Κιλοβατώρες και διακίνηση «πληγώνουν» τα νοικοκυριά

Η αύξηση στα καύσιμα και πόσα πληρώνει σε ρεύμα ένα μέσο νοικοκυριό

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΓΓΕΛΟΔΗΜΟΥ

 

Σε γάγγραινα για τις τσέπες των καταναλωτών εξελίσσονται τα έξοδα που αφορούν σε ρεύμα και καύσιμα. Οι δυο συγκεκριμένες κατηγορίες, είναι οι μεγαλύτερες όσον αφορά στα έξοδα ενός νοικοκυριού - ακόμα μεγαλύτερες και από τα τρόφιμα – με αποτέλεσμα μετά και τις αυξήσεις που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες, κυριολεκτικά να γδέρνουν τις τσέπες των καταναλωτών.

Μιλώντας στην brief, ο πρόεδρος του κυπριακού συνδέσμου καταναλωτών Μάριος Δρουσιώτης, ανέφερε ότι όντως αυτές οι δυο κατηγορίες, δηλαδή το ρεύμα και τα καύσιμα, είναι οι μεγαλύτερες όσον αφορά στα έξοδα ενός νοικοκυριού και με τις συνεχείς αυξήσεις, φέρνουν σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση τους καταναλωτές. Ειδικότερα, όσον αφορά στο ρεύμα, ο κ. Δρουσιώτης εξήγησε ότι ένα μέσο νοικοκυριό έχει τη διμηνία μια κατανάλωση της τάξης των 800 κιλοβατώρων (kwh). Η τιμή της κιλοβατώρας είναι αυτή τη στιγμή 29,2 σεντ. Αν κάνει κάποιος την πράξη θα βρει ότι το κόστος που έχει ένα μέσο νοικοκυριό για ρεύμα τη διμηνία είναι 233 ευρώ ή πολλαπλασιάζοντας το επί 6 διμηνίες, το ποσό ανέρχεται σε 1401 ευρώ το χρόνο. Ποσό το οποίο αναμφίβολα κρίνεται ιδιαίτερα υψηλό κρίνοντας και με τα υπόλοιπα έξοδα που επωμίζεται ο καταναλωτής, όπως είναι για παράδειγμα τα ενοίκια, καθώς επίσης και τα τρόφιμα, οι υπηρεσίες, τα έξοδα υγείας κτλ.

Μεγάλες είναι και οι αυξήσεις που καταγράφονται στον τομέα των καυσίμων αφού η τιμή του πετρελαίου κίνησης ως γνωστό είχε αγγίξει τα δυο ευρώ το λίτρο ενώ και η τιμή της βενζίνης είχε πλησιάσει αρκετά αγγίζοντας το 1.87 ευρώ το λίτρο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτει ο σύνδεσμος καταναλωτών, από 1.1.2022 μέχρι και σήμερα, η αύξηση στην τιμή της βενζίνης ανέρχεται στο 39%, η αύξηση στο πετρέλαιο κίνησης στο 40% και η αύξηση στο πετρέλαιο θέρμανσης στο 61%.

Γίνεται αντιληπτό ότι στην απουσία μέσων μαζικής μεταφοράς (τρένο, μετρό, τραμ) οι καταναλωτές αναγκάζονται να χρησιμοποιούν το ιδιωτικό τους όχημα για όλες τους τις μετακινήσεις, με αποτέλεσμα να χρειάζονται ένα σεβαστό κονδύλι κάθε μήνα για τα καύσιμα. Όσον αφορά δε τα λεωφορεία, είναι γνωστό ότι οι Κύπριοι αποφεύγουν στην πλειοψηφία τους να τα χρησιμοποιούν, είτε διότι δεν τους εξυπηρετούν τα δρομολόγια, είτε γιατί σε κάποιες περιπτώσεις θα χρειαστεί να αλλάξουν 2 ή 3 λεωφορεία μέχρι να φτάσουν στον προορισμό τους. Επομένως, το ιδιωτικό αυτοκίνητο παραμένει το κύριο μέσο μετακίνησης για τον κύπριο καταναλωτή, ο οποίος επωμίζεται και τις μεγάλες αυξήσεις που καταγράφονται στις τιμές των καυσίμων.

Πέραν των πιο πάνω, αύξηση καταγράφεται και στον δείκτη τιμών καταναλωτή, ο οποίος περιλαμβάνει και τα υπόλοιπα έξοδα ενός νοικοκυριού, όπως είναι τα φαγώσιμα, οι διάφορες υπηρεσίες που χρειάζεται ο καταναλωτής, τα έξοδα υγείας, τα σχολεία, τα εστιατόρια κτλ. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για τον Ιούνιο, ο πληθωρισμός ανήλθε στο 9,6%, αποτυπώνοντας τις τάσεις ακρίβειας που παρατηρούνται. 

Πάντως, στο καταληκτικό του σχόλιο, ο κ. Δρουσιώτης άφησε μια νότα αισιοδοξίας για τους επόμενους μήνες σημειώνοντας ότι το δίμηνο Μάιου – Ιούνιο υπήρξε μια ελαφρά επιβράδυνση της αύξησης που καταγράφεται τους τελευταίους μήνες στο δείκτη τιμών καταναλωτή, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία και τις εκτιμήσεις του, αναμένεται να υπάρξει μια μικρή μείωση στα καύσιμα το επόμενο διάστημα και μείωση στο ρεύμα από τη διμηνία Αυγούστου – Σεπτεμβρίου.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΓΓΕΛΟΔΗΜΟΥ