Τράπεζες:«Το υφιστάμενο επιχειρηματικό μοντέλο δεν είναι βιώσιμο»

  • Ο γνωστός οικονομολόγος Ιωάννης Τελώνης μιλά για τις προκλήσεις του 2022 για την οικονομία, τις επιχειρήσεις και τις τράπεζες
  • Να δώσουμε στους νέους μας την αίσθηση της προοπτικής και ενός καλύτερου μέλλοντος.  
  • Να κρατηθεί η σχέση τραπεζών με τους πελάτες τους.

Γράφει Χρύσω Αντωνιάδου

Ο γνωστός οικονομολόγος και οικονομικός αναλυτής Ιωάννης Τελώνης σε συνέντευξή του στη Brief μιλά για τις προκλήσεις της νέας χρονιάς, μεσούσης της νέας μετάλλαξης του COVID - 19, για τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις και καλεί τις πολιτικές δυνάμεις να βρουν την κοινή συνισταμένη για να στηρίξουν  το μέλλον της χώρας.        

Το 2021 υπήρξε μια καθοριστική χρονιά για την πανδημία του κορωνοϊού και για την επανεκκίνηση της κυπριακής οικονομίας. Δεδομένης της υγειονομικής κρίσης που διανύουμε και τις επιπτώσεις της σε διάφορους κλάδους, πώς θα εκτιμούσατε τη χρονιά;

Ξεκινήσαμε τη χρονιά με τους χειρότερους οιωνούς. Με μια πανδημία να εξακολουθεί να ανατρέπει την καθημερινότητα σε υπερθετικό βαθμό για δεύτερη χρονιά, με τις κυβερνήσεις να αναγκάζονται να αναστείλουν την οικονομική δραστηριότητα αντί να την ενθαρρύνουν, με την αναμενόμενη επανεκκίνηση να μην γίνεται αισθητή στην ψυχολογία του κόσμου. Αυτά είναι τα αρνητικά στοιχεία. 

Στα θετικά λογίζεται η πρωτοφανής και αποτελεσματική κυβερνητική δράση στις πλείστες χώρες, ώστε να κρατηθεί στη ζωή ο οικονομικός ιστός. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο είχαμε τον καταρτισμό και την έγκριση του τεράστιου σε μέγεθος προγράμματος ανασυγκρότησης που περιλαμβάνει, για πρώτη φορά, την έκδοση ευρωπαϊκού χρέους. Και τέλος είχαμε την πρωτοφανή επιτάχυνση δομικών αλλαγών στην οικονομία οι οποίες επηρεάζουν δραστικά και θα διαμορφώσουν μια νέα δομή στην αγορά αγγίζοντας πολλούς παραδοσιακούς κλάδους, όπως το λιανικό εμπόριο, τον ταξιδιωτικό τομέα και τον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών.

Δεν θα έχουμε επανάληψη του 2020

Το 2022 είναι επίσης μια χρονιά ορόσημο καθώς θα διαφανεί εάν τα εμβόλια είναι επιτυχή και κατά πόσον δημιουργούν θετικές παρενέργειες στην υγειονομική κρίση. Ωστόσο, οι αναλυτές δεν μπορούν να αγνοήσουν στις εκτιμήσεις τους τον παράγοντα COVID – 19 από τη μια και την επισιτιστική κρίση από την άλλη σε συνάρτηση με γεωστρατηγικές εξελίξεις και την κλιματική αλλαγή.

Πώς θα σκιαγραφούσατε τη νέα χρονιά που μας έρχεται;

Η νέα χρονιά ξεκινά με μια αίσθηση επανάληψης του παρελθόντος με την επέλαση της παραλλαγής Όμικρον. Ωστόσο, έχω την ελπίδα ότι δεν θα έχουμε επανάληψη του τι περάσαμε στις αρχές του 2020 με εγκλεισμούς και αναστολές εργασίας. Το βασίζω αυτό σε τρεις παράγοντες: Ο πρώτος είναι η εμβολιαστική κάλυψη, o δεύτερος είναι ότι οι οικονομίες έχουν προσαρμοστεί ως έναν βαθμό και έχουν δημιουργήσει δομές και πρακτικές για αντιμετώπιση της έκρυθμης κατάστασης (ηλεκτρονικές αγορές, τηλεργασία, αυτοματοποίηση υπηρεσιών κ.λπ.) και ο τρίτος είναι η υλοποίηση του προγράμματος επανεκκίνησης που αν υλοποιηθεί, όπως έχει σχεδιαστεί, θα φέρει σημαντικές αλλαγές.             

Ποιες θεωρείτε τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο σε συνάρτηση με την πανδημία;

Για τον χρηματοοικονομικό κλάδο οι προκλήσεις, κατά την άποψή μου, είναι τρεις: Η πρώτη και κυριότερη είναι η περαιτέρω μείωση των ΜΕΔ με τελικό στόχο τα χαμηλά μονοψήφια νούμερα. Αυτό δεν θα είναι εύκολο εγχείρημα αφού  επιπρόσθετα θα αναμένεται αυξημένη πίεση από υφιστάμενες οριακές χορηγήσεις καθώς οι επιπτώσεις της πανδημίας  αρχίζουν να διαφαίνονται στην ολότητά τους.

Ο δεύτερος στόχος αφορά τη δραστική μείωση κόστους αφού, όπως διαφαίνεται από τις παγκόσμιες τάσεις, το υφιστάμενο επιχειρηματικό μοντέλο δεν είναι βιώσιμο μακροπρόθεσμα. Η προσπάθεια για μείωση του κόστους  επικεντρώνεται σε δυο τομείς: Την ψηφιοποίηση και την αυτοματοποίηση των υπηρεσιών τους και τη μείωση προσωπικού και καταστημάτων αφού η Κύπρος εξακολουθεί να έχει υπερπληθυσμό σε τραπεζικά καταστήματα. 

Η τρίτη πρόκληση που,  για την ώρα, φαίνεται να μην γίνεται και τόσο αντιληπτή από τις τράπεζες είναι το πώς θα πετύχουν τους πρώτους δυο στόχους, διατηρώντας την ιδιαίτερη σχέση με τους πελάτες τους είτε σε προσωπικό είτε σε επαγγελματικό επίπεδο. Και εξηγούμαι. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος της αυτοματοποίησης υπηρεσιών είναι η απώλεια της ιδιαίτερης σχέσης και γνώσης τού κάθε πελάτη και η υποκατάστασής της με ένα τυποποιημένο αρχείο επικαιροποίησης στοιχείων, μετατρέποντας έτσι την τράπεζα στην αντίληψη του πελάτη σε ένα απρόσωπο οργανισμό.

Σε συνδυασμό με την αναγκαία μείωση καταστημάτων ο κίνδυνος αυτός θα γίνεται προοδευτικά  μεγαλύτερος. 

Ως συνέπειας μιας τέτοιας εξέλιξης θα είναι να προσλαμβάνονται πλέον οι τράπεζες, ειδικά από τους πελάτες λιανικής τραπεζικής, ως παροχείς υπηρεσιών που ανταγωνίζονται στη βάση του χαμηλότερου δυνατού κόστους και όχι της υψηλότερης τιμολόγησης με παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας. Κάτι τέτοιο θα τις φέρει σε ανταγωνισμό με παροχείς με σημαντικά χαμηλότερα κόστη παροχής συγκεκριμένων υπηρεσιών με ό,τι αυτό συνεπάγεται - απώλεια μεριδίου αγοράς, χαμηλότερη πελατειακή βάση και χαμηλότερη κερδοφορία. 

Δομικές μεταβολές στην οικονομία

Οι επιχειρήσεις παραμένουν προσκολλημένες σε παλιά μοντέλα, παρόλο που τα γεγονότα τρέχουν και επιβάλλουν αλλαγή στρατηγικής και μοντέλων. Ως ένας άνθρωπος που πέρασε από διάφορες θέσεις στον χρηματοοικονομικό τομέα και στέλεχος επιχειρήσεων, καθώς και από την ιδιότητά σας ως οικονομικός αναλυτής, ποια είναι εκείνα τα συστατικά που θα διασφαλίσουν την επιβίωση των κυπριακών επιχειρήσεων σε μια νέα εποχή;

Διάγουμε πραγματικά μια εποχή δομικών μεταβολών  στην οικονομία και στην κοινωνία – ζούμε την 4η βιομηχανική επανάσταση. Η πρώτη βιομηχανική επανάσταση που άρχισε στα τέλη του 18ου αιώνα μάς έφερε τη βιομηχανοποίηση (μέσω της ατμομηχανής) και την τυποποιημένη παραγωγή. Η δεύτερη βιομηχανική επανάσταση τον 19ο  προς τον 20ο  αιώνα  μάς έφερε νέα τεχνολογία, νέες πηγές ενέργειας (ηλεκτρισμός, ορυκτά), τη μηχανή εσωτερικής καύσης. 

Η τρίτη βιομηχανική επανάσταση στα μέσα του 20ου αιώνα μάς έφερε την ψηφιακή μεταμόρφωση μέσω των ηλεκτρονικών υπολογιστών και του διαδικτύου. Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση μάς φέρνει το διαδίκτυο των πραγμάτων, τους κβαντικούς υπολογιστές και την τεχνητή νοημοσύνη. 

Οι νέες αυτές εξελίξεις θα μεταμορφώσουν τον τρόπο που ζούμε, δουλεύουμε και διασκεδάζουμε. Επομένως, θα επηρεάσουν δραστικά τον τρόπο που οι κυπριακές επιχειρήσεις οργανώνονται και δρουν. Τα συστατικά στοιχεία έχουν πρώτιστα να κάνουν με απόκτηση δεξιοτήτων στον χειρισμό της νέας τεχνολογίας, στην ευελιξία, στην οργάνωση και διοίκηση, στην ευρηματικότητα, το όραμα και το πάθος και τέλος στη σκληρή δουλειά.          

Οι δεξιότητες του 21ου αιώνα

Είναι κοινή διαπίστωση ότι οι ρυθμοί ανεργίας καταγράφουν αυξητική τάση. Από την άλλη η Κύπρος διαθέτει εργατικό δυναμικό υψηλής ποιότητας, ένα μεγάλο ποσοστό αποφοίτων πανεπιστημίων ακόμη και με διδακτορικό, το οποίο όμως είτε υποαμείβεται, είτε εργάζεται στο εξωτερικό, είτε αναγκάζεται να εργαστεί σε χαμηλής βαθμίδας θέσεις ή ακόμη και να λαμβάνει το ΕΕ. Πώς βλέπετε να αντιμετωπίζονται όλα αυτά τα προβλήματα; Τι εισηγείστε;

Όπως ανάφερα προηγουμένως, το μέλλον ανήκει στις κοινωνίες που έχουν προετοιμαστεί για να αξιοποιήσουν την τεχνολογική εξέλιξη. Στην ερώτησή σας υπάρχει μια υπόθεση που θεωρούμε ως δεδομένη – το υψηλής στάθμης εργατικό δυναμικό με τους πολλούς απόφοιτους πανεπιστημίου που διαθέτουμε. Είναι αλήθεια ότι έχουμε διαπρεπείς επιστήμονες σε ποσοστό πολύ ψηλότερο από την αναλογία πληθυσμού μας – αυτό που θα ονόμαζα την επιστημονική μας ελίτ. Το διακύβευμα που καλούμαστε να απαντήσουμε είναι το πώς θα εξοπλίσουμε τη μάζα των αποφοίτων με τις δεξιότητες που απαιτεί ο 21ος αιώνας.

Και εδώ δεν είμαι σίγουρος ότι κερδίσαμε το στοίχημα. Για να το πετύχουμε αυτό θα πρέπει να ενισχύσουμε και να μεταρρυθμίσουμε την παιδεία μας στην οποία επενδύουμε ήδη σεβαστά ποσά. Θα πρέπει να δώσουμε στους νέους ευκαιρίες τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα – δεν νοείται, για παράδειγμα, να συνεχίσουμε με το υφιστάμενο σύστημα προαγωγής και ανέλιξης στον δημόσιο τομέα. Πρέπει να καταστήσουμε τον ιδιωτικό τομέα ελκυστικό για τους νέους. Και πάνω από όλα να τους δώσουμε πίσω την αίσθηση της προοπτικής και ενός καλύτερου μέλλοντος.             

Ποιο μήνυμα θα θέλατε να δώσετε με τη νέα χρονιά;

Το μήνυμα μου είναι αισιόδοξο. Έχουμε μπροστά μας τρεις μεγάλες προκλήσεις - τη διαχείριση της πανδημίας, την ανασυγκρότηση και την επανεκκίνηση της οικονομίας - οι οποίες είναι ως ένα βαθμό αλληλένδετες -  και την επιτυχή εφαρμογή του προγράμματος ανασυγκρότησης. Αν υλοποιήσουμε πιστά το πρόγραμμα αυτό, θα δημιουργήσουμε μια Κύπρο έτοιμη για τον 21ο  αιώνα. Η ελπίδα και η έκκλησή  μου είναι προς  τις πολιτικές δυνάμεις να βρουν την κοινή συνισταμένη για να στηρίξουν  το μέλλον της χώρας.        

Χρύσω Αντωνιάδου