Κορυφώνονται οι απανωτές κρίσεις

  • Προβλήματα στην πρόσβαση σε τρόφιμα
  • Οι ελλείψεις σε σιτηρά, άλευρα, κτηνοτροφικά προϊόντα και ρύζι καθορίζουν τις εξελίξεις.
  • Η αναζωπύρωση της πανδημίας και η κλιματική αλλαγή στους μεγάλους κινδύνους

Γράφει Χρύσω Αντωνιάδου

Απανωτές κρίσεις αναμένονται στα ευρωπαϊκά κράτη από τον χειμώνα μέχρι και το 2023, με επίκεντρο την πληθωριστική πανδημία και την ακρίβεια που πλήττει τις χαμηλές και μεσαίες εισοδηματικά τάξεις.

Ήδη, ολόκληρη η Ευρώπη βρίσκεται σε κατάσταση πανικού, φοβούμενη μήπως δημιουργηθούν προσκόμματα στην τροφοδοσία ενώ οι Γερμανοί βιώνουν περιορισμούς ή και διακοπή στην παροχή φυσικού αερίου. Για πρώτη φορά καταγράφονται σοβαρές ελλείψεις σε καύσιμα για θέρμανση, μεταφορικά και εργοστασιακή παραγωγή,  την ίδια ώρα που το ευρώ καταρρέει έναντι του δολαρίου.

Από την άλλη, η απόφαση για αύξηση των επιτοκίων προκαλεί έντονους προβληματισμούς κυρίως στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, την οικονομική δραστηριότητα αλλά και στα κράτη που έχουν συνάψει δανεισμό, κυρίως την εποχή  της πανδημίας.

Διαβάστε επίσης: 

Ωστόσο, μια από τις μεγαλύτερες απειλές είναι η επισιτιστική κρίση (σιτηρά, άλευρα, κτηνοτροφικά προϊόντα). Τι σημαίνει αυτό; Τα ευρωπαϊκά κράτη θα έχουν σοβαρές ελλείψεις, όμως, οι χώρες της Αφρικής και άλλες υποανάπτυκτες χώρες, θα βιώσουν πραγματική λιμοκτονία. 

Μιλώντας με εισαγωγείς διαπιστώνουμε ότι συνεχίζονται οι καθυστερήσεις στην τροφοδοσία λόγω προβλημάτων στην εφοδιαστική και παραγωγική αλυσίδα.

Σε όλη αυτή την αβεβαιότητα θα πρέπει να προστεθεί και η πιθανή αναζωπύρωση της πανδημίας και άλλες γεωπολιτικές ενστάσεις στην περιοχή μας και στην Αφρική, αιτία που αυξάνει και το κύμα της μετανάστευσης.

Ζήτημα ζωής και θανάτου

Να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα με τους οικονομικούς αναλυτές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, «η άνοδος των τιμών των τροφίμων λόγω της αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου, θα μπορούσε να αποτελέσει ζήτημα ζωής και θανάτου για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, την ίδια ώρα που ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, παρακολουθεί στενά τις επιπτώσεις της ανόδου των τιμών στην παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια». 

Ήδη, οι ελλείψεις στην προσφορά σιτηρών και λιπασμάτων έχουν οδηγήσει στην εκτόξευση των τιμών και, συνεπώς, των δαπανών των πιο ευάλωτων χωρών για την εισαγωγή τροφίμων κατά 25+ δις. δολάρια, διακυβεύοντας την επισιτιστική ασφάλεια 1.7 δισεκατομμυρίων ανθρώπων. 

Πίσω από τις αυξήσεις εντοπίζονται και οι αυξημένες εστίες συγκρούσεων καθώς οι χώρες που αντιμετωπίζουν επισιτιστική κρίση υποφέρουν και εσωτερικές διενέξεις.

Η πανδημία απειλεί ξανά

Η πανδημία του COVID-19 συνεχίζει ν’ αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες για τους οποίους η πλειοψηφία των φτωχών χωρών αντιμετωπίζει οικονομικές προκλήσεις ενώ διάφορες χώρες άρχισαν να υποφέρουν και από την κλιματική αλλαγή.

Όπως καταγράφεται επίσης από το ΔΝΤ «ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επιδεινώσει το πρόβλημα, καθώς τερμάτισε τις εξαγωγές από την Ουκρανία και τη Ρωσία. Συνολικά 50 χώρες περίπου εξαρτώνται από τους δύο αυτούς προμηθευτές για τουλάχιστον το 30% των εισαγωγών τους σε σιτηρά, ενώ για περίπου 20 από αυτές, το ποσοστό αυτό ξεπερνά το 50%».

Οι κύριες εξαγωγές Ρωσίας

Πάντως, αναλυτής που παρακολουθεί την παγκόσμια οικονομία και τις αγορές δηλώνει στη Brief πως «η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αζωτούχων λιπασμάτων στον κόσμο, ο δεύτερος σε καλιούχα και ο τρίτος σε φωσφορικά λιπάσματα. Η  διακοπή αυτών των εξαγωγών από τη Ρωσία αύξησε τις τιμές – οι οποίες ήταν ήδη υψηλές πριν από τον πόλεμο – και δημιούργησε σοβαρά προβλήματα στην αγροτική τάξη παγκοσμίως».

Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στις χώρες που στηρίζονται στις εισαγωγές (όπως είναι και η Κύπρος) για την κάλυψη των επισιτιστικών αναγκών τους. Από τη μια αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω της αύξησης των δαπανών για την εισαγωγή τροφίμων και από την άλλη βρίσκονται μπροστά στο αυξημένο κόστος των λιπασμάτων.  

Οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι «αν ο πόλεμος συνεχιστεί, το 2022 και το 2023, θα αντιμετωπίσουμε ενδεχομένως προβλήματα στην πρόσβαση σε τρόφιμα σε συνδυασμό με προβλήματα στη διαθεσιμότητά τους, καθώς η Ουκρανία και η Ρωσία θα μείωναν σημαντικά τις εξαγωγές τους, συμπεριλαμβανομένων και των λιπασμάτων». 

Υπό τις παρούσες συνθήκες, εκτιμάται ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να μειώσει τις εξαγωγές της σε σιτάρι και καλαμπόκι κατά 40% περίπου, ενώ στην ίδια κατεύθυνση θα κινείτο και  η Ρωσία.
Ακόμη, το ενδεχόμενο μιας σκληρής περιόδου μουσώνων στην Ινδία πιθανότατα να δημιουργήσει επιπτώσεις και στη σπορά του ρυζιού με επιπτώσεις σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, κυρίως στην Υποσαχάρια Αφρική.

Οι χώρες που πλήττονται από συγκρούσεις είναι και οι πιο ευάλωτες, καθώς είναι πλήρως εξαρτημένες από τις εισαγωγές τροφίμων, ενώ αντιμετωπίζουν προβλήματα με το ισοζύγιο πληρωμών τους. 

Οι συγκρούσεις επηρεάζουν

Το ΔΝΤ, σύμφωνα με τους οικονομολόγους του, προτείνει την παραχώρηση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης για τις εισαγωγές τροφίμων, καθώς το θέμα αυτό αφορά και επηρεάζει 1.7 δισεκατομμύρια ανθρώπους.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται σε χώρες που πλήττονται από εσωτερικές συγκρούσεις και δυσκολεύονται να εισάγουν όλα όσα χρειάζονται για να καλύψουν τις επισιτιστικές ανάγκες τους. Ορισμένες από αυτές είναι: το Αφγανιστάν, η Μπουρκίνα Φάσο, το Μπουρούντι, η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας, η Ερυθραία, η Αιθιοπία, η Γκάμπια, η Γουινέα, η Λιβερία, το Μάλι, η Μοζαμβίκη, ο Νίγηρας, η Ρουάντα, η Σιέρα Λεόνε, η Σομαλία, το Νότιο Σουδάν, το Σουδάν, η Συρία, το Τόγκο και η Υεμένη. Οι χώρες αυτές είναι υπερχρεωμένες και δεν μπορούν να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση για να τις ανάγκες του λαού τους.