Τράπεζες: Η Τρ. Κύπρου ανοίγει τον δρόμο της διανομής μερίσματος

•  Η ΕΚΤ θα αποφασίσει εκτιμώντας την κεφαλαιακή της επάρκεια, την κερδοφορία και τη μείωση των ΜΕΔ
•  Τι προηγήθηκε των αποφάσεων για τη μερισματική πολιτική των συστημικών τραπεζών

ΓΡΑΦΕΙ Η 
ΧΡΥΣΩ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ

Η Τράπεζα Κύπρου ανοίγει τον δρόμο της διανομής μερίσματος από τις κυπριακές συστημικές τράπεζες προσδοκώντας να επιβραβεύσει τους μετόχους που τη στηρίζουν, και εξαγγέλλοντας την καταβολή μερίσματος από το 2023, πέραν των 10 χρόνων από την τελευταία φορά που διανεμήθηκε μέρισμα.

>>> Διαβάστε ακόμα: Τρ. Κύπρου: Επανεξελέγη Πρόεδρος του ΔΣ ο Τάκης Αράπογλου <<<

Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου Πανίκος Νικολάου, ευθέως και χωρίς περιστροφές, ανακοίνωσε την περασμένη Πέμπτη (19/5), κατά την παρουσίαση των τριμηνιαίων αποτελεσμάτων της, ότι εάν το επιτρέψουν οι συνθήκες και με την έγκριση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η Τράπεζα θα προχωρήσει σε διανομή μερίσματος από το 2023. 

>>> Διαβάστε εδώ αυτούσια τα τριμηνιαία αποτελέσματα <<<

Η ανακοίνωση δέχθηκε τα θετικά σχόλια των μετόχων αλλά και της ΕΤΥΚ η οποία με ανακοίνωση προς τα μέλη της αναφέρει πως «η επαναφορά στα κέρδη με προοπτική διανομής μερίσματος από το 2023, ιδιαίτερα μέσα από συνετή και ώριμη διαχείριση, χωρίς τυμπανοκρουσίες αυτοπροβολής αλλά και χωρίς τύμπανα “πολέμου” για το προσωπικό της Τράπεζας είναι άξια λόγου και σεβασμού».

Το Δ.Σ. της Τράπεζας φαίνεται ότι προσανατολίζεται σε μια τέτοια απόφαση εκτιμώντας την κεφαλαιακή της επάρκεια, την επαναφορά σε κερδοφορία και τη μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων, κριτήρια που καλύπτουν τις προϋποθέσεις για καταβολή μερίσματος.

Αίτημα στην ΕΚΤ

Το σχετικό αίτημα θα υποβληθεί την κατάλληλη στιγμή στην ΕΚΤ, η οποία θα αξιολογήσει τα κύρια στοιχεία του ισολογισμού της, τα ΜΕΔ, τα κεφάλαιά της και την υλοποίηση του επιχειρηματικού της μοντέλου.

Να σημειωθεί ότι, η ΕΚΤ, κατά τη χρηματοοικονομική κρίση, απαίτησε από τις εγχώριες τράπεζες να μην προχωρήσουν στη διανομή μερίσματος στους μετόχους τους, μέχρι να δημιουργήσουν επαρκή κεφάλαια και να επιστρέψουν σε κερδοφορία. 

Η τελευταία φορά που διανεμήθηκε μέρισμα από την Τράπεζα Κύπρου ήταν το 2011.

Ενημερωτικά αναφέρουμε ότι στις 27 Μαρτίου 2020 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εξέδωσε σύσταση με την οποία συνέστησε στα πιστωτικά ιδρύματα να απέχουν τουλάχιστον μέχρι την 1η Οκτωβρίου 2020 από την καταβολή μερισμάτων και από την επαναγορά (buy-back) μετοχών, που σκοπό έχουν την αποζημίωση των μετόχων. 

Στις 27 Ιουλίου 2020 η ΕΚΤ παράτεινε ως την 1η Ιανουαρίου 2021 τη διάρκεια ισχύος της σύστασης. 

Οι συστάσεις βασίστηκαν στην εκτίμηση της κρισιμότητας της ικανότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων να συνεχίσουν να εκπληρώνουν τον ρόλο τους στη χρηματοδότηση των νοικοκυριών, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των εταιρειών κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης του COVID-19. 

Έτσι, κρίθηκε αναγκαία η διατήρηση των κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων και κατ’ επέκταση της δυνατότητάς τους να στηρίξουν την οικονομία σε περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας λόγω της πανδημίας. 

Για τον σκοπό αυτό η διατήρηση κεφαλαιακών πόρων για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας και την απορρόφηση ζημιών θεωρήθηκε ότι έχει προτεραιότητα έναντι της διανομής μερισμάτων και της επαναγοράς μετοχών. 

Οι συστάσεις της ΕΚΤ

Αργότερα, στις 21 Σεπτεμβρίου 2021, η ΕΚΤ δεσμεύτηκε να  καταργήσει τη σύσταση και να επανέλθει στην αξιολόγηση τού σχεδιασμού των τραπεζών σε σχέση με το κεφάλαιο και τις διανομές με βάση την έκβαση τού συνήθους εποπτικού κύκλου.

Ωστόσο, στη συνέχεια η ΕΚΤ αποφάσισε να χαλαρώσει τα αυστηρά μέτρα μετά τις τελευταίες μακροοικονομικές προβλέψεις, οι οποίες επιβεβαιώνουν την οικονομική ανάκαμψη. 

Οι επόπτες εξέτασαν τις πρακτικές πιστωτικού κινδύνου που ακολούθησαν οι τράπεζες κατά τη διάρκεια της πανδημίας και έκριναν ότι τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα θα μπορούσαν να επανέλθουν στο προγενέστερο εποπτικό πλαίσιο, το οποίο επέτρεπε την καταβολή μερισμάτων ή την επαναγορά ιδίων μετοχών από τα πιστωτικά ιδρύματα, εφόσον το επιτρέπουν οι κεφαλαιακές τους αντοχές.

Ωστόσο, η ΕΤΚ προειδοποιεί ότι οι τράπεζες θα πρέπει να παραμείνουν συνετές όταν αποφασίζουν για μερίσματα και επαναγορά μετοχών, λαμβάνοντας υπόψη τη βιωσιμότητα τού επιχειρηματικού τους μοντέλου. Επίσης, δεν θα πρέπει να υποτιμούν τους κινδύνους ότι οι πρόσθετες απώλειες θα επηρεάσουν αργότερα την κεφαλαιακή τους κατάσταση. 

Χρύσω Αντωνιάδου