώθηκε σε μια βιώσιμη εμπορική πόλη, όπου η επιχειρηματικότητα αναπτύχθηκε με αλματώδεις ρυθμούς. Την ίδια ταχεία ανάπτυξη γνώρισε και ο τουριστικός, αλλά και ο πνευματικός τομέας του τόπου, ιδιαίτερα μετά τον απελευθερωτικό αγώνα του Κυπριακού λαού 1955-1959 και την ανακήρυξη της Κύπρου σε Ανεξάρτητη Κυπριακή Δημοκρατία τον Αύγουστο του 1960

Χρυσή περίοδος

Από το 1960 έως το 1974 η εργατικότητα και η εφευρετικότητα των κατοίκων ανέδειξε την Αμμόχωστο ως το μεγαλύτερο τουριστικό θέρετρο σε όλη την Κύπρο. Συγκεκριμένα, διέθετε το 80% των τουριστικών κλινών παγκύπρια, μέχρι και πριν την εισβολή του 1974. Η πρόοδος της τουριστικής βιομηχανίας την ανέδειξε ως την πρώτη πόλη στην χώρα μας.

Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία του Δήμου Αμμοχώστου, το 1973 λειτουργούσαν 33 ξενοδοχεία με δυναμικότητα 4.859 κλινών. Σε ολόκληρη την Κύπρο την ίδια εποχή λειτουργούσαν 105 ξενοδοχεία με δυναμικότητα 10.796 κλινών. Επίσης, ποσοστό 31.5% των ξενοδοχείων της Κύπρου βρίσκονταν και λειτουργούσαν στην Αμμόχωστο και είχαν δυναμικότητα 45% του συνόλου των κλινών. Το σύνολο των διανυκτερεύσεων ξένων στην πόλη το 1972 αποτελούσε το 49.5% και αυξήθηκε ακόμη περισσότερο το 1973 φθάνοντας στο 53.5% του συνόλου. Κατά το 1974 λειτουργούσαν στην Αμμόχωστο 39 ξενοδοχεία αστέρων δυναμικότητας 6.164 κλινών, 7 ξενοδοχεία άνευ αστέρος με 148 κλίνες, πανσιόν με 90 κλίνες και 33 μονάδες διαμερισμάτων δυναμικότητας 2.722 κλινών.

Η τουριστική βιομηχανία της Αμμοχώστου ήταν ανεπτυγμένη όχι μόνο για τους Αμμοχωστιανούς, αλλά και για τους κατοίκους από άλλες πόλεις που εργάζονταν εκεί, όπως ανέφερε στη Brief ο Δήμαρχος της Αμμοχώστου Σίμος Ιωάννου.

Άλλωστε, “ο τομέας του τουρισμού δεν είναι μόνο ξενοδοχεία, αλλά και άλλες υπηρεσίες όπως ταξί, εστιατόρια, θαλάσσια σπορ, λεωφορεία. Είναι μια αλυσίδα”, διευκρίνισε ο κ. Ιωάννου. Όπως εξήγησε η μεγαλύτερη πλειοψηφία των κατοίκων της Αμμοχώστου μετά την τουρκική εισβολή του 1974, πήγαν στη Λεμεσό, στον Πρωταρά και στην Αγία Νάπα, για να εργαστούν στον τομέα του τουρισμού.  

Ωστόσο κάποιοι άλλοι πρόσφυγες πήγαν στη Λάρνακα ή στη Λευκωσία, ενώ αρκετοί έφυγαν οικονομικοί μετανάστες στο εξωτερικο όπως στην Ελλάδα και στην Αγγλία, όπου και προόδευσαν, ενώ υπήρξαν και κάποιοι πρόσφυγες, οι οποίοι δεν κατάφεραν να εξελιχθούν επαγγελματικά εκτός της πόλης τους.

Εμπορικό λιμάνι

Εκτός από την αυξημένη τουριστική ροή της πόλης, η Αμμόχωστος ήταν μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη με έντονη ναυτιλιακή επιβατική και εμπορική κίνηση. Συγκεκριμένα, το 75% των εισαγωγών και εξαγωγών των προϊόντων από και προς την Κύπρο διευθετούνταν από το λιμάνι της Αμμοχώστου, το οποίο ήταν και το μεγαλύτερο της Κύπρου. Μάλιστα, τα εσπεριδοειδή μέχρι το 1974 ήταν ένα από τα κύρια εξαγωγικά προϊόντα της Κύπρου.

Αναλυτικότερα, “με την επέκτασή του το 1965 το λιμάνι υπερδιπλασίασε την χωρητικότητά του και μπορούσε να δέχεται 16-18 πλοία συγχρόνως. Το 1973 οι εξαγωγές ανήλθαν σε 491.512 τόνους. Τον ίδιο χρόνο το 48.6% του εισαγωγικού εμπορίου από τα λιμάνια του νησιού, συμπεριλαμβανομένων και των πετρελαιοειδών, γινόταν από το λιμάνι της Αμμοχώστου. Οι εξαγωγές από το λιμάνι, συμπεριλαμβανομένων των μεταλλευμάτων, αντιπροσώπευαν το 42.7% του συνόλου των εξαγωγών της Κύπρου”, όπως αναδεικνύουν τα στοιχεία του Δήμου της.
 
Επιπλέον, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, “το 1972 στην Αμμόχωστο βρισκόταν το 19.5% των εμπορικών εγκαταστάσεων που υπήρχαν σε όλες τις πόλεις ενώ απασχολούσε το 21.3% του συνόλου των ατόμων που ασχολούνταν με το εμπόριο σε όλη την Κύπρο”.

Όσον αφορά την βιομηχανία, αναφέρεται ότι “η πόλη της Αμμοχώστου το 1972 παρήγε ποσοστό 8.5% της συνολικής βιομηχανικής παραγωγής του νησιού. Το 1972, 2.932 άτομα απασχολούνταν στη βιομηχανία και αποτελούσαν το 9.2% του συνόλου των ατόμων που απασχολούνταν στη βιομηχανία παγκύπρια”.

Ειδικότερα, το 1972 στην Αμμόχωστο υπήρχαν 16.215 μονάδες απασχόλησης. Ο μεγαλύτερος αριθμός (4.427) ήταν στον τομέα των υπηρεσιών. Ακολουθούσαν 3.830 στο εμπόριο, 3.178 στη βιομηχανία, 3.097 στον οικοδομικό τομέα και 1.513 στις μεταφορές.

Ξανά από την αρχή

Σύμφωνα με τον κ. Ιωάννου, αρκετοί εργάτες πρόσφυγες από το λιμάνι της Αμμοχώστου πήγαν να εργαστούν στο λιμάνι της Λεμεσού. Μάλιστα υπάρχουν αρκετοί λιμενεργάτες από τότε στη Λεμεσό, πρόσθεσε.

Όπως εξήγησε ο κ. Ιωάννου, μεγάλη πλειοψηφία των Αμμοχωστιανών προσφύγων πήρε οικονομική βοήθεια από το κράτος και ασχολήθηκε ξανά με την ξενοδοχειακή βιομηχανία. Μάλιστα όταν πρωτοπήγαν στους νέους τόπους δεν υπήρχε τίποτα τουριστικό, τα δημιούργησαν όλα από την αρχή, συμπλήρωσε. "Στην αρχή υπήρχαν δύο, τρία ξενοδοχεία μέσα στην πόλη της Λεμεσού, ούτε ένα στον Πρωταρά, ενώ περίπου μετά το 1985 ξεκίνησε η ραγδαία ανάπτυξη", όπως τη συναντάμε εμείς σήμερα. 

Πολιτισμική πρόοδος

Ερωτηθείς για το πόσο δυσκολεύτηκαν να φτιάξουν από την αρχή τις επιχειρήσεις τους απάντησε ότι "η δυσκολία της επανεκκίνησης ήταν να μπουν στην ψυχοσύνθεση των ντόπιων κατοίκων για τον τουρισμό και τα κατάφεραν. Εντάχθηκαν στην τοπική κοινωνία και μετέφεραν αυτό το πνεύμα και στους άλλους και έκαναν τα ίδια πράγματα. Όπου πήγαν προόδευσαν. Ήταν άνθρωποι προοδευτικοί και στα γράμματα, και στις τέχνες και στον αθλητισμό”, είπε με υπερηφάνεια ο κ. Ιωάννου.
 
Αναμφίβολα, δεν θα πρέπει να παραλείψουμε το γεγονός ότι η οικονομική πρόοδος συνέβαλε και στην πνευματική εξέλιξη των κατοίκων. Η Αμμόχωστος αναδείχθηκε ως κέντρο πολιτιστικής ανάπτυξης, παρουσιάζοντας εκδηλώσεις με θέμα τη ζωγραφική, την ποίηση, τη μουσική και το θέατρο.