ΑΝΑΛΥΣΗ: Γιατί κλείνουν τράπεζες στην Κύπρο;

Από το 2013 έως σήμερα έκλεισαν τέσσερεις τράπεζες ενώ έγιναν και αρκετές πωλήσεις εργασιών μεταξύ των ιδρυμάτων

Το κλείσιμο τεσσάρων τραπεζών στην Κύπρο, από το 2013 μέχρι σήμερα, αποδεικνύει με τον πλέον εμφαντικό τρόπο ότι ο τραπεζικός τομέας είναι γεμάτος κινδύνους, προκλήσεις και νάρκες -διαφόρων- ειδών οι οποίες μπορούν να αποδειχθούν θανάσιμες. 

Η πρόσφατη αλλαγή καθεστώτος της μέχρι πρότινος τράπεζας RCB αποτελεί άλλο ένα κομμάτι στο ταραχώδες σκηνικό που επικρατεί την τελευταία δεκαετία στην Κύπρο σε σχέση με τις τράπεζες. Παράλληλα, κατά την ίδια δεκαετία η Τράπεζα Πειραιώς πώλησε τις εργασίες της στην Astrobank, λιβανέζικων συμφερόντων η οποία στη συνέχεια συγχωνεύθηκε με τη usb bank. Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Κύπρου είναι εδώ και καιρό σε αναζήτηση αγοραστή για την παρουσία της στη χώρα μας, ενώ άξια αναφοράς είναι και η είσοδος μιας νέας τράπεζας στην αγορά, της Ancoria η οποία με σουηδικά κεφάλια και μακρά παρουσία στην Κύπρο μέσω ασφαλιστικών υπηρεσιών εισήλθε και στα τραπεζικά. 

Πάντως, οι μεγάλες αλλαγές συνδέονται με τις περιπτώσεις της Λαϊκής Τράπεζας, της FBME, του Συνεργατισμού και της RCB Bank. Η Brief κάνει ιστορική αναδρομή στους βασικούς λόγους για τους οποίους οι προαναφερθείσες τράπεζες έκλεισαν οι οποίοι μάλιστα δε συνδέονται, ούτε έχουν κοινά χαρακτηριστικά για την τελική τους έκβαση. 

Η μεγάλη περιπέτεια της Λαϊκής που επέφερε το κούρεμα 

Η κρίση του 2008 διεθνώς που με σχετική χρονοκαθυστέρηση επηρέασε και την Κύπρο, οδήγησε σταδιακά σε αλυσιδωτές οικονομικές επιπτώσεις στην Κύπρο που επιδεινώθηκαν μετά την έκρηξη στο Μαρί. Σε αυτό τον κυκεώνα εξελίξεων οι άμεσα συνδεδεμένες με την ελληνική οικονομία, κυπριακές τράπεζες πλήρωσαν μεγάλο τίμημα από την έκθεσή τους σε ελληνικά ομόλογα τα οποία κουρεύτηκαν με τη συμφωνία για το PSI (Private Sector Involvement) που συμφώνησαν η ΕΕ για διάσωση της ελληνικής οικονομίας. Η Λαϊκή Τράπεζα που ελεγχόταν κυρίως από ελληνικά συμφέροντα και παράλληλα διατηρούσε μερίδιο αγοράς πέριξ του 25% στην κυπριακή αγορά, ενεπλάκη σε έναν ατέρμονο αγώνα επιβίωσης ο οποίος δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ήδη από το 2011 άντλησε ρευστότητα μέσω του ELA της ΕΚΤ και αρχές του 2012 κρατικοποιήθηκε με ισχυρή κεφαλαιακή ενίσχυση από την κυπριακή Πολιτεία. Ταυτόχρονα, η οικονομική κατάσταση στη χώρα και οι επί μακρόν διαβουλεύσεις με την τρόικα για ένταξη της χώρας σε μνημόνιο επέτειναν ακόμη περισσότερο την ήδη βεβαρημένη κατάσταση της Λαϊκής Τράπεζας. 

Όταν τον Μάρτιο του 2013 η νέα, τότε, κυβέρνηση Αναστασιάδη ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Κύπρου τα πράγματα ήταν τόσο τραγικά που σχεδόν κανένας λογαριασμός και πράξη δεν έβγαιναν. Η Λαϊκή οδηγήθηκε σε εξυγίανση. Το πλάνο που εφαρμόστηκε ουσιαστικά υπαγόρευε συμψηφισμό δανείων καταθέσεων και έπειτα κούρεμα για καταθέσεις άνω των 100 χιλιάδων ευρώ. Η Λαϊκή απώλεσε την άδεια τραπεζικών εργασιών και σημαντικό μέρος του χαρτοφυλακίου της μεταφέρθηκε στην Τράπεζα Κύπρου, η οποά μαζί επιφορτίσθηκε με τις καταθέσεις που απέμειναν κάτω των 100 χιλιάδων και της υποχρέωσης εξόφλησης του ELA. Η περίπτωση της Λαϊκής αποτελεί το αποκορύφωμα της κυπριακής οικονομικής κρίσης που οδήγησε και στην ένταξη της Κύπρου στο Μνημόνιο με την τρόικα, το οποίο διήρκησε τρία χρόνια. 

Η αναστολή άδειας της FBME 

Ένα, περίπου, χρόνο μετά το κλείσιμο της Λαϊκής Τράπεζας μια άλλη τράπεζα, σαφώς μικρότερη στην Κύπρο η FBME ανέστειλε τη λειτουργία της έπειτα από σχετική ανάκληση άδειας από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. Η ανάκληση της άδειας του παραρτήματος της FBME στην Κύπρο προκλήθηκε λόγω διασύνδεσης της τράπεζας με λογαριασμούς της Χεσμπολάχ στον Λίβανο, διασύνδεση η οποία εντοπίστηκε από το τμήμα FinCen του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών. 

Η Κύπρος στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις υποδείξεις και τις κυρώσεις που επιβάλουν οι αμερικανικές αρχές στο πεδίο της καταπολέμησης του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Αυτό συνέβη και το 2014 στην περίπτωση της FBME για την οποία οι αποφάσεις λήφθηκαν σε μικρό χρονικό διάστημα. 

Πάντως, πρόσφατα, υπήρξε και μια νέα εξέλιξη ως προς το θέμα της FBME αφού το Διοικητικό Δικαστήριο εξέδωσε (24/2/22) απόφαση, μέσω της οποίας ανατρέπονται τα πάντα ως προς την FBME - η οποία αρχικά τέθηκε υπό από καθεστώς εξυγίανσης και το 2015 ανακλήθηκε η άδεια της από την Κεντρική Τράπεζα.

Η κατάρρευση του Συνεργατισμού 

Όταν η τότε επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) Ντανιέλ Νουί αρχές του 2018 επισκέφτηκε την Κύπρο, ο δρόμος προς το κλείσιμο του Συνεργατισμού είχε ήδη ανοίξει. Η επικεφαλής του SSΜ μετέφερε το μήνυμα ότι ο Συνεργατισμός χρειαζόταν κάπου 800 εκατ. σε κεφάλαια για να επιβιώσει, ένα στοιχείο βεβαίως το οποίο καθιστούσε την ύπαρξή του αδύνατη. 

Η κακοδιαχείριση δεκαετιών, η αδυναμία προσαρμογής με τα νέα δεδομένα μα κυρίως το ύψος των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων σε συνδυασμό με την αδυναμία σοβαρού περιορισμού τους αλλά και των ύστατων προσπαθειών που απέτυχαν για εξεύρεση στρατηγικού επενδυτή οδήγησαν στο ελεγχόμενο κλείσιμο του Συνεργατισμού. Η τράπεζα χωρίστηκε, στην ουσία, σε καλή και κακή. Τα πλείστα εξυπηρετούμενα δάνεια και οι καταθέσεις οδηγήθηκαν στην Ελληνική Τράπεζα και ένα άλλο χαρτοφυλάκιο Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων με κάποια καλά δάνεια έμειναν στον Συνεργατισμό, ο οποίος ως εταιρεία διαχείρισης πιστώσεων μετονομάστηκε σε ΚΕΔΙΠΕΣ. 

Η περίπτωση της RCB

Η πιο πρόσφατη και βεβαίως ακόμη σε εξέλιξη είναι η περίπτωση της RCB η οποία λόγω της άμεσης δασύνδεσής της με την κρατική, ρωσική τράπεζα VTB οδηγείται σε εντελώς νέο, επιχειρηματικό μονοπάτι. Η τράπεζα αποτελούσε μέχρι πρόσφατα την άμεση αρτηρία διασύνδεσης της Ρωσίας με το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, μια σχέση η οποία είχε άμεση εμπορική διασύνδεση με δάνεια και καταθέσεις. Παράλληλα, η τράπεζα τα τελευταία χρόνια απευθύνθηκε και σε εγχώριες επιχειρήσεις, ενώ διατηρεί και χαρτοφυλάκιο καταθέσεων από Κύπριους. 

Η έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία έδωσε τα πρώτα αρνητικά μηνύματα στην τράπεζα. Παράλληλα, η τράπεζα επεδίωξε να αποκόψει τη συμμετοχή της VTB στη μετοχική σύνθεσή της κάτι που βεβαίως θα έπρεπε να εγκριθεί από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό. Από τις πρώτες κιόλας μέρες του σχετικού αιτήματος, η ανταπόκριση του SSM φαίνεται να ήταν αρνητική κάτι που ενεργοποίησε την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου μαζί με την Διοίκηση της Τράπεζας, η οποία προχώρησε σε διαβήματα προς διαχωρισμό εργασιών της μέσω πώλησης μέρους τους σε άλλη τράπεζα. Τελικώς, η Ελληνική είναι αυτή που έλαβε το 1/3 περίπου του δανειακού χαρτοφυλακίου της (μισό δισ. Ευρώ) και η RCB συνεχίζει την παρουσία της στην Κύπρο, χωρίς όμως τραπεζική άδεια αλλά ως διαχειρίστρια περιουσιακών στοιχείων.    


Συμπερασματικά 

Σε ένα ασταθές περιβάλλον από πολλές απόψεις, που απλώνονται από τις πιο αυστηρές εποπτικές απαιτήσεις και νομοθετικές ρυθμίσεις για δάνεια, καταθέσεις, καταπολέμηση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και φτάνει μέχρι τις γεωπολιτικές εξελίξεις, σχέσεις και συγκρούσεις ο τραπεζικός τομέας επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό. 

Από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει άρδην τα δεδομένα σε πολλούς τομείς σε σχέση με τις τράπεζες, ενώ η εντεινόμενη χρήση της τεχνολογίας θέτει νέα δεδομένα και επιπλέον προκλήσεις στον κλάδο. Τόσο ως χώρα όσο και ως τομέας ειδικότερα, απαιτείται διαρκής εγρήγορση, συμμόρφωση και ορθός προσανατολισμός αναφορικά με όλα τα νέα δεδομένα και τάσεις. Ταυτόχρονα, είναι πλέον απόλυτα ξεκάθαρο ότι η διαφάνεια και η συνεργασία με άλλες χώρες, εταιρείες και επιχειρηματίες με καθαρό οικονομικό υπόβαθρό είναι κάτι περισσότερο από αναγκαία. 

Τα παραδείγματα των πιο πάνω περιπτώσεων δείχνουν ξεκάθαρα λάθη, παραλείψεις ακόμη και τις συγκυρίες που οδήγησαν σε κλείσιμο τραπεζών. Αυτές οι περιπτώσεις αποτελούν ιστορία η οποία δεν πρέπει να ξεχαστεί αλλά να λειτουργήσει ως παράδειγμα για τα επόμενα χρόνια.