Η Κύπρος πρώτη στην κατανάλωση αργού πετρελαίου στην ΕΕ

  • Με ποσοστό 87% παίρνει την πρωτιά μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. 
  • Πρώτη θέση για την Ιταλία για το φυσικό αέριο και δεύτερες με απόσταση αναπνοής οι Κάτω Χώρες.
  • Μόνο το 42% της παραγωγής είναι ευρωπαϊκή ενέργεια, το υπόλοιπο είναι εισαγώμενη

Γράφει Χρύσω Αντωνιάδου

H Kύπρος βρίσκεται στην πρώτη θέση της κατανάλωσης αργού πετρελαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, με χρόνο αναφοράς το 2020.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τα προϊόντα πετρελαίου (συμπεριλαμβανομένου του αργού πετρελαίου) αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο της συνολικής διαθέσιμης ενέργειας στην Κύπρο (87%), ακολουθούν η Μάλτα (86%) και το Λουξεμβούργο (60%).

Το φυσικό αέριο αντιπροσωπεύει το 40% στην Ιταλία και το 38% στις Κάτω Χώρες. Η ενέργεια που διατίθεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση προέρχεται από ενέργεια που παράγεται στην Ε.Ε. και από ενέργεια που εισάγεται από τρίτες χώρες. 
Το 2020, η Ε.Ε. παρήγαγε περίπου το 42% της δικής της ενέργειας (αύξηση σε σύγκριση με 40% το 2019) ενώ το 58% (σε σύγκριση με 60% το 2019) εισήχθη. Η μείωση των εισαγωγών συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την οικονομική κρίση της νόσου COVID-19.

Τα πετρελαϊκά προϊόντα έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο στο ενεργειακό μείγμα της Ε.Ε. Κατά το 2020 το φάσμα των διαθέσιμων πηγών ενέργειας, συνίστατο κυρίως σε πέντε διαφορετικές πηγές: προϊόντα πετρελαίου (συμπεριλαμβανομένου του αργού πετρελαίου) (35 %), φυσικό αέριο (24 %), ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (17 %), πυρηνική ενέργεια (13 %) και στερεά ορυκτά καύσιμα (12 %).

Όπως καταγράφουν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ε.Ε., τα μερίδια των διαφόρων πηγών ενέργειας στη συνολική διαθέσιμη ενέργεια διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. 

Για ενημερωτικού λόγους αναφέρουμε ότι η τελική κατανάλωση ενέργειας είναι η συνολική κατανάλωση ενέργειας από τους τελικούς χρήστες, όπως τα νοικοκυριά, η βιομηχανία και η γεωργία, δηλαδή η ενέργεια που καταφθάνει στην τσέπη του καταναλωτή και αποκλείει εκείνη που χρησιμοποιείται από τον ίδιο τον ενεργειακό τομέα. Η τελική κατανάλωση ενέργειας εξαιρεί την ενέργεια που χρησιμοποιείται από τον ενεργειακό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των παραδόσεων και του μετασχηματισμού.

Εξαιρούνται επίσης τα καύσιμα που μετασχηματίζονται στους σταθμούς ηλεκτρικής ενέργειας βιομηχανικών αυτοπαραγωγών και οπτάνθρακα που μετατρέπονται σε αέριο υψικαμίνων, όταν αυτό δεν αποτελεί μέρος της συνολικής βιομηχανικής κατανάλωσης, αλλά του τομέα μεταποίησης. Η τελική κατανάλωση ενέργειας σε «νοικοκυριά, υπηρεσίες κ.λπ.» καλύπτει τις ποσότητες που καταναλώνονται από τα ιδιωτικά νοικοκυριά, το εμπόριο, τη δημόσια διοίκηση, τις υπηρεσίες, τη γεωργία και την αλιεία.
 

Χρύσω Αντωνιάδου