ΑΠΟΨΗ: Μπορεί η οικονομία να επιβιώσει με τα σημερινά δεδομένα; 

Αυτή η «μάχη» με όλα τα όπλα οικονομικής ισχύος που διαθέτει τόσο η χώρα μας όσο και η ΕΕ θα αποδειχτεί σε μερικούς μήνες εάν θα κερδηθεί ή όχι

ΓΡΑΦΕΙ Ο
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΣΤΟΥΡΗΣ


Είναι από τις ερωτήσεις που επικρατούν σε συζητήσεις που ο κόσμος έχει αυτόν τον καιρό, όταν ξεφεύγει από τα αμιγώς θέματα υγείας και δη της εξάπλωσης του κορωνοϊού και των επιπτώσεών του. Θα μπορέσει η οικονομία να επιβιώσει από το σκηνικό που έχει δημιουργηθεί; Είναι χειρότερα τα δεδομένα σε σύγκριση με το 2013; Από που μπορούν να εξευρεθούν πόροι στήριξης της κυπριακής οικονομίας; Αυτά και άλλα πολλά συναφή ερωτήματα κυριαρχούν στις απόπειρες προσέγγισης των δυνητικών επιπτώσεων στην οικονομία από την πανδημία. 

Ορισμένα βασικά δεδομένα και παράμετροι μπορούν να δώσουν έστω κάποιες προκαταρκτικές απαντήσεις στα πιο πάνω ερωτήματα. 

>>> Ροή Ειδήσεων Brief – Επιλεγμένο περιεχόμενο <<<

Τα πρώτα δεδομένα που θα πρέπει να μπουν στην εξίσωση είναι τα αρνητικά, τα διαχρονικά διαρθρωτικά προβλήματα της κυπριακής οικονομίας, η οποία δυστυχώς προτού προλάβει να λύσει τα προβλήματα από την προηγούμενη οικονομική κρίση, βρίσκεται ενώπιον νέων, μεγάλων και σύνθετων προκλήσεων. 

Το υψηλό ιδιωτικό χρέος σε συνάρτηση με το υψηλό επίπεδο Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων, αποτελούν συνδυαστικά το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας το οποίο δεδομένα επιτείνεται με τη σημερινή συγκυρία. Την ίδια ώρα το κράτος έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό να εφαρμόσει καλή δημοσιονομική πολιτική τα τελευταία χρόνια, έχοντας βάλει σε πορεία αποκλιμάκωσης το δημόσιο χρέος ως απόρροια των συνεχών προϋπολογισμών με πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία αλληλεπίδρασαν θετικά με την πορεία περιορισμού της ανεργίας και του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ. Παρόλα αυτά και το χρέος και η ανεργία βρίσκονται ακόμη σε μη ανεκτά επίπεδα. Η σημερινή συγκυρία οδηγεί σε αύξηση της ανεργίας, επιβάρυνση των δημοσίων οικονομικών και αύξηση του χρέους καθότι και επιπλέον χρήματα θα χρειαστούν και η λογικά επερχόμενη ύφεση για το 2020 θα αυξήσει ποσοστιαία το ύψος του χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ. Τα μέτρα που λαμβάνονται από την κυβέρνηση αντιστοιχούν σε περίπου 25% του κρατικού προϋπολογισμού, τα οποία ωστόσο δεν θα επιβαρύνουν σε μια χρονιά το κρατικό ισοζύγιο. 

Ταυτόχρονα, ο τραπεζικός τομέας αρκούντως κεφαλαιοποιημένος και με μεγάλη διαθέσιμη ρευστότητα, μπορεί να προχωρήσει σε ισχυρές ενέσεις ρευστότητας έχοντας ως εχέγγυο τις εποπτικές απαιτήσεις οι οποίες χαλάρωσαν -λόγω ακριβώς της κρίσης του κορωνοϊού- δίνοντας αέρα για πιστωτική επέκταση. Το αρνητικό δεδομένο άπτεται της μη υπολογισθείσας ζημιάς που θα προκαλέσει η πανδημία τόσο στην Κύπρο όσο και διεθνώς και κατ’ επέκταση της δυνατότητας αποπληρωμής που θα έχουν στο εγγύς μέλλον επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Όλα αυτά σε μια αγορά με ιδιαίτερα υψηλό δείκτη ΜΕΔ, ο οποίος παραμένει ο δεύτερος υψηλότερος στην ΕΕ. 

Τα κύρια συμπεράσματα που συνάγονται από τα πιο πάνω δεδομένα είναι:

  • Το κράτος θα εισέλθει σε ύφεση, ενώ ταυτόχρονα βασικοί δείκτες όπως το έλλειμμα, το δημόσιο χρέος και η ανεργία θα επιδεινωθούν. 
  • Η ύφεση θα είναι απόρροια της ισχυρής απώλειας εσόδων από τον τουρισμό, του ακρωτηριασμού συνδεδεμένων κλάδων (από την εστίαση μέχρι την ενοικίαση αυτοκινήτων και από το χονδρικό εμπόριο μέχρι τις επιχειρήσεις διασκέδασης), αλλά και της σημαντικής επιδείνωσης των εισοδημάτων εργαζομένων και ελεύθερων επαγγελματιών. 
  • Σημαντικές αγορές όπως η εξασφάλιση αυτοκινήτου ή και κατοικίας αποτελούν κινήσεις που σίγουρα για μερικούς μήνες θα παγώσουν, με αρνητικό αντίκτυπο στους αντίστοιχους τομείς της οικονομίας. 
  • Μέχρι το τεράστιο κύμα των επιπτώσεων του κορωνοϊού να ξεφουσκώσει δίνοντας την ανάσα στην κοινωνία και την οικονομία να επανέλθει στην κανονικότητα της προ πανδημίας περιόδου, θα πρέπει ο κάθε ένας, η κάθε επιχείρηση και η κάθε κρατική υπηρεσία να αντέξουν με νύχια και με δόντια να διατηρηθούν σε οικονομική δράση και λειτουργία κατά τον μέγιστο δυνατό βαθμό. 

Στο τελευταίο σημείο βρίσκεται και η απάντηση στο ερώτημα που τίθεται στον τίτλο του σημερινού μου άρθρου. Προφανώς, η απάντηση είναι δύσκολη ακόμη και για οικονομολόγους σε ακαδημαϊκά ιδρύματα ή μεγάλους οργανισμούς. Αυτό που με βεβαιότητα μπορώ, ωστόσο, να πω είναι η προσέγγιση που διακρίνω τόσο στην ΕΕ όσο και στην Κύπρο -η, οποία ομολογουμένως έδειξε πολύ γρήγορα αντανακλαστικά- που αφορά σε μια μάχη με όλα τα πολεμοφόδια που υπάρχουν διαθέσιμα. 

>>> Όλες οι απόψεις που φιλοξενεί η Brief <<<

Αυτή η «μάχη» με όλα τα όπλα οικονομικής ισχύος που διαθέτει τόσο η χώρα μας όσο και η ΕΕ θα αποδειχτεί σε μερικούς μήνες εάν θα κερδηθεί ή όχι. Στο αρνητικό σενάριό της αποτυχίας θα βρεθούμε ενώπιον ακόμη και απελπιστικών καταστάσεων, αφού τα οικονομικά μέσα δεν θα υπάρχουν πλέον για νέες ιδέες, νέες μάχες και νέες προσεγγίσεις. Επομένως, η σημερινή μάχη, επιβάλλεται να κερδηθεί και για να γίνει αυτό χρειάζεται και υπομονή και συλλογικότητα και αγώνας από όλους μας. Είμαι πάντως αισιόδοξος ότι το προσωρινό της πανδημίας, όπως οι επιστήμονες τονίζουν ότι ισχύει και όπως η περίπτωση της Κίνας μας απέδειξε, θα ωθήσει σύντομα σε αγώνα δρόμου επιστροφής στην κανονικότητα. Μέχρι τότε θα πρέπει να διαφυλαχθούν οι περισσότερες δυνατές θέσεις εργασίας και μισθοί όσο πιο κοντά στα προ πανδημίας δεδομένα. 

Ανδρέας Κωστουρής