Καταιγίδα από τη μετάβαση στην κλιματικά ουδέτερη οικονομία

Ποιες χαρακτηρίζονται ενεργοβόρες επιχειρήσεις

• Κρίνεται η επιβίωση των επιχειρήσεων
• Αλυσιδωτές επιπτώσεις στην οικονομία, στη γεωργία και στον τουρισμό από ακριβότερο νερό
• Πώς επηρεάζονται οι αφαλατώσεις

Τα πάνω κάτω φέρνει στις επιχειρήσεις η αύξηση των τιμών των καυσίμων αλλά και της μετάβασης σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία. Ως αποτέλεσμα αυξάνεται το κόστος παραγωγής τους και μειώνεται η ανταγωνιστικότητά τους. 

Όπως αποκαλύπτει η ίδια η Κυβέρνηση, στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που κυκλοφόρησε το 2023 «οι επιχειρήσεις είναι ήδη σε δυσμενή θέση, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι δεν είναι δυνατό να επωφεληθούν από οικονομίες κλίμακος, έχουν υψηλό μεταφορικό κόστος, λόγω της απομόνωσης του νησιού, πιέζονται ακόμη περισσότερο λόγω της διαδικασίας μετάβασης. Χωρίς τις απαραίτητες επενδύσεις ώστε να μειωθεί το ενεργειακό κόστος (με λιγότερες εκπομπές) και χαμηλότερο κόστος παραγωγής, η επιβίωσή τους δεν θα είναι δυνατή». 

Όλα αυτά συμβαίνουν ενόψει τής υποχρέωσης της Κύπρου να υλοποιήσει την πολιτική της Δίκαιης Μετάβασης, δηλαδή της μετάβασης σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία. Όπως αναφέρεται στην Έκθεση «η ηλεκτρική απομόνωση προκαλεί επιπρόσθετες τεχνικές δυσκολίες στη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αφού οι τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας είναι ακόμα ακριβές και δεν έχουν ενταχθεί στην εγχώρια αγορά». 

Ως ιδιαίτερα ενεργοβόρες επιχειρήσεις έχουν αναγνωριστεί, μεταξύ άλλων, οι επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται στους τομείς της παραγωγής τροφίμων και ποτών, χημικών ουσιών, βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων, προϊόντων από ελαστικό και πλαστικές ύλες, καθαριστήρια ρούχων και αφαλατώσεις

Συνολικά, η ενεργειακή μετάβαση επηρεάζει άμεσα και έμμεσα γύρω στις 35.000 θέσεις εργασίας στην εγχώρια οικονομία στις κυπριακές επιχειρήσεις.

Οι τομείς που αναμένεται να επηρεαστούν άμεσα από τις επιπτώσεις της μετάβασης είναι οι εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών και αφορούν τους ηλεκτροπαραγωγούς σταθμούς,  και άλλες επιχειρήσεις με βαρύ ενεργειακό αποτύπωμα, ενώ ένας ακόμα σημαντικός τομέας είναι η παραγωγή νερού μέσω αφαλατώσεων. 

Όπως αποκαλύπτεται «το αυξημένο κόστος παραγωγής νερού έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις στην οικονομία και ειδικά στη γεωργία και στον τουρισμό. Ως εκ τούτου θα πρέπει ο τομέας αυτός επίσης να απανθρακοποιηθεί σταδιακά μέχρι το 2040, αρχίζοντας όμως δράσεις και σχεδιασμούς πολύ νωρίτερα». 

Παράλληλα, επηρεάζονται και κλάδοι σχετικοί με τα μηχανοκίνητα οχήματα, λόγω της εξάπλωσης της ηλεκτροκίνησης, όπως τομείς εισαγωγής και εμπορίας οχημάτων, μοτοσικλετών, ανταλλακτικών, επισκευών οχημάτων και εμπορίας καυσίμων. 

Ο σταθμός της Δεκέλειας

Με βάση τους πιο πάνω σχεδιασμούς σε σχέση με την αποανθρακοποίηση στον ηλεκτροπαραγωγό σταθμό στην Δεκέλεια μέχρι το 2025-2032, αναμένεται ότι οι ανάγκες σε προσωπικό θα μειωθούν κατά 90 θέσεις εργασίας. Το λόγω προσωπικό αφορά τεχνικούς που θα πρέπει επανεκπαιδευτούν σε τεχνολογίες ΑΠΕ και τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας ή/και σε υβριδικά έργα ΑΠΕ, και επιστημονικό προσωπικό που θα πρέπει να εκπαιδευτεί στα νέα συστήματα διαχείρισης και πρόβλεψης παραγωγής ενέργειας. 

Ακόμη, θα επηρεαστούν και άλλες θέσεις εργασίας εκτός της ΑΗΚ που σήμερα προσφέρουν διάφορες υποστηρικτικές υπηρεσίες. Σύμφωνα με την έκθεση «με βάση την ανάλυση εισροών-εκροών της κυπριακής οικονομίας, για κάθε 10 εργαζομένους στον τομέα αυτό επηρεάζονται επιπλέον 13,5 θέσεις εργασίας σε άλλους κλάδους της μεταποίησης και του τριτογενούς τομέα που τροφοδοτούν την παραγωγή της ΑΗΚ. Επομένως, εκτός από τις 90 άμεσες θέσεις εργασίας που προαναφέρθηκαν, αναμένεται να επηρεαστούν επιπλέον 120 θέσεις σε άλλους τομείς της εγχώριας οικονομίας». 

Δυσκολίες από το αυξανόμενο κόστος ενέργειας

Όπως αναφέρει το Εθνικό Σχέδιο η κατάσταση αυτή «επιβαρύνει ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), που αποτελούν – σύμφωνα με στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας – πάνω από 99% του συνόλου των κυπριακών επιχειρήσεων (εκ των οποίων το 95% κατατάσσεται στην κατηγορία των πολύ μικρών επιχειρήσεων) και απασχολούν άνω του 60% του εργατικού δυναμικού της χώρας». Αποκαλύπτεται πως «είναι φανερό ότι αυτές οι επιχειρήσεις έχουν χαμηλά περιθώρια για κεφαλαιουχικές επενδύσεις, πολύ περιορισμένες δυνατότητες οικονομιών κλίμακας και μεγάλη δυσκολία προσαρμογής στο αυξανόμενο κόστος ενέργειας». 

Ενδεικτικά, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, οι μέσες λιανικές τιμές ηλεκτρισμού για επιχειρήσεις στην Κύπρο ήταν οι δεύτερες υψηλότερες στην Ε.Ε. κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2021. Σύμφωνα με την έκθεση «με βάση τα πιο πάνω, και το γεγονός ότι οι ΜμΕ αποτελούν τη «ραχοκοκαλιά» της κυπριακής οικονομίας που κατάφερε και άντεξε από την υγειονομική κρίση, είναι κρίσιμο να διασφαλιστεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που θα αναλάβουν το επιπλέον κόστος της μετάβασης στην πράσινη οικονομία». 

Προς τον σκοπό αυτόν, σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις, για την επίτευξη της πιο πάνω επιδίωξης, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης θα στηρίξει τις ΜμΕ με βαρύ ενεργειακό αποτύπωμα, με στοχευμένες δράσεις για χρήση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και με δράσεις που αφορούν την εξοικονόμηση ενέργειας και την ενεργειακή αποδοτικότητα στην παραγωγική διαδικασία. 

Επίσης, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), στο πλαίσιο του εθνικού Προγράμματος Πολιτικής Συνοχής «ΘΑλΕΙΑ 2021-2027», χρηματοδοτεί δράσεις για τις ΜμΕ στον μεταποιητικό τομέα. Οι δράσεις αφορούν:

Πρώτο, την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό των ΜμΕ συμπεριλαμβανομένων και δράσεων ενεργειακής αποδοτικότητας. 

Δεύτερο, τη χρηματοδότηση δράσεων οι οποίες θα στοχεύουν στην ανάπτυξη και εφαρμογή καινοτόμων τεχνολογιών και μεθόδων γι’ αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, καθαρών τεχνολογιών και τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας. 

Επίσης, οι ΜμΕ στηρίζονται μέσω του Χρηματοδοτικού Εργαλείου «Ενεργειακό Ταμείο Κύπρου» (Energy Fund of Funds), το οποίο χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης. Το Ταμείο συγχρηματοδοτεί και στην προγραμματική περίοδο 2021-2027, ακολουθώντας την ίδια στρατηγική και στη βάση των απαραίτητων αξιολογήσεων και μελετών που θα εκπονηθούν για τον σκοπό αυτό. 

Τέλος, μέσω του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας χρηματοδοτούνται δράσεις για την αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας των ΜμΕ καθώς και ερευνητικό πρόγραμμα που αφορά την πράσινη μετάβαση και συγκεκριμένα την παραγωγή ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. 

Χρύσω Αντωνιάδου

Χρύσω Αντωνιάδου