ΑΠΟΨΗ: Παρέμβαση Κρις για τις πολιτογραφήσεις

Ερευνητική Επιτροπή για τις Πολιτογραφήσεις: Επισφαλής νομικά η συμμετοχή του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή

ΓΡΑΦΕΙ Ο 
ΧΡΙΣΤΟΣ Μ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ* 

Μία από τις «μαγείες» της Νομικής επιστήμης είναι ότι δεν έχει καθορισμένα όρια. Υπάρχουν καθιερωμένες, διαχρονικά, νομικές αρχές πάνω στις οποίες βασίζεται η απονομή της Δικαιοσύνης όμως το Νομικό Δίκαιο εξελίσσεται συνεχώς με βάση αυτές τις  αρχές ανοίγοντας «νέους ορίζοντες» εφαρμογής του.

Μία τέτοια περίπτωση εφαρμογής του Δικαίου με τρόπο πρωτόγνωρο αλλά βασισμένο πάνω σε καθιερωμένες νομικές αρχές είναι το αντικείμενο του παρόντος άρθρου και συγκεκριμένα η νομιμότητα της συμμετοχής του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή στην Διερευνητική Επιτροπή σχετικά με τις Πολιτογραφήσεις. 

Θέτοντας εξ’ υπαρχής τη βάση της ανωτέρω θέσης είναι η γνώμη μου ότι το νομικό πρόβλημα σχετίζεται με τη πρόταση διορισμού προς το Βοηθό Γενικό Ελεγκτή  από τον Γενικό Εισαγγελέα και την κατ΄ακολουθία αποδοχή, με βάση τα συγκεκριμένα δεδομένα, της εν λόγω  πρότασης  διορισμού από πλευράς του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή. 

Αποτελεί αδιαμφισβήτητο δεδομένο ότι ο Γενικός Ελεγκτής, συνεπικουρούμενος από τον Βοηθό Γενικό  Ελεγκτή όπως προνοεί το άρθρο 117 του Συντάγματος, έχει εξουσία ελέγχου των οικονομικών δοσοληψιών του Κράτους. Η παροχή της Κυπριακής υπηκοότητας συνδέεται με οικονομικές δοσοληψίες του Κράτους. Η Ερευνητική Επιτροπή έχει αρμοδιότητα να ελέγξει,  για μια πολύ μεγάλη χρονική περίοδο (2008-2020), την απόδοση της Κυπριακής υπηκοότητας και κατ’ επέκταση και τις σχετικές μ’ αυτή οικονομικές δοσοληψίες. Αδιαμφισβήτητα ο Βοηθός Γενικός Ελεγκτής δεν μπορεί να ασκήσει  τα καθήκοντα και τις εξουσίες του με βάση το άρθρο 117 του Συντάγματος για θέματα που καλείται να ερευνήσει ως μέλος της Ερευνητικής Επιτροπής. Θα έχει ήδη εμπλακεί , ως μέλος της Ερευνητικής Επιτροπής, με την έρευνα που θα ασκούσε ως Βοηθός Γενικός Ελεγκτής.

Το κρίσιμο ζήτημα είναι ότι,  το κώλυμα που αναφέρεται ανωτέρω, προκαλείται με απόφαση του ίδιου του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή, αποδεχόμενος τον διορισμό, και δεν προκαλείται από δεδομένο εκτός του δικού του ελέγχου π.χ. η τυχόν ιδιαίτερη σχέση του με κάποιο πρόσωπο που έχει αποκτήσει τη Κυπριακή υπηκοότητα. Εγείρεται λοιπόν το καθοριστικό ερώτημα: Δικαιούται ο Βοηθός Γενικός Ελεγκτής, ένας με βάση το Σύνταγμα, ανεξάρτητος Κρατικός Αξιωματούχος, με δική του απόφαση να δημιουργεί κώλυμα για τον εαυτό του να ασκήσει τα καθήκοντα και τις εξουσίες που του προσδίδει το Σύνταγμα; Κατά τη γνώμη μου δεν έχει, νομικά, αυτό το δικαίωμα.

Εις την υπόθεση Χριστόδουλος Α. Γιάλλουρος -ν- Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας ελεγχθεί ότι «…ο Βοηθός Γενικός Ελεγκτής είναι ανεξάρτητος Αξιωματούχος της Δημοκρατίας. Διορίζεται από τον Αρχηγό της Πολιτείας…».

Εις την υπόθεση Ανδρέας Καραγιώργης -ν- Κυπριακή Δημοκρατία ελεγχθεί ότι «…ο Γενικός Εισαγγελέας είναι ανεξάρτητος αξιωματούχος … βοηθούμενος από το Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα είναι ο νομικός σύμβουλος της Δημοκρατίας» (άρθρο 113 του Συντάγματος) … « Έχει όχι μόνο δικαίωμα αλλά και καθήκον να προσφέρει  τη νομική του συμβουλή…».

Εις την υπόθεση Χαρίλαος Χαραλαμπίδης -ν- Κυπριακή Δημοκρατία ελέχθει ότι στη περίπτωση Δικαστού – και αυτός κατά το Σύνταγμα και το Νόμο ανεξάρτητος αξιωματούχος - η αποποίηση του καθήκοντος εκδίκασης συγκεκριμένης υπόθεσης που του ανατίθεται είναι δυνατή μόνο για νόμιμο λόγο η αιτία έξω από τη δική του βούληση. Δεν δικαιούται δηλαδή από μόνος του ο Δικαστής να αποφασίσει ότι δεν θα εκδικάσει μίαν υπόθεση που του ανατίθεται χωρίς νόμιμη αιτία. Και το πιο σημαντικό. Την αιτία δεν δικαιούται να τη δημιουργήσει ο ίδιος με τη δική του ενέργεια. Εις την προκειμένη περίπτωση του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή ο τελευταίος, με τη δική του απόφαση, εκείνη της αποδοχής του διορισμού, προκάλεσε την αιτία αδυναμίας άσκησης των Συνταγματικών εξουσιών και καθηκόντων του. 

Κατά τη γνώμη μου, ως ανεξάρτητος αξιωματούχος, ο Βοηθός Γενικός Ελεγκτής όχι μόνο έχει το δικαίωμα με βάση τις εξουσίες που του παρέχει το Σύνταγμα αλλά και το καθήκον να ασκεί αυτές τις εξουσίες όπως ισχύει και για το Γενικό και Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα. Καθήκον το οποίο, αποδεχόμενος τον διορισμό, δεν δύναται να επιτελέσει. Με βάση δε τη σχετική Συνταγματική γι’ αυτόν πρόνοια, οφείλει να ασκεί τα καθήκοντα που του ανατίθενται από τον Γενικό Ελεγκτή. Εκ των πραγμάτων, με την απόφαση αποδοχής του διορισμού, εμποδίζει και  τον Γενικό Ελεγκτή να ασκήσει και δικές του Συνταγματικές εξουσίες δηλαδή να αναθέσει εις τον Βοηθό Γενικό Ελεγκτή εργασία σχετικά με την έρευνα αναφορικά  με τις οικονομικές δοσοληψίες που σχετίζονται με την απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας και μάλιστα για το πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα των δώδεκα χρόνων – 2008 έως 2020-.

Τα ανωτέρω, κατά τη γνώμη μου, στοιχειοθετούν την ύπαρξη προβλήματος αναφορικά με τη συμμετοχή του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή εις την Ερευνητική Επιτροπή για τις πολιτογραφήσεις ως αποτέλεσμα της απόφασης του ιδίου να αποδεχθεί τον διορισμό που του πρότεινε ο Γενικός Εισαγγελέας. Το έργο της Επιτροπής όμως είναι σημαντικό. Το αντικείμενο της εργασίας της ήδη προκάλεσε μεγάλη αναταραχή τόσο εντός όσο και εκτός Κύπρου. Το τελευταίο που χρειάζεται είναι η αμφισβήτηση, νομικά, των οποίων διαπιστώσεων της οι οποίες ενδεχομένως θα αποτελέσουν τη βάση για περαιτέρω ενέργειες  διοικητικής μορφής π.χ. ανάκληση της δοθείσης υπηκοότητας. Ένα τέτοιο νομικό πρόβλημα ενδεχομένως θα καταστήσει επισφαλή την οποία μελλοντική διοικητική απόφαση.

Σ’ αυτό το στάδιο υπάρχει λύση για να μπορέσει η Επιτροπή να προχωρήσει με το έργο της χωρίς νομικά εμπόδια και κινδύνους; Κατά τη γνώμη μου ο Γενικός Εισαγγελέας δεν δύναται να ζητήσει την εξαίρεση του Boηθού Γενικού Ελεγκτή  με βάση το άρθρο 2(3)(β) των Περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμου, ΚΕΦ. 44 διότι το ανωτέρω συνταγματικής μορφής κώλυμα δεν εμπίπτει μέσα στις περιπτώσεις που ο Γενικός Εισαγγελέας μπορεί να ζητήσει την εξαίρεση του. Η μοναδική διέξοδος που υπάρχει  εναπόκειται σε  απόφαση του ιδίου του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή. Αυτός δύναται  είτε να δώσει παραίτηση από τη θέση που κατέχει ως ανεξάρτητος Κρατικός Αξιωματούχος εκείνη δηλαδή του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή – σε μία τέτοια περίπτωση ενδεχομένως θα πρέπει η όλη διαδικασία διορισμού της Ερευνητικής Επιτροπής να αρχίσει εξ’ υπαρχής – ή από τη θέση του μέλους της Ερευνητικής Επιτροπής. Το τελευταίο είναι και το νομικά απλούστερο αφού η Επιτροπή μπορεί με βάση το Νόμο – άρθρο 2(1)(α) του ΚΕΦ.44 - να είναι  τριμελής. 

Τελειώνω το άρθρο αυτό όπως το άρχισα επισημαίνοντας ότι αυτό διαπραγματεύεται ένα «νομικό δρόμο» που για πρώτη φορά τον «περπατά» η Νομική επιστήμη. Το αν δηλαδή  νομιμοποιείται ανεξάρτητος, με βάση το Σύνταγμα, Κρατικός Αξιωματούχος, να προκαλέσει με δική του απόφαση κώλυμα για τον εαυτό του άσκησης των Συνταγματικών εξουσιών και καθηκόντων του. Βασίζεται πάνω σε καθιερωμένες νομικές αρχές του Δικαίου, και εδώ οφείλω να ευχαριστήσω τον δικηγόρο του γραφείου μου Απόλλωνα Ηροδότου για την επίμονη  και ενδελεχή έρευνα του, και καλώ τους  άμεσα εμπλεκόμενους να μελετήσουν το θέμα, να κάνουν τις σκέψεις τους και να προβούν εις τις όποιες ενδεδειγμένες  ενέργειες κρίνουν οι ίδιοι αναγκαίες ούτως   ώστε να αποφευχθούν ενδεχόμενες μελλοντικές νομικές επιπλοκές.

*Δικηγόρος