Σε νέες περιπέτειες ωθούν τις τράπεζες

•    Σταθμός για το χρηματοπιστωτικό σύστημα οι αποφάσεις της Βουλής στις 29 Ιουλίου
•    Η απόφαση των κοινοβουλευτικών κομμάτων κρίνει το μέλλον των εκποιήσεων
•    Όλα ανοικτά για κεφαλαιακή κάλυψη τραπεζών


Άλλη μια καλοκαιρινή περιπέτεια περνά η κυπριακή οικονομία και ειδικότερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα, με απροσδιόριστη μέχρι στιγμής κατάληξη. Την προσεχή Δευτέρα 29 Ιουλίου 2019, συνέρχεται η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών για να συζητήσει και να προωθήσει προς ψήφιση την ίδια μέρα στην Ολομέλεια της Βουλής το θέμα που προέκυψε με τις δυο αναπομπές του Προέδρου Αναστασιάδη που αφορούν τις εκποιήσεις. 

>>> ΟΛΗ Η ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ BRIEF ΜΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ <<< 

Σε περίπτωση που η πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών κομμάτων επιμείνει στις αποφάσεις της, τότε ο Πρόεδρος έχει μπροστά του δυο επιλογές:

Πρώτο, να αποδεχθεί τις νομοθεσίες και τις αρνητικές επιπτώσεις που αναμένεται να δημιουργηθούν για τις τράπεζες. 

Δεύτερο, να κάνει αναφορά των νόμων στο Ανώτατο Δικαστήριο επικαλούμενος αντισυνταγματικά ζητήματα.

Ο Πρόεδρος ανέπεμψε την περασμένη Παρασκευή τις τροποποιήσεις στη νομοθεσία για τις εκποιήσεις που επέφερε το Νομοθετικό Σώμα. Με την αναπομπή ο Πρόεδρος θέτει ξανά τα κόμματα προ των ευθυνών τους και τα προειδοποιεί για τις αρνητικές συνέπειες που θα υπάρξουν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα από έγκριση της νομοθεσίας, εξηγώντας ότι «το πλαίσιο εκποιήσεων καθίσταται αναποτελεσματικό και χρονοβόρο, με αρνητικό αντίκτυπο στις αξίες των εξασφαλίσεων, επιβαρύνοντας τους ισολογισμούς των τραπεζών και οδηγώντας σε εποπτικές απαιτήσεις για αύξηση των προβλέψεων και για νέες κεφαλαιακές ανάγκες».

Τι σημαίνει στην πράξη η υλοποίηση των νομοθεσιών αυτών και πώς επηρεάζουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα; Τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια αποτελούν μεγάλο βαρίδι για τους τραπεζικούς ισολογισμούς, καθώς υπονομεύουν την κερδοφορία των τραπεζών, δημιουργούν απώλεια εσόδων και δεσμεύουν μέρος των κεφαλαίων τους.

Οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών να μειώσουν τα ΜΕΔ με κάθε τρόπο, χρησιμοποιώντας ακόμη και το εργαλείο των εκποιήσεων. Διαφορετικά, με μαθηματική ακρίβεια, θα είναι υποχρεωμένες να αναζητήσουν νέα κεφάλαια. 

Σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, «ένα τέτοια ενδεχόμενο θα επιδεινώσει την αποτίμηση  της αξίας των εμπράγματων εξασφαλίσεων που έχουν οι τράπεζες στους ισολογισμούς τους και θα δημιουργηθούν επίσης σοβαρές επιπτώσεις στη χορήγηση νέων δανείων, στην οικονομία και την ανάπτυξη».

Πρότυπα κεφαλαιακής επάρκειας

Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις για τις τράπεζες αποτελούν μέρος του ενιαίου εγχειριδίου κανόνων της τραπεζικής ένωσης και μεταφέρουν στη νομοθεσία της Ε.Ε. τη συμφωνία της Βασιλείας ΙΙΙ, δηλαδή τα διεθνώς συμφωνηθέντα πρότυπα τραπεζικής κεφαλαιακής επάρκειας

Οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να έχουν διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή επαρκή κεφάλαια για να μπορούν να καλύπτουν απρόβλεπτες ζημίες και να διατηρούν τη φερεγγυότητά τους σε περιόδους κρίσης. Στην περίπτωση των κυπριακών τραπεζών τις ζημιές από τα ΜΕΔ. Σύμφωνα με τους κανόνες της τραπεζικής ένωσης, το ποσό των κεφαλαιακών απαιτήσεων εξαρτάται από τον κίνδυνο που συνδέεται με τα στοιχεία ενεργητικού κάθε τράπεζας.

Με απλά λόγια, όσο πιο επικίνδυνα
είναι τα στοιχεία του ενεργητικού τους, τόσο περισσότερα κεφάλαια πρέπει να έχουν ανά πάσα στιγμή διαθέσιμα οι τράπεζες. 

Ανάλογα  με την ποιότητά τους και τον κίνδυνο που ενέχουν τα κεφάλαια κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες:

Στα κεφάλαια της κατηγορίας 1, τα λεγόμενα κεφάλαια λειτουργίας  που επιτρέπουν στην τράπεζα να συνεχίζει τις δραστηριότητές της και να διατηρεί τη φερεγγυότητά της. 

Στα κεφάλαια της κατηγορίας 2, τα κεφάλαια εκκαθάρισης, τα οποία επιτρέπουν στο τραπεζικό ίδρυμα να αποζημιώσει τους καταθέτες και τους προνομιακούς πιστωτές, εάν καταστεί αφερέγγυο.

Το συνολικό ποσό των κεφαλαίων που απαιτούνται να κατέχουν οι τράπεζες είναι ίσο τουλάχιστον με το 8% των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο στοιχείων ενεργητικού. 

Επίσης, τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να απαιτούν από τις εθνικές τους τράπεζες να διατηρούν περισσότερα κεφάλαια από αυτά που απαιτούνται σύμφωνα με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις της Ε.Ε. για μέγιστο διάστημα τα δυο έτη (μπορεί να δοθεί παράταση) και να επιβάλλουν συμπληρωματικές απαιτήσεις σε συγκεκριμένες τράπεζες, κατόπιν ενημέρωσης της Ε.Ε., της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ). 

Χρύσω Αντωνιάδου