Τράπεζες: Υψηλότερο κόστος απ' ότι έσοδα - Πάνω από μέσο όρο ΕΕ

Ο δείκτης κόστους προς έσοδα των κυπριακών τραπεζών ακολούθησε ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια
  • Νέα αποκαλυπτικά στοιχεία στην έκθεση της EY Cyprus
  • Μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους και υψηλό λειτουργικό κόστος 
  • Πώς το κόστος προσωπικού τραβά τον δείκτη προς τα πάνω

ΓΡΑΦΕΙ Η ΧΡΥΣΩ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ

Ο δείκτης κόστους προς έσοδα των κυπριακών τραπεζών ακολούθησε ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια και παραμένει σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Κυμαίνεται πέραν του 70% κατά το τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2022. 

Η αύξηση αυτή αποδίδεται στη μείωση των λειτουργικών εσόδων του τραπεζικού κλάδου λόγω της μείωσης των καθαρών εσόδων από τόκους, ενώ το λειτουργικό κόστος παρέμεινε σχετικά υψηλό. Τα πιο πάνω καταγράφει η έκθεση της EY Κύπρου για το Μέλλον του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο, (the Future of Banking in Cyprus) που συντάχθηκε με τη στήριξη του Συνδέσμου Τραπεζών Κύπρου (ΣΤΚ).

«Ωστόσο», όπως επισημαίνεται στην έκθεση, «οι προοπτικές είναι θετικές, καθώς τα έσοδα από τόκους πρόκειται να ενισχυθούν από τις πρόσφατες αυξήσεις επιτοκίων, επομένως το κόστος προς έσοδα θα μειωθεί. Ωστόσο, η βελτιστοποίηση του κόστους εξακολουθεί να είναι απαραίτητη για τη διατήρηση υγιών οικονομικών επιδόσεων μακροπρόθεσμα».

Επίσης η έκθεση αναφέρει ότι «οι δείκτες κόστους προς έσοδα και προσωπικού των κυπριακών τραπεζών είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη, επομένως η άμεση μείωση των λειτουργικών δαπανών είναι ζωτικής σημασίας για να παραμείνουν κερδοφόρες».

Συνεχής αξιολόγηση

Όπως τονίζεται στην έκθεση «η βιώσιμη κερδοφορία απαιτεί συνεχή αξιολόγηση και βελτιστοποίηση της βάσης κόστους μιας τράπεζας. Στην ψηφιακή εποχή, οι τράπεζες πρέπει να εκμεταλλευτούν το μετασχηματιζόμενο τεχνολογικό τοπίο για να ψηφιοποιήσουν τις λειτουργίες, να εξορθολογίσουν τις λειτουργικές διαδικασίες, να μειώσουν την αναποτελεσματικότητα του κόστους, ενώ παράλληλα να προσφέρουν καλύτερη εμπειρία στους πελάτες»

Στην έκθεση επισημαίνεται πως «παρά τις προσπάθειες των κυπριακών τραπεζών να μειώσουν ιστορικά το λειτουργικό τους κόστος, το ανελαστικό κόστος προσωπικού συνεχίζει να εξαντλεί σημαντικό μέρος των λειτουργικών εσόδων, απορροφώντας περίπου 40% των λειτουργικών εσόδων το 2021 (36% το 2020). Αυτό φαίνεται από τον δείκτη κόστους προς ίδια κεφάλαια προσωπικού, ο οποίος για τις κυπριακές τράπεζες (11,5%) είναι ο δεύτερος υψηλότερος στην Ευρωζώνη (μέσος όρος 8,3%)».

Τονίζεται ακόμη ότι «σε ολόκληρη την Ευρώπη, η μείωση του αριθμού των τραπεζικών υπαλλήλων ήταν σημαντική τα τελευταία 15 χρόνια, ήτοι μια μείωση 21% και 13% από το 2007 και το 2014, αντίστοιχα. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός σε συνδυασμό με την πανδημία και την πίεση από τους μετόχους να διατηρήσουν τις αποδόσεις, ανάγκασαν τις τράπεζες να βελτιστοποιήσουν το κόστος».

Πλαίσιο αμοιβών

Ανάμεσα στις προτάσεις που παρουσιάζονται στην έκθεση αναφέρεται ότι «οι τράπεζες και η Ένωση θα πρέπει να συμφωνήσουν για τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου αμοιβών και επαγγελματικής εξέλιξης των εργαζομένων με την εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών του κλάδου».

Με ιδιαίτερη αναφορά στην Κύπρο αναφέρεται ότι «ενώ οι ευρωπαϊκές τράπεζες βάδισαν σε στρατηγικές βελτιστοποίησης του κόστους οργάνωσης από τις αρχές του 2010, η αντίδραση των κυπριακών τραπεζών έγινε πολύ αργότερα». Όπως τονίζεται στη συνέχεια «αυτό φαίνεται από την πολύ μικρή μείωση του αριθμού των τραπεζικών υπαλλήλων στην Κύπρο μεταξύ 2007-2014. Ουσιαστικά, οι κυπριακές τράπεζες μείωσαν τον αριθμό των τραπεζικών υπαλλήλων μόνο μετά το 2014, στον απόηχο της κυπριακής τραπεζικής κρίσης».

Τέλος, αναφέρεται πως «η πρόκληση για τις τράπεζες που στοχεύουν να μεταμορφώσουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο είναι να καταλήξουν σε μια αμοιβαία ικανοποιητική λύση με την Ένωση για τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου αμοιβών, αξιολόγησης απόδοσης και εξέλιξης της σταδιοδρομίας των εργαζομένων, εφαρμόζοντας βέλτιστες πρακτικές και παρέχοντας κίνητρα στους εργαζομένους και εν τέλει ενίσχυση της παραγωγικότητας».

Η έκθεση που ετοιμάστηκε, αναδεικνύει τη σημασία και τη συμβολή των κυπριακών τραπεζών στην ευρύτερη οικονομία και κοινωνία και προσδιορίζει τις τρέχουσες και επερχόμενες προκλήσεις και ευκαιρίες

Η έκθεση αναπτύχθηκε σε συνεννόηση και συνεργασία με τοπικούς τραπεζικούς εμπειρογνώμονες και ανώτερα διευθυντικά στελέχη του κλάδου, καθώς και με βάση πρωτογενή έρευνα του Συνδέσμου Τραπεζών Κύπρου για συγκεκριμένα οικονομικά στοιχεία των κυπριακών τραπεζών. Η έκθεση υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει ο τραπεζικός τομέας στην οικονομία ως καταλύτης για την ανάπτυξη.