ΑΠΟΨΗ: «Περπατώ περπατώ μες το δάσος… όταν ο λύκος είναι εδώ»

Προς  διαχρονικά προβληματισμένους, ενενηκοστής πέμπτης επιστολής, το ανάγνωσμα… 

ΓΡΑΦΕΙ Η
ΕΛΕΝΑ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ*

Φόρεσε λοιπόν με απαράμιλλη κοκεταρία το κόκκινο της σκουφάκι.  Κοιτάχτηκε προσεκτικά στον καθρέφτη. Τακτοποίησε 2-3 ατίθασα τσουλούφια. Χαμογέλασε αυτάρεσκα. Ήταν όπως πάντα. Γλυκειά και αθώα με το κόκκινο της σκουφάκι να φωνάζει πως το παραμύθι της θα ξεκινούσε φτου και πάλι απ΄την αρχή. 

Έτοιμο το είχε το καλάθι του πικνίκ από το προηγούμενο βράδυ. Εξάλλου είχε προαναγγελθεί και όλοι το περίμεναν. Άλλοι με χαρά και ενθουσιασμό για τα πανηγύρια που θα γίνονταν και τα μηνύματα που θα περνούσαν και άλλοι με την ψυχή περίλυπη έως θανάτου για τους ίδιους ακριβώς λόγους. 

Κάποιοι άλλοι φυσικά, όπως πάντα στον κόσμο τους, δικαιολογημένα ίσως γιατί έτρεχαν πολλά και μάλιστα έτρεχαν με χίλια,  περί άλλων τύρβαζαν. Κουβερτούλες- όχι για το πικνίκ αλλά για το κρύο αφού οι τάξεις θα ήταν ανοικτές και τα παράθυρα ορθάνοικτα για να ζούμε καθήμερινα λάιβ το όσα παίρνει ο άνεμος, την ώρα που θα τραγουδούμε με αποστάσεις πάντα (2 μέτρα σε όλες τις κατευθύνσεις) το γνωστό άσμα, Ασ’ τα τα μαλλάκια σου ανακατωμένα… με τις κάμερες να ζουμάρουν στο πρόσωπο του εκπαιδευτικού που πρέπει να προλάβει κομμωτήρια και λίφτινγκ για να εμφανίζεται, αν μη τι άλλο καθώς πρέπει, σε οθόνες μικρές και μεγαλύτερες, ενώπιος ενωπίω, ατόμων διαφόρων, άλλων καλόβουλων άλλων κακόβουλων. Νομοσχέδια για διαφθορά και διαπλοκή, νέα μέτρα, μπλόκα (για την ώρα χωρίς όπλα) στους δρόμους για σφράγισμα της Λεμεσού και της Λευκωσίας…

Πάμε όμως πίσω στην κοκκινοσκουφίτσα, το καλάθι του πικνίκ και το παραμύθι της. Λένε πως τα παραμύθια είναι παρηγορητικά και ελπιδοφόρα και αυτό επιθυμώ δια όλους ημάς εξού και το αφηγούμαι. Παίρνει το καλαθάκι της λοιπόν και αντί να βγει από την πόρτα που οδηγεί στο δάσος μου, στο σπιτάκι της γιαγιάς της και φυσικά στον κακό λύκο, εκείνον τον παλιό γνωστό,  ακριβώς όπως τον ήξερε χρόνια τώρα, βγήκε από την άλλη. Την πόρτα που ο παραμυθάς την είχε προειδοποιήσει να μην ανοίξει ποτέ γιατί ουδεμία ευθύνη θα έφερε πλέον για τα πολλά και διάφορα που θα μπορούσαν να της συμβούν. Βλέπετε η άλλη πόρτα δεν οδηγούσε σε παραμύθι, όπου όλα πάντα τελειώνουν καλά και ζουν και όλοι ανεξαιρέτως  οι ήρωες καλά και όλοι εμείς σαφέστατα καλύτερα. 

Παρέβηκε όμως την εντολή. Όπως γίνεται σε όλα τα παραμύθια που είναι αληθινά από την αρχή του χρόνου. Άνοιξε λοιπόν η κοκκινοσκουφίτσα μας την πόρτα της αλήθειας που οδηγούσε στα Βαρώσια και στο περιβόητο πικνίκ. Και με άφησε εμένα μόνο και έρημο στο δάσος μου, με τον κακό το λύκο να αγωνιά μαζί μου για την μοίρα της και για το τι την περίμενε ενώ η γιαγιά έπλεκε μανιωδώς ένα καινούριο σκουφάκι. Όχι κόκκινο, μαύρο. Όχι για την κοκκινοσκουφίτσα. Για την ίδια. Ήταν βλέπετε της πεποίθησης πως θα θρηνούσαμε θύματα. Εγώ πάλι ως πιστός οπαδός των χαμένων θαυμάτων ήμουν πιο αισιόδοξος. 
Μετά από 3 μέρες και 3 νύχτες αγωνίας επέστρεψε. Χωρίς κόκκινο σκουφάκι. Χωρίς καλαθάκι. Πεινασμένη και ταλαιπωρημένη.

Με ένα βλέμμα που φώναζε: τώρα πια τα είδα όλα… και ξεκίνησε την αφήγησή της και μας άφησε με ανοικτό το στόμα:

Πήγα που λέτε και εγώ εκεί στην «χώσου στην άμμο Αμμόχωστος σαν σπάνιο κοχύλι». Ευτυχώς, όπως έμαθε, είχε επιθεωρήσει τα πάντα από την προηγούμενη ένας από τους πολλούς κακούς λύκους. Σε αυτό το παραμύθι βλέπετε δεν ήταν ένας ο κακός ο λύκος, αλλά πολλοί, μιλιούνια. Ήθελε να ξέρει, ο ένας από τους πολλούς που ήταν και ιδιαιτέρως σπουδαίος,  πως όλα θα πήγαιναν καλά στο πικνίκ του μεγάλου αρχηγού των κακών λύκων. Κάποιοι από αυτούς ήταν γκρίζοι αλλά η αλήθεια είναι πως επειδή είχαν μεταλλαχθεί χρόνια τώρα, μπορούσες να τους συναντήσεις σε διάφορα χρώματα και σχήματα. Το σίγουρο είναι πως όλοι φορούσαν κουστούμι και γραβάτα.

Έτρεχαν λοιπόν οι κακοί λύκοι να ζήσουν στο πιο περιβόητο ιστορικό πικνίκ, με τη βοήθεια του θεού -δεν ξέρω αν ήταν και εκείνος καλεσμένος- την ομορφιά της κρυμμένης στην άμμο Αμμοχώστου που θα ξεπρόβαλλε ως σπάνιο κοχύλι. Ελπίζω  μόνο να μην τους χόρευε σαν χανουμάκι και τον χορό της κοιλιάς.

>>> Όλες οι απόψεις που φιλοξενεί η Brief <<<

Ανάμεσα σε γκρίζους, αλλά και πολλών άλλων χρωμάτων λύκους- ξέρω να τους αναγνωρίζω γιατί υπάρχουν και εκτός Βαρωσίων, και από την άλλη πλευρά, τη δική μας-  περπάτησα και εγώ με το κόκκινο μου σκουφάκι και το καλαθάκι μου υπό μάλης. Περπάτησα στην παραλία, κάθισα στο προκάτ καφέ που στήθηκε στο πι και φι. Κάπνισα και ναργιλέ. Φορούσα εννοείται τη μάσκα μου σε όλη τη διαδρομή. Γιατί πιστεύω στο ΧΑΜ. Όχι εκείνο του σάντουιτς που είχα στο καλάθι μου. Στο Χ.Α.Μ. 

-Χέρια καθαρά (μεταξύ μας μόνο εγώ τα είχα!, Οι λύκοι βλέπετε και γκρίζοι και άλλοι είχαν πολύ, μα πολύ λερωμένα τα χέρια τους)

- Αποστάσεις (Αγαπώ από μακριά. Μόνο εγώ αγαπούσα άρα μόνο εγώ τις κρατούσα!)

- Μάσκες για τα κοντινά ( όλοι φορούσαν τις μάσκες τους, αλλά μόνο εγώ για καθαρά ιατρικούς λόγους)

ΧΑΜ λοιπόν και εγώ φαίνεται πως ήμουν αόρατη. Μάλλον θα έφταιγε το κόκκινο σκουφάκι μου. Πολύ κόκκινο ρε παιδί μου. Σημαίες. Μίσος. Αίμα. Πόνος. 

Με το που έβγαλα το σκουφάκι με αναγνώρισαν. Όχι ποια ήμουν αλλά ποια δεν ήμουν. Δεν ήμουν δική τους άρα καμία θέση δεν είχα ανάμεσά τους. Με πήραν με τις πέτρες. Σώθηκα τελευταία στιγμή γιατί κάποιοι λύκοι που δεν ήταν λύκοι με έκλεισαν στην αγκαλιά τους. Έκαναν και αυτοί αντι-πικνίκ.

Κάτι άκουσα για διαδήλωση,  πως θέλουν ΔΔΟ, πως θέλουν συνύπαρξη, πως είμαστε αδέλφια…

Με κάλεσαν αλλά έπρεπε να τρέξω για τη ζωή μου. Πέρασα και από το Δημοτικό Συμβούλιο Αμμοχώστου που συνεδρίαζε (!) και τους τα είπα ένα χεράκι…

>>> Όλες οι απόψεις που φιλοξενεί η Brief <<<

Και άνοιξα, με τη ψυχή στο στόμα, τη δεξιά πόρτα και μπήκα ξανά στο παραμύθι μου. Αγκάλιασα με ανακούφιση τον λύκο μου (ήταν ο λύκος μου, τον ήξερα και τον αγαπούσα) και κλάψαμε μαζί με μαύρο δάκρυ… Για την Αμμόχωστο, την πόλη φάντασμα, για τη γιορτή του πορτοκαλιού που δεν γευτήκαμε, για τα δίκτυα που δεν ρίξαμε, για τα δελφινοκόριτσο που εγώ δεν έγινα και ο λύκος δεν γνώρισε, για τον κόσμο της Αμμοχώστου που την αγαπούσε βαθιά… για την Αμμόχωστο που χάσαμε επειδή  πουλήσαμε την Κερύνεια…

Υπογραφή 
Ο Ρομπέν των Χαμένων Θαυμάτων
Υ.Γ.: Το ψευδοκράτος σας η μισή μας πατρίδα… Δεν έχω λόγια άλλα. Τέλος.

*Η Έλενα Περικλέους είναι Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας

Έλενα Περικλέους