Τα LuxLeaks και Panamas Papers η αρχή του τέλους για την Κύπρο

•    Η χώρα κρίθηκε από την Ε.Ε. ότι παρουσίαζε χαρακτηριστικά «φορολογικού παραδείσου»
•    Κατ’ επανάληψη προειδοποιήσεις και συστάσεις για τις «golden visas»
•    Επιτήδειοι έβρισκαν «παραθυράκια» ακόμη και στο τροποποιημένο βελτιωμένο επενδυτικό πρόγραμμα

ΓΡΑΦΕΙ ΧΡΥΣΩ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ

Αρχή του τέλους
για το κυπριακό επενδυτικό πρόγραμμα της Κύπρου ήταν οι αποκαλύψεις των LuxLeaks, Panama Papers, Football Leaks και Paradise Papers. Η χώρα μας μαζί με άλλες έξι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως το Βέλγιο, η Ουγγαρία, η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, η Μάλτα και η Ολλανδία, με τη δημοσιοποίηση των εγγράφων, άρχισαν να δέχονται αυστηρές συστάσεις από την Ε.Ε.  με το αιτιολογικό ότι παρουσίαζαν χαρακτηριστικά «φορολογικών παραδείσων» και διευκόλυναν επιθετικές πρακτικές φορολογικού σχεδιασμού. 

Η Ε.Ε. διατύπωνε τις ανησυχίες της για τα προγράμματα «χρυσής βίζας» και διαβατηρίων για επενδυτές, και όπως ανέφερε στη Brief πηγή που είναι γνώστης των εξελίξεων που τροχιοδρομήθηκαν άμεσα, «οι κοινοτικοί αξιωματούχοι προειδοποιούσαν και τις εφτά χώρες, όμως κυρίως τη Μάλτα και την Κύπρο, ότι θα  πρέπει να καταργήσουν σταδιακά, τα golden visas λόγω των αδύναμων μηχανισμών δέουσας επιμέλειάς τους».

>>> Ροή Ειδήσεων Brief – Επιλεγμένο περιεχόμενο <<<

Mάλιστα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνέστησε ειδική επιτροπή η οποία πραγματοποίησε έρευνα για την καταπολέμηση του φορολογικού εγκλήματος σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η Ειδική Επιτροπή για το Οικονομικό Έγκλημα, τη Φοροδιαφυγή και τη Φοροαποφυγή (ΤΑΧ3) ολοκλήρωσε την έρευνά της, η οποία υιοθετήθηκε από το ΕΚ και σε εισηγήσεις της ζητούσε αναθεώρηση του συστήματος αντιμετώπισης του οικονομικού εγκλήματος, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής (μέσω της βελτίωσης της συνεργασίας σε όλους τους τομείς μεταξύ των πολυάριθμων εμπλεκόμενων αρχών).

Οι ανησυχίες της ΕΚ σε σχέση με την Κύπρο και άλλες ευρωπαϊκές χώρες καταγράφονταν και στην έκθεση αυτή.
Πριν την πραγματοποίηση της έρευνας, παρουσιάστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε άλλα αρμόδια Σώματα της Ε.Ε. έκθεση σχετικής Επιτροπής (Ιανουάριος 2019) με την οποία καταγραφόταν ότι «τα προγράμματα αυτά έχουν προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με ορισμένους εγγενείς κινδύνους, κυρίως όσον αφορά την ασφάλεια, τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά». 

Κάνοντας συγκεκριμένες αναφορές κυρίως για την Κύπρο, τη Μάλτα και τη Βουλγαρία, η Επιτροπή προειδοποιούσε ότι «τρία κράτη μέλη εφαρμόζουν προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές, στο πλαίσιο των οποίων η υπηκοότητα χορηγείται υπό λιγότερο αυστηρούς όρους σε σχέση με τα συνήθη καθεστώτα πολιτογράφησης, και συγκεκριμένα χωρίς να υπάρχει πραγματική προηγούμενη διαμονή στην οικεία χώρα». 

>>> Ροή Ειδήσεων Brief – Επιλεγμένο περιεχόμενο <<<

Ο κώδωνας του κινδύνου
Επίσης έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου ότι «τα προγράμματα αυτά έχουν συνέπειες για την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της, καθώς κάθε πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους είναι παράλληλα πολίτης της Ένωσης. Πράγματι, αν και πρόκειται για εθνικά προγράμματα, προωθούνται σκόπιμα και συχνά προβάλλονται ρητά ως τρόπος απόκτησης ιθαγένειας της Ένωσης, μαζί με όλα τα δικαιώματα και τα προνόμια που συνδέονται με αυτή, συμπεριλαμβανομένου κυρίως του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας.

Τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές διαφέρουν από τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές («χρυσή βίζα») που αποσκοπούν στην προσέλκυση επενδύσεων με αντάλλαγμα δικαιώματα διαμονής στην οικεία χώρα. Ωστόσο, οι κίνδυνοι που ενυπάρχουν στα προγράμματα αυτά είναι παρόμοιοι με αυτούς που ενέχουν τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές. Επιπλέον, τα προγράμματα αυτά έχουν αντίκτυπο σε άλλα κράτη μέλη, καθώς η έγκυρη άδεια διαμονής δίνει ορισμένα δικαιώματα στους υπηκόους τρίτων χωρών όσον αφορά τη δυνατότητα να ταξιδεύουν ελεύθερα, ιδίως στον χώρο Σένγκεν».

Η Επιτροπή είχε συζητήσει με τις αρχές της Μάλτας και της Κύπρου σχετικά με τη συμπερίληψη κριτηρίου πραγματικής διαμονής στη νομοθεσία τους για το πρόγραμμα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές. 

Έτσι, το 2014 η Μάλτα εισήγαγε στη νομοθεσία της απαίτηση για την απόδειξη διαμονής διάρκειας 12 μηνών. Η απαίτηση αυτή θεωρείται ότι πληρούται εφόσον ο αιτητής αποκτά άδεια διαμονής για να μείνει στη Μάλτα, ακόμη και χωρίς φυσική κατοικία, παρουσιάζει κάρτες επιβίβασης και άλλα αποδεικτικά στοιχεία, όπως δωρεές σε φιλανθρωπικές οργανώσεις, συμμετοχή σε τοπικές αθλητικές ομάδες ή καταβολή φόρου εισοδήματος στη Μάλτα. 

Η Κύπρος τροποποίησε επίσης τη νομοθεσία της το 2016, και ζητούσε από τους αιτητές να κατέχουν άδεια διαμονής.
Καλά ενημερωμένη πηγή εξηγεί στη Βrief πως «οι κοινοτικοί ανησυχούσαν ιδιαίτερα που οι υπήκοοι τρίτων χωρών με τις επενδύσεις τους σε μια ευρωπαϊκή χώρα πιθανόν να επιδιώκουν παράνομους σκοπούς, όπως η αποφυγή της έρευνας και δίωξης στη χώρα τους και η προστασία των περιουσιακών τους στοιχείων από μέτρα δέσμευσης και δήμευσης». 

Ιδιαίτερα οι ανησυχίες επικεντρώνονταν στο γεγονός ότι «τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας και τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές δημιουργούν κινδύνους για την ασφάλεια των κρατών μελών της Ε.Ε., όπως διείσδυσης ομάδων οργανωμένου εγκλήματος και κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, διαφθοράς και φοροδιαφυγής».

Χρύσω Αντωνιάδου