ΑΠΟΨΗ: Ποιους τελικά βοηθούν οι αλλαγές στις εκποιήσεις;

Είναι όμως οι συγκεκριμένες προτάσεις όντως προς την κατεύθυνση της προστασίας των φτωχών και αδυνάτων;

ΓΡΑΦΕΙ Ο
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΣΤΟΥΡΗΣ

Επιμονή και ενίοτε εμμονή για νομοθετήματα εναντίον των τραπεζών, αποτελούν βασική και διαχρονική τακτική βουλευτών, οι οποίοι έχουν γνώμονά τους -όπως υποστηρίζουν- το καλό των μικρομεσαίων νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Αντιστοίχως ενήργησαν και τις τελευταίες εβδομάδες, κατά τις οποίες συζητούνταν στη Βουλή -και τελικώς υπερψηφίστηκαν- αλλαγές στο νομικό πλαίσιο που αφορά τις εκποιήσεις.

>>> ΟΛΗ Η ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ BRIEF ΜΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ <<<

Είναι όμως οι συγκεκριμένες προτάσεις όντως προς την κατεύθυνση της προστασίας των φτωχών και αδυνάτων; Έχουν δοθεί ουσιαστικές λύσεις που να βάζουν στις τράπεζες πίεση για περισσότερες αναδιαρθρώσεις; Πώς αξιοποιούνται τόσο το πλαίσιο Αφερεγγυότητας όσο και οι υπηρεσίες του Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσης. 

Τα πιο πάνω αποτελούν ερωτήματα τόσο απλού κόσμου, όσο και επαγγελματιών ή και οικονομολόγων που καταλήγουν σε κάποια βασικά συμπεράσματα: Αφενός ότι άλλους εξυπηρετούν και σίγουρα όχι τον μεροκαματιάρη, που εάν έχει πρόβλημα καταβολής των δόσεών του μάλλον δύσκολα θα ζητήσει νομική αρωγή και δικαστικές διαδικασίες που έχουν επιπλέον -και όχι αμελητέο- κόστος. Και αφετέρου σε κάποια σημεία τους δεν έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο, ωστόσο στέλνουν πολύ λανθασμένα μηνύματα προς διεθνείς παρατηρητές και επόπτες της κυπριακής οικονομίας και των τραπεζών. Ο μικρομεσαίος που με γνήσια πρόθεση για να λύσει το πρόβλημά πιο εύκολα θα λάβει αυτό που δικαιούται, δηλαδή μια βιώσιμη αναδιάρθρωση, σε αντίθεση με έχοντες το χρήμα που με νομικά και με άλλα μέσα, αγνοούν ειδοποιήσεις, βρίσκουν παραθυράκια στις διαδικασίες και στο σύστημα και γενικώς δεν έχουν διάθεση να εξυπηρετήσουν τις οφειλές τους. Προφανώς αυτοί είναι που θα ψάξουν κάθε διαθέσιμη επιλογή και θα πληρώσουν καλά όποιον δικηγόρο τους βοηθήσει να μην… πληρώσουν. 

Εξάλλου, τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας δείχνουν ότι τα ΜΕΔ έχουν περιοριστεί στα 11,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων δάνεια αξίας 7,2 δισ. έχουν αναδιαρθρωθεί. Το ποσοστό αναδιάρθρωσης ΜΕΔ διαμορφώνεται σε 65% που κάθε άλλο παρά ενισχύει το επιχείρημα ότι: «οι τράπεζες δεν κάνουν αναδιαρθρώσεις». Απ’ εκεί κι έπειτα δάνεια αξίας πέριξ των 3 δισ. ευρώ θα διευθετηθούν μέσω του Σχεδίου Εστία (εκ των οποίων το ένα -περίπου- τρίτο ανήκει στην ΚΕΔΙΠΕΣ, άρα είναι εκτός τραπεζιού συστήματος). Την ίδια ώρα αξιοποίησης τυγχάνουν διάφορα εργαλεία όπως η ανταλλαγή χρεών με περιουσιακά στοιχεία, η αποξένωση δανείων μέσω πώλησης ή τιτλοποίησης δανείων και βεβαίως η συνέχιση των προσπαθειών για περισσότερες αναδιαρθρώσεις. Όλα αυτά έχουν ωθήσει σε καθαρή μείωση των ΜΕΔ που αντιστοιχεί σε ένα ποσό της τάξης των 10 και πλέον δισ. ευρώ, εξαιρουμένου του χαρτοφυλακίου που ανήκει στην ΚΕΔΙΠΕΣ. 

Την ίδια ώρα, υπάρχει τόσο ζήτηση όσο και ανάγκη για φρέσκο, υγιή δανεισμό που θα ενισχύσει και την ανάπτυξη αλλά θα δώσει και τους αναγκαίους πόρους για δημιουργία στέγης για νέες οικογένειες, για νέα βιώσιμα έργα και καινούργιες ιδέες από νέες επιχειρήσεις. 

Τα πειράματα μέσω νομοθετικών παρεμβάσεων σε μια χρονική στιγμή που τα πράγματα σταδιακά πηγαίνουν καλύτερα αποτελούν πισωγύρισμα, του οποίου ο αντίκτυπος δεν μπορεί -αυτή τη στιγμή- να υπολογιστεί και ας λένε κάποιοι ότι πρόκειται για κινδυνολογία και όχι πραγματικές προκλήσεις που η οικονομία αντιμετωπίζει.

Εξωτερικές πιέσεις -πρώτα και κύρια στον τουρισμό- η εξάρτηση της οικονομίας και δη της αγοράς ακινήτων στη ζήτηση ξένων μέσω των δημογραφικών κινήτρων και η ευάλωτη κατάσταση στην οποία γενικώς βρίσκεται η οικονομία, ως απότοκο της βαθιάς οικονομικής κρίσης που η χώρα βίωσε, αποτελούν παράγοντες που θα πρέπει να προβληματίζουν και επί των οποίων θα πρέπει να σχεδιάζονται και να υλοποιούνται προσεκτικές κινήσεις. 

Δεν λέω να μην εφαρμόζονται κοινωνικές πολιτικές, δεν λέω να μην οραματιζόμαστε ένα συνεπές κράτος πρόνοιας για όσους -προσωρινά έστω- αντιμετωπίζουν δυσκολίες, αλλά οι κινήσεις πρέπει και οι σχεδιασμοί πρέπει να γίνονται στη βάση ουσιαστικής μελέτης δεδομένων, δυνητικού αντικτύπου και προσδοκώμενου αποτελέσματος. 

Με τις νομοθεσίες που ψηφίστηκαν για τις εκποιήσεις δεν έγιναν οι πιο πάνω υπολογισμοί, αφού μάλλον βεβιασμένα – όπως αποδείχτηκε και κατά τη διαδικασία που ακολουθήθηκε στην τελευταία Ολομέλεια της Βουλής- λειτούργησε το σώμα, υπερψηφίζοντας προτάσεις που προκαλούν δυσλειτουργίες και κόστος, ή ήταν δίχως ουσιαστικό περιεχόμενο, στέλνοντας απλώς το μήνυμα ότι: «Στην Κύπρο πάνε καλύτερα και άρχισαν τις εκπτώσεις και τις χαλαρώσεις». Πολύ χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της πρότασης της ΕΔΕΚ, η οποία με τροπολογία του ΔΗΚΟ παγώνει τις εκποιήσεις για τους δυνητικούς δικαιούχους του Σχεδίου Εστία. Το άτοπο και το άνευ ουσίας της συγκεκριμένης νομοθετικής ρύθμισης έγκειται στο γεγονός πως έτσι κι αλλιώς δεν προχωρούσαν διαδικασίες εκποιήσεων για δάνεια πρώτης κατοικίας που εντάσσονται στο Εστία, με δέσμευση που εδώ και μήνες ανέλαβαν οι τράπεζες έναντι της Βουλής και μάλιστα γραπτώς.

>>> ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΡΕΥΝΕΣ & ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΤΗΣ BRIEF <<<

Είναι όλα τα πιο πάνω που κάνουν πολλούς να διερωτώνται για το ποιους τελικά επιδιώχθηκε να βοηθήσουν τα εν λόγω νομοθετήματα και εάν υπήρχε έστω αυτή η πρόθεση ή εάν τελικώς αποδεικνύεται ότι έτυχαν πρόχειρου χειρισμού, ψηφίστηκαν βεβιασμένα και εάν πρέπει (που πρέπει!) πριν καν την εφαρμογή τους να επαναξιολογηθούν. 

Ανδρέας Κωστουρής