Θα είναι το 2020 η χρονιά καθιέρωσης Εθνικού Κατώτατου Μισθού;

Η Brief καταγράφει τις θέσεις της Κυβέρνησης, καθώς και των συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων

Στα χέρια της Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Ζέτας Αιμιλιανίδου, θα βρίσκονται τις επόμενες μέρες οι μελέτες από την Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ILO) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την θέσπιση εθνικού κατώτατου μισθού, οι οποίες και θα τεθούν ενώπιον κοινωνικών εταίρων για συζήτηση και κατάληξη. 

Με αφορμή το γεγονός αυτό, η Brief ζήτησε και έλαβε τις απόψεις τόσο της Υπουργού Εργασίας, όσο και των συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων για το θέμα, θέτοντας, κατά κύριο λόγο, το ερώτημα εάν το 2020 θα είναι η χρονιά καθιέρωσης εθνικού κατώτατου μισθού. 

Όπως φαίνεται και από τις απαντήσεις, ξεκάθαρη πρόθεση της Κυβέρνησης είναι η θέσπιση εθνικού κατώτατου μισθού μόλις εξασφαλιστούν συνθήκες πλήρους απασχόλησης, κάτι το οποίο στηρίζουν ένθερμα οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, αλλά απορρίπτουν κατηγορηματικά οι εργοδοτικές οργανώσεις.

>>> Διαβάστε ακόμη: Που πρέπει να κυμαίνεται ο κατώτατος μισθός στην Κύπρο <<<

Η θέση της Κυβέρνησης
Ειδικότερα, η Υπουργός Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Ζέτα Αιμιλιανίδου, μιλώντας στην Brief επανέλαβε την ήδη εκφρασθείσα θέση για καθιέρωση εθνικού κατώτατου μισθού, σημειώνοντας ότι, «αναμένουμε τις μελέτες από την Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ILO) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα θετικά και τα αρνητικά από την νομοθετική ρύθμιση ενός κατώτατου μισθού στην Κύπρο». 

Μόλις λάβουμε τις μελέτες, συνέχισε, «θα ξεκινήσει άμεσα ο διάλογος με όλους τους κοινωνικούς εταίρους», αναφέροντας, ωστόσο, πως «δεν μπορούμε εκ των προτέρων να θέσουμε οποιοδήποτε χρονοδιάγραμμα για την τελική κατάληξη επί του θέματος, αλλά ελπίζουμε ότι θα καταφέρουμε εντός του 2020 να υλοποιήσουμε αυτή μας την πολιτική». 

Η κα Αιμιλιανίδου επανέλαβε, ακόμη, πως για να προχωρήσει η νομοθετική ρύθμιση του κατώτατου μισθού θα πρέπει πρώτα να εξασφαλιστούν συνθήκες πλήρους απασχόλησης, δηλαδή η ανεργία να φθάσει το 5% ή και πιο κάτω, υπογραμμίζοντας ότι, «η προεργασία πρέπει να γίνει, ούτως ώστε να είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε σε αυτό το βήμα όταν, επαναλαμβάνω, υπάρξουν συνθήκες πλήρους απασχόλησης». 

>>> Διαβάστε επίσης: ΕΕ - Πρόταση για minimum κατώτατο μισθό €750 στο Ευρωκοινοβούλιο <<<

Οι θέσεις των εργαζομένων
Από πλευράς συνδικαλιστικών οργανώσεων, ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Μάτσας, ερωτηθείς από την Brief εάν το 2020 θα είναι η χρονιά καθιέρωσης του εθνικού κατώτατου μισθού, είπε πως «αυτό είναι κάτι που δεν μπορούμε να το πούμε με βεβαιότητα. Θα είναι, όμως, σίγουρα χρονιά συζήτησης και τεκμηρίωσης της ανάγκης εφαρμογής του. Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι έχει ξεκινήσει ο διάλογος και η συζήτηση για θέσπιση κατώτατου μισθού σε ευρωπαϊκό επίπεδο», επεσήμανε. 

Την ίδια ώρα, ο κ. Μάτσας εξέφρασε την θέση πως, «έχουν ωριμάσει αρκετά οι συνθήκες για εφαρμογή του εθνικού κατώτατου μισθού και στην Κύπρο, λαμβάνοντας υπόψην μας το γεγονός πως η ανεργία ακολουθεί συνεχή πτωτική πορεία, πλησιάζοντας τα επίπεδα πλήρους απασχόλησης, την ώρα που η κυπριακή οικονομία παρουσιάζει συνεχής ρυθμούς ανάπτυξης, παρά την όποια επιβράδυνση λόγω εξωγενών παραγόντων, ενώ ήδη έχουμε επιτύχει την επαναρύθμιση σε μεγάλο βαθμό της αγοράς εργασίας μέσα από την επαναφορά των μισθών ή των παρεμφερών ωφελημάτων μέσω των συλλογικών συμβάσεων». 

«Συνεπώς, οι συνθήκες ωρίμασαν και ωριμάζουν, κάτι που επιβεβαιώνεται και μέσα από την εκφραχθείσα πρόθεση της Κυβέρνησης και της ίδιας της Υπουργού Εργασίας για συζήτηση και εφαρμογή εθνικού κατώτατου μισθού», πρόσθεσε σημειώνοντας ότι, «εμείς από πλευράς μας αναμένουμε τα αποτελέσματα των μελετών που γίνονται για αυτό το θέμα, θα τις μελετήσουμε και θα καταθέσουμε τεκμηριωμένες θέσεις επί αυτών». 

Ως ΣΕΚ, συνέχισε ο ΓΓ της Συντεχνίας, «θεωρούμε ότι είναι πολύ σημαντικό το γεγονός πως εκεί και όπου εφαρμόστηκε το μέτρο, και κυρίως στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι μόνο δεν έχει λειτουργήσει ανασταλτικά, αλλά υποβοηθητικά στην αύξηση θέσεων εργασίας, ενώ δεν έχει λειτουργήσει αποτρεπτικά στην κερδοφορία των επιχειρήσεων». 

«Συνεπώς πιστεύουμε ότι είναι ένα εργαλείο που αποδίδει δικαιοσύνη και μπορεί να βοηθήσει συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων έτσι ώστε να έχουν έναν ελάχιστο μισθό ο οποίος να διασυνδέεται και με το βιοτικό επίπεδο και να υπάρχει μία ποιοτική ανταπόδοση της εργασίας στο επίπεδο των μισθών. Την ίδια στιγμή, θεωρούμε ότι μπορεί να ενισχύσει και τις ίδιες τις συλλογικές συμβάσεις έτσι ώστε να υπάρξει περαιτέρω διεύρυνση του θεσμού και μεγαλύτερη κάλυψη εργαζομένων», κατέληξε ο κ. Μάτσας.

>>> Διαβάστε ακόμη: Συμμαχία Πολιτών - Επιμένει σε κατώτατο μισθό €1125 <<<

Για το ίδιο θέμα, ο ΓΓ της ΠΕΟ, Πάμπης Κυρίτσης, ανέφερε στην Brief πως η Συντεχνία αναμένει ότι το 2020 θα είναι η χρονιά θέσπισης μηχανισμών που θα καθορίζουν κατώτατους μισθούς σε όλους τους εργαζόμενους.

Ταυτόχρονα ο κ. Κυρίτσης υπέδειξε πως, «με βάση τις διαβεβαιώσεις της Υπουργού Εργασίας όταν ολοκληρωθούν οι μελέτες που γίνονται θα αρχίσει ένας κοινωνικός διάλογος. Εμείς είμαστε έτοιμοι για αυτόν τον διάλογο και θα καταθέσουμε τις απόψεις μας, ευελπιστώντας πως το θέμα θα ρυθμιστεί», συμπλήρωσε σημειώνοντας πως, «τον δρόμο τον έχουν δείξει οι συμφωνίες που έχουν ήδη επιτευχθεί με την ανανέωση συλλογικών συμβάσεων σε σημαντικούς τομείς, όπως είναι στον κατασκευαστικό κλάδο και στον ξενοδοχειακό τομέα, τις οποίες κρίνουμε ιδιαίτερα σημαντικές».

«Συνεπώς, εμείς, επαναλαμβάνω, είμαστε έτοιμοι όταν θα ξεκινήσει ο διάλογος να καταθέσουμε τεκμηριωμένα τις θέσεις μας και να συζητήσουμε το θέμα, ευελπιστώντας ότι σύντομα θα θεσπιστούν μηχανισμοί για καθιέρωση κατώτατων μισθών σε όλα τα επαγγέλματα», κατέληξε ο ΓΓ της ΠΕΟ.

Οι θέσεις των εργοδοτών
Από πλευράς εργοδοτικών οργανώσεων, ο Γενικός Διευθυντής της Ομοσπονδίας Εργοδοτών και Βιομηχάνων (ΟΕΒ), Μιχάλης Αντωνίου, τόνισε στην Brief πως η ΟΕΒ θεωρεί ότι δεν πρέπει να ξεκινήσει καν μία τέτοια συζήτηση. «Είναι προφανές πως η Κυβέρνηση έχει πρόθεση να ολοκληρώσει τις μελέτες τις οποίες έχει αναθέσει στη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ILO) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να τις θέσει σε κοινωνικό διάλογο. Εάν τεθεί προς συζήτηση το θέμα εμείς παρά την διαφωνία μας θα ανταποκριθούμε και θα επιχειρηματολογήσουμε γιατί δεν πρέπει να εφαρμοστεί δια νόμου κατώτατος μισθός», συμπλήρωσε.

Σε ό,τι αφορά το εάν θα θεσπιστεί ή όχι εθνικός κατώτατος μισθός ο κ. Αντωνίου τόνισε πως «αυτό δεν είναι κάτι που εξαρτάται από την ΟΕΒ, αλλά από την Κυβέρνηση κι ενδεχομένως να χρειαστεί και παρεμβολή της Βουλής, αφού υπάρχουν και τρόποι εφαρμογής του χωρίς να απαιτείται η έγκριση του Κοινοβουλίου».

Η θέση της ΟΕΒ, συνέχισε, «είναι κατηγορηματικά εναντίον καθορισμού κατώτατου μισθού. Κατώτατοι μισθοί, θεωρούμε, ήδη υπάρχουν και είναι συμφωνημένοι μέσα στις συλλογικές συμβάσεις ανάμεσα στην Ομοσπονδία και τις Συντεχνίες, διαμορφώνονται ανάλογα με τις δυνατότητες κάθε επιχείρησης ή κάθε κλάδου ξεχωριστά και επιτρέπουν μία ευελιξία, με την οποία όταν μπορούν να αυξηθούν αυξάνονται και όταν πρέπει να μειωθούν για να σωθούν θέσεις εργασίας μειώνονται».

Επιπρόσθετα ο κ. Αντωνίου τόνισε πως, «το πρόβλημα με την Κυβέρνηση είναι ότι λέει πως όταν υπάρχει αυξημένη ανεργία ο κατώτατος μισθός δια νόμου είναι αρνητικό στοιχείο για την οικονομία και θα τον εισάξουμε όταν θα εξασφαλιστούν συνθήκες πλήρους απασχόλησης με χαμηλή ανεργία, ενώ την ίδια ώρα δεν λέει τι θα γίνει όταν θα αυξηθεί ξανά η ανεργία». 

«Υπάρχει πιθανότητα ο νόμος ή το διάταγμα να μειώσει μισθούς;», διερωτήθηκε απαντώντας ότι, «η εμπειρία δείχνει πως δεν θα υπάρχει μία τέτοια πιθανότητα στην κυπριακή πολιτική πραγματικότητα και συνεπώς εμείς τονίζουμε πως θα βρεθούμε εγκλωβισμένοι σε κάτι το οποίο η ίδια η Κυβέρνηση θεωρεί αρνητικό δεδομένο. Συνεπώς, επαναλαμβάνω, η ΟΕΒ είναι κάθετα αντίθετη στην νομοθετική ρύθμιση του κατώτατου μισθού», κατέληξε ο Γενικός Διευθυντής της ΟΕΒ. 

Την ίδια ώρα, ο Διευθυντής του Τμήματος Εργασιακών Σχέσεων του ΚΕΒΕ, Αιμίλιος Μιχαήλ, μιλώντας στην Brief, εξέφρασε την διαφωνία του Επιμελητηρίου με την θέσπιση εθνικού κατώτατου μισθού, σημειώνοντας ότι, «η θέση του ΚΕΒΕ είναι ότι η φιλοσοφία έκδοσης διαταγμάτων για κατώτατους μισθούς θα πρέπει να είναι αυτή που είναι συμφωνημένη εδώ και χρόνια. Δηλαδή, η κάλυψη των ευάλωτων τάξεων του πληθυσμού», εξήγησε. 

Για να ενταχθούν κι άλλα επαγγέλματα στο διάταγμα της Υπουργού, υποστήριξε ο κ. Μιχαήλ, «θα πρέπει να προηγηθεί έρευνα αγοράς, όπως έγινε και το 1992, που να καταδείξει ότι χρήζουν κάλυψης κι άλλα επαγγέλματα. Όταν γίνει μία τέτοια έρευνα, τότε ναι είμαστε έτοιμοι να μπούμε σε ένα διάλογο, να συζητήσουμε τα ευρήματα και να πάρουμε τις ανάλογες αποφάσεις», επεσήμανε επαναλαμβάνοντας, εκ νέου, την αντίθεση του ΚΕΒΕ με την θεσμοθέτηση εθνικού κατώτατου μισθού.

Ερωτηθείς για τους λόγους που το Επιμελητήριο τάσσεται κατά ενός τέτοιου μέτρου, ο Διευθυντής του Τμήματος Εργασιακών Σχέσεων του ΚΕΒΕ προειδοποίησε πως ενδεχόμενη καθιέρωση κατώτατου μισθού θα οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας, αφού, όπως εξήγησε, «αρκετές επιχειρήσεις πιθανότατα να μην μπορούν να επωμισθούν αυτό το κόστος και δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να μειώσουν είτε την απασχόληση είτε εκείνο το κόστος που δεν θα μπορούν να το επωμιστούν να το μετακυλήσουν στις τιμές, δημιουργώντας τον φαύλο κύκλο του πληθωρισμού. Επιπρόσθετα, πιστεύουμε ότι η καθιέρωση κατώτατου μισθού θα οδηγήσει και σε μείωση στην πρόσληψη νεοεισερχόμενων ατόμων στην αγορά εργασίας», εξήγησε περαιτέρω. 

«Αυτές είναι οι μεγάλες μας ανησυχίες και γι’ αυτό εμείς είμαστε εναντίον του εθνικού κατώτατου μισθού», τόνισε ο κ. Μιχαήλ εκφράζοντας, καταληκτικά, την ετοιμότητα του ΚΕΒΕ να συζητήσει, κατόπιν έρευνας, το ενδεχόμενο συμπερίληψης κι άλλων επαγγελμάτων στο διάταγμα που εκδίδει ο εκάστοτε Υπουργός Εργασίας για τον κατώτατο μισθό.

>>> Διαβάστε επίσης: Οι στόχοι εργοδοτών και εργαζομένων για το 2020 <<<

Τι ισχύει σήμερα
Υπενθυμίζεται σε αυτό το σημείο πως, σήμερα ο κατώτατος μισθός στην Κύπρο καλύπτει συγκεκριμένα επαγγέλματα, βάσει του περί Κατώτατων Μισθών Διατάγματος του 2012, το οποίο προνοεί:

  • Κάθε πωλητής/πωλήτρια, γραφέας, νοσηλευτικός βοηθός, βοηθός παιδοκόμου, βοηθός βρεφοκόμου, σχολικός βοηθός και φροντιστής ο οποίος/ η οποία εργάζεται με πλήρη απασχόληση πρέπει να λαμβάνει αρχικό μηνιαίο μισθό ο οποίος να ανέρχεται τουλάχιστον στα €870 ακαθάριστα και μετά από 6μηνη συνεχή περίοδο απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη, ο μισθός αυτός να αυξάνεται τουλάχιστον στα €924 ακαθάριστα.
  • Κάθε φρουρός ασφαλείας πρέπει να λαμβάνει αρχικό ωριαίο μισθό τουλάχιστον €4,90 ακαθάριστα και μετά από 6μηνη περίοδο συνεχούς απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη, ο μισθός αυτός πρέπει να αυξάνεται στα €5,20 ακαθάριστα.
  • Κάθε καθαριστής/καθαρίστρια πρέπει να λαμβάνει αρχικό ωριαίο μισθό τουλάχιστον €4,55 ακαθάριστα και μετά από 6μηνη περίοδο συνεχούς απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη, ο μισθός αυτός πρέπει να αυξάνεται στα €4,84 ακαθάριστα.

Που πρέπει να κυμαίνεται ο κατώτατος μισθός
Υπενθυμίζεται, εξάλλου, πως βάσει στοιχείων που είχε επεξεργαστεί παλαιότερα η Brief, ο ακαθάριστος κατώτατος μισθός στην Κύπρο θα πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 1.169 ευρώ (60% των ακαθάριστων διορθωμένων μέσων απολαβών) με 1.333 ευρώ (60% των μέσων ακαθάριστων απολαβών).

Τα πιο πάνω ποσά βασίστηκαν στην πρόταση που είχε υποβάλει ο τέως Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φρανς Τίμερμανς, ο οποίος είχε καλέσει όλα τα Ευρωπαϊκά κράτη - μέλη να θεσπίσουν κατώτατο μισθό που θα ισοδυναμεί με το 60% του μέσου μισθού, προκειμένου να μειωθεί το αυξανόμενο εισοδηματικό κενό της Ένωσης.

>>> ΟΛΗ Η ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ BRIEF ΜΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ <<< 

Πλειάδα προτάσεων από κόμματα
Αξίζει, δε, να αναφερθεί πως η συζήτηση για καθιέρωση εθνικού κατώτατου μισθού έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια στην Κύπρο, με κόμματα να έχουν ήδη καταθέσει σχετικές προτάσεις νόμου, οι οποίες έχουν μεν συζητηθεί αρκετές φορές, ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν έχει ληφθεί καμία απόφαση.

Ειδικότερα, η Συμμαχία Πολιτών εισηγείται όπως ο γενικό κατώτατο μισθό ύψους €1.125, καθώς και την καθιέρωση ελάχιστης αμοιβής και για το ωρομίσθιο προσωπικό -υπεραγορές, φύλακες, delivery, κ.ά.- ύψους €6,81 ανά ώρα [€1125/165.12 (μέσος ορός για ώρες μήνα) = €6.81 την ώρα].

Το Κίνημα Οικολόγων-Συνεργασία Πολιτών με δική του πρόταση νόμου εισηγείται την τροποποίηση του βασικού νόμου –(περί Κατωτάτου Ορίου Μισθών Νόμου)-, ώστε το εθνικό κατώτατο όριο μισθού να καθορίζεται με κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο αντί με διάταγμα του/της Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Επίσης, το ΕΛΑΜ εισηγείται την τροποποίηση του «περί Κατώτατου Ορίου Μισθών Νόμου» ώστε να αντικατασταθεί η διακριτική ευχέρεια του Υπουργικού Συμβουλίου να εκδίδει Διατάγματα που αφορούν τον καθορισμό κατώτατων ορίων μισθών για εργασία στη Δημοκρατία με την υποχρέωση για έκδοση τέτοιου Διατάγματος, το οποίο να προβλέπει για τον καθορισμό ενός γενικού κατώτατου ορίου μισθού που να ισχύει, εξαιρουμένων ορισμένων περιπτώσεων που προβλέπονται ρητά, καθολικά και χωρίς διάκριση σε όλα τα επαγγέλματα.

Μάριος Αδάμου