Tιρκίδης: Οι επενδύσεις κρίνουν τις οικονομικές προοπτικές της ΕΕ

•    2022: Οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές αποτελούν μεγαλύτερη πρόκληση 
•    Είναι νωρίς να γίνεται λόγος για αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ παρά την έξαρση του πληθωρισμού
•    Τα καλά νέα είναι ότι τα εμβόλια μάς επέτρεψαν να ελαττώσουμε θεαματικά το οικονομικό κόστος

ΓΡΑΦΕΙ Η
ΧΡΥΣΩ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ

Ο Γιάννης Τιρκίδης, Διευθυντής Οικονομικών Ερευνών της Τράπεζας Κύπρου και Πρόεδρος της Εταιρείας Κυπριακών Οικονομικών Μελετών (ΕΚΟΜ), σε συνέντευξή του στη Brief παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα ανάλυση για το παγκόσμιο μακροοικονομικό περιβάλλον και την κατάσταση της οικονομίας της Κύπρου το 2021 και μιλά για τις προοπτικές της κατά το 2022.

Πώς θα σκιαγραφούσατε το παγκόσμιο μακροοικονομικό περιβάλλον σήμερα; 

Με λίγα λόγια, το μακροοικονομικό περιβάλλον σήμερα, είτε σε εθνικό επίπεδο είτε σε επίπεδο Ε.Ε., ή ακόμα και σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι πολύ πιο περίπλοκο απ’ ό,τι ενδεχομένως νομίζουμε, ενώ ταυτόχρονα επικρατεί μεγαλύτερη αβεβαιότητα.

Αλλά πρώτα, ας δούμε τα καλά νέα. Η οικονομική ανάκαμψη υπήρξε έντονη στον ανεπτυγμένο κόσμο, και αρκετά ομοιογενής ανάμεσα στα κράτη μέλη της Ε.Ε.

Η πορεία της οικονομικής ανάκαμψης αναμένεται να επιβραδυνθεί το 2022 και θα παραμείνει σε κάποιο βαθμό άνιση σε σχέση με πολλές αναδυόμενες οικονομίες.

Τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού και το διάχυτο αρνητικό αποτύπωμα, το οποίο έχει μειώσει τη δυνητική απόδοση, ενδέχεται να καθυστερήσουν την επιστροφή του ΑΕΠ στα επίπεδα της προ-πανδημίας εποχής σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες.

Η συνολική ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί εξαιτίας των επιπτώσεων της πανδημίας, των επίμονων διαταράξεων στην εφοδιαστική αλυσίδα, των υψηλότερων επιπέδων πληθωρισμού και της αυστηροποίησης των χρηματοοικονομικών συνθηκών, καθώς και εξαιτίας των περιορισμών στις δημόσιες δαπάνες σε πολλές χώρες, λαμβανομένων υπόψη των ήδη ψηλών επιπέδων χρέους και των υψηλότερων  επιτοκίων.

Η εφαρμογή εκτεταμένων δημοσιονομικών κινήτρων σε συνδυασμό με μια χαλαρή νομισματική πολιτική, στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, προκαλεί αβεβαιότητα σε σχέση με τον πληθωρισμό και τη νομισματική πολιτική.

Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα αναμένεται να προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων εντός του 2022. 

Η ΕΚΤ εμφανίστηκε πιο ήπια κατά την πρόσφατη σύνοδό της για θέματα πολιτικής, ωστόσο αν οι πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρώπη γίνουν μονιμότερες, σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουμε σήμερα, η ΕΚΤ θα πρέπει επίσης να αντιδράσει ανάλογα.

Ηπιότερη η ύφεση
Mπορείτε να μας δώσετε μια εικόνα για την Κύπρο;

Όσον αφορά την Κύπρο, η ανάπτυξη υπήρξε έντονη το 2021 ενώ προβλέπεται να είναι ευνοϊκή για το 2022 σε συνάρτηση με την οικονομική ανάκαμψη στην Ευρώπη γενικότερα.
Κοιτάζοντας πίσω, η ύφεση του 2020 υπήρξε ηπιότερη στην Κύπρο σε σύγκριση με άλλες χώρες της Ε.Ε., όχι μόνο εξαιτίας της εφαρμογής εκτεταμένων δημοσιονομικών μέτρων, αλλά και εξαιτίας της δομής της κυπριακής οικονομίας, όπου οι τομείς  που αποδείχτηκαν ανθεκτικότεροι στις επιπτώσεις της πανδημίας, αποτελούσαν μεγαλύτερο μερίδιο του ΑΕΠ σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες μέλη της  Ε.Ε. 


Αυτοί ήταν οι  τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας όπως οι επαγγελματικές υπηρεσίες, η πληροφορική, οι επικοινωνίες και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.  

Ήταν επίσης οι  τομείς που σχετίζονται με το δημόσιο, όχι μόνο τη δημόσια διοίκηση, για παράδειγμα, αλλά επίσης την εκπαίδευση, την υγεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες.  

Συνολικά αυτό το κομμάτι της πραγματικής οικονομίας το 2020 δεν είχε αρνητική συνεισφορά στο ΑΕΠ.

Η ανάκαμψη κατά το 2021 ήταν εκτεταμένη, κατευθυνόμενη κυρίως από τους τομείς που επηρεάστηκαν περισσότερο τον προηγούμενο χρόνο, ειδικά από τον τουρισμό, το εμπόριο, τις μεταφορές, τις κατασκευές και την οικοδομική δραστηριότητα.

Από πλευράς δαπανών, η ανάκαμψη βασίστηκε στην κατανάλωση και τις εξαγωγές, γεγονός που αντανακλά την εφαρμογή εκτεταμένων δημοσιονομικών μέτρων  και την ανάκαμψη του τουρισμού.

Η ανάπτυξη υπολογίζεται στο 5,3% για το 2021, γεγονός που επαναφέρει το ΑΕΠ στα επίπεδα του 2019 σε πραγματικούς όρους.

Η ανάπτυξη αναμένεται να μειωθεί στο 4% περίπου για το 2022 ανάλογα με την εξέλιξη της τουριστικής δραστηριότητας, δηλαδή εάν θα συνεχίσει να ανακάμπτει εν μέσω  της νέας μετάλλαξης του κορωνοϊού, Όμικρον.

Οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές αποτελούν μεγαλύτερη πρόκληση και θα εξαρτηθούν από την ποσότητα και την ποιότητα των επενδύσεων, κρατικών και ιδιωτικών, που απαιτούνται για την πράσινη μετάβαση και την ψηφιοποίηση.

Η πανδημία και οι επιπτώσεις της
Ποια είναι τα κύρια θέματα που θα μας απασχολήσουν τα επόμενα χρόνια;

Πρώτο, είναι η πανδημία του κορωνοϊού. Η πανδημική κρίση είχε μεγάλο αντίκτυπο σε επαγγελματικό, κοινωνικό, προσωπικό και, φυσικά, οικονομικό επίπεδο.

Τα καλά νέα είναι ότι τα εμβόλια έχουν ήδη κάνει τη διαφορά. Mας επέτρεψαν να επιστρέψουμε σε κάποια μορφή κανονικότητας, να μειώσουμε τις πιέσεις που ασκούνται στο σύστημα υγείας, να σώσουμε ζωές, να προσαρμόσουμε τον τρόπο ζωής και εργασίας μας, και να ελαττώσουμε θεαματικά το οικονομικό κόστος με κάθε νέο κύμα της πανδημίας. 

Ωστόσο εκεί όπου κατά κάποιο τρόπο δεν τα πήγαμε και πολύ καλά, πιθανότατα λόγω της έλλειψης πόρων, και αυτή τη στιγμή αναφέρομαι στον πλούσιο κόσμο, είναι η παγκόσμια διανομή των εμβολίων.

Ενώ τα ποσοστά εμβολιασμού στις ανεπτυγμένες χώρες είναι πολύ ψηλά, σε πολλές άλλες χώρες κυμαίνονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, κυρίως στην Αφρική, αλλά επίσης και στη Λατινική Αμερική καθώς και σε χώρες της Ασίας.

Αυτό σημαίνει ότι ο ιός επιβιώνει σε μεγάλες περιοχές του πλανήτη και συνεχίζει να μεταλλάσσεται και να μεταδίδεται.

Η Όμικρον και το μέλλον
Δυο χρόνια μετά την πρώτη έκρηξη της πανδημίας στην Κίνα, δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο τέλος

Ορισμένοι τομείς, περισσότερο εκτεθειμένοι στην πανδημία, όπως η αεροπορία, τα ταξίδια, η ψυχαγωγία και η φιλοξενία, θα παραμείνουν επομένως ευάλωτοι για μεγαλύτερο διάστημα.
Γνωρίζουμε ότι η Όμικρον είναι πιο μεταδοτική από την Δέλτα. Ως εκ τούτου, η  Όμικρον θα επικρατήσει και θα γίνει η κυρίαρχη παραλλαγή και πιθανώς και το μοναδικό στέλεχος. Εάν η Όμικρον είναι ηπιότερη μετάλλαξη από την Δέλτα, τότε θα μπορούμε να δούμε το τέλος μιας κατάστασης όπου όλοι, θα έχουμε ανοσία είτε από εμβολιασμό είτε από μόλυνση και η επιδημία τότε θα αρχίσει να υποχωρεί. Αυτό είναι ένα ευνοϊκό σενάριο, πιθανό μεν, για το οποίο δε μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ακόμα.

Η ανάπτυξη κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2021 μάς εξέπληξε με άλλους δύο τρόπους.
Πρώτον, υπήρξαν μεγαλύτερες επιπτώσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα  από ό,τι αναμενόταν, γεγονός που είχε άμεση σχέση με  προβλήματα σε παγκόσμιο επίπεδο.

Δεύτερον, ο συνδυασμός των επιπτώσεων στην εφοδιαστική αλυσίδα και η αύξηση της συνολικής ζήτησης σε συνάρτηση με την ανάκαμψη, είχε ως συνέπεια την αύξηση του πληθωρισμού.

Οι πληθωριστικές πιέσεις  κλιμακώθηκαν κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Ειδικότερα, κατά τους πρώτους πέντε μήνες μέχρι τον Νοέμβριο οι εναρμονισμένοι δείκτες πληθωρισμού κυμαίνονταν συνολικά στο 3,8% στην Ε.Ε., στο 4,2% στη Γερμανία και στο 6,8% στις ΗΠΑ.

Οι πληθωριστικές πιέσεις πηγάζουν από τις ψηλότερες τιμές ενέργειας και από τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες.

Τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες αφορούν την πανδημία και την ικανότητα προσαρμογής στη  πλευρά της ζήτησης.

Η εκτίμηση, που αποτελεί και την άποψη του ΟΟΣΑ επί του θέματος, είναι ότι ο πληθωρισμός πρόκειται να είναι προσωρινός και αναμένεται να κυμανθεί κάτω από το 2% κατά την περίοδο 2023 - 2024.

Η ΕΚΤ,  κατά τη σύνοδό της για θέματα πολιτικής τον Δεκέμβριο, αποφάσισε τη μείωση του συνόλου των ποσοτικών χαλαρώσεων κατά το 2022 και την ολοκλήρωση του Πανδημικού Προγράμματος Έκτακτων Αγορών το δεύτερο εξάμηνο του έτους, σύμφωνα με ό,τι αναμενόταν.

Παρά τις μειώσεις, η ΕΚΤ θα συνεχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στις  αγορές κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης, απορροφώντας μεγάλο μερίδιο του νέου δημόσιου χρέους και αποτρέποντας σημαντική αύξηση στο κόστος δανεισμού.

Είναι νωρίς να γίνεται λόγος για αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, παρόλο που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα στις ΗΠΑ έχει ανακοινώσει την πρόθεσή της για αύξηση των επιτοκίων της κατά το 2022.

Αν ωστόσο ο πληθωρισμός παρουσιάσει περαιτέρω κλιμάκωση και αποδειχτεί πιο μόνιμος από ό,τι υπολογίζουμε σήμερα, θα δημιουργήσει προβλήματα σε πολλά μέτωπα.
Η νομισματική πολιτική θα πρέπει να περιοριστεί δραστικότερα ώστε να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για αύξηση των επιτοκίων, προκαλώντας προβλήματα εξαιτίας του υψηλού βαθμού δανεισμού σε πολλές χώρες.

Χρύσω Αντωνιάδου