ΑΠΟΨΗ: Σκουριάζει στην κυπριακή ΑΟΖ το ναυάγιο της ενέργειας 

Η Κύπρος περιορίζεται σε ρόλο παρατηρητή των εξελίξεων από τρεις ισχυρές περιφερειακές δυνάμεις της Αν. Μεσογείου

ΓΡΑΦΕΙ Ο
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΣΤΟΥΡΗΣ

Μια σειρά από γεγονότα, συγκυρίες αλλά και μη λήψης ουσιαστικών πολιτικών αποφάσεων ως αποτέλεσμα σχεδιασμού στη βάση του πώς τελικά φανταζόμαστε την Κύπρο σε επίπεδο ενεργειακών αποθεμάτων και ενεργειακής πολιτικής, έχουν θέσει ουσιαστικά το ερευνητικό πρόγραμμα και την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων στο περιθώριο. 

Τόσο το διεθνές περιβάλλον ενέργειας, όσο και οι εσωτερικές συνθήκες έχουν καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη σημερινή αποκαρδιωτική εικόνα σε σχέση με τα ενεργειακά, τα οποία κατά τη δεκαετία που έχει παρέλθει διέγραψαν μια πορεία μεγάλης ανόδου και αντιστοίχως ανάλογης πτώσης, τόσο σε επίπεδο εξελίξεων όσο και σε επίπεδο ενδιαφέροντος ως θέμα που απασχολούσε την επικαιρότητα ακόμη και προγράμματα σπουδών στη χώρα. 

Όλα αυτά μετά από μια δεκαετία δυναμικών εξελίξεων, εξαγγελιών, τριμερών επαφών με επίκεντρο την ενέργεια, άναμμα της φλόγας στην πλατφόρμα της Noble που ήταν η ένδειξη ύπαρξης υδρογονανθράκων στην παρουσία μάλιστα του μ. Προέδρου Χριστόφια, εκτιμήσεων για ποσότητες φυσικού αερίου, πλάνων για δημιουργία τερματικού στην Κύπρο, ακόμη και προεκλογικών υποσχέσεων για αξιοποίηση μέσω προπώλησης του φυσικού αερίου. 

Αποτέλεσμα; Η Κύπρος σήμερα βρίσκεται περίπου στο σημείο μηδέν σε σχέση με την ενέργεια, ενώ δυσοίωνες είναι οι εκτιμήσεις αναφορικά με την επανέναρξη ερευνητικών προγραμμάτων και πολύ περισσότερο αξιοποίησης ενεργειακών αποθεμάτων που πιθανώς να βρίσκονται στην κυπριακή ΑΟΖ. 

Το ερευνητικό πρόγραμμα από τις εταιρείες με τις οποίες η Κύπρος έχει συνυπογράψει συμβάσεις για έρευνα και αξιοποίηση φυσικού αερίου, είναι εδώ και χρόνια κολλημένο κυρίως λόγω της τουρκικής πολιτικής, των απειλών, της διασύνδεσης του φυσικού αερίου στη δυσεπίλυτη εξίσωση του Κυπριακού ακόμη και με τις τουρκικές έρευνες σε ύδατα τα οποία η τουρκική πλευρά αμφισβητεί πως βρίσκονται υπό τη δικαιοδοσία της Κυπριακής Δημοκρατίας. 

Την ίδια ώρα η πανδημία, έχει επηρεάσει παγκόσμια την αγορά ενέργειες σε πολλαπλά επίπεδα (παραγωγή, θέσεις εργασίας, τιμές) συνθήκες που καθιστούν ακόμη πιο δύσκολες τις επενδύσεις σε νέα έργα και ερευνητικά προγράμματα, τα οποία προϋποθέτουν υψηλό κόστος με ταυτόχρονα υψηλό ρίσκο σε μια περιοχή -όπως αυτήν στην κυπριακή ΑΟΖ- με βαθιά νερά. 

Εξάλλου, οι τάσεις τόσο στην ΕΕ όσο και διεθνώς συγκλίνουν ολοένα και περισσότερο προς την κατεύθυνση της κλιματικής ουδετερότητας και συνεπώς της περαιτέρω αξιοποίησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και του περιορισμού των ρύπων. Οι εν λόγω τάσεις σε συνδυασμό με την προσέγγιση των νέων γενιών, ως καταναλωτών, επιχειρηματιών ή και πολιτικών σπρώχνουν σε πιο πράσινες επιλογές οδηγώντας σε φθίνουσα πορεία τις παραδοσιακές πηγές ενέργειας. 

Αντιστοίχως, οι ενεργειακοί κολοσσοί που για δεκαετίες κυριαρχούσαν διεθνώς στην παγκόσμια ενεργειακή σκηνή, καλούνται να επαναπροσδιορίσουν τον ρόλο, το όραμα, τις στοχεύσεις και τον μακρόπνοο σχεδιασμό τους προκειμένου να επιβιώσουν. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο επαναξιολογούνται οι επενδύσεις για έρευνα και αξιοποίηση πηγών υδρογονανθράκων. Πολύ περισσότερο σε άγνωστες θάλασσες, με αβέβαιες ποσότητες κοιτασμάτων, όπως στην περίπτωση της Κύπρου. 

Ταυτόχρονα, οι όποιοι έστω σχεδιασμοί για υποδομές από στη χώρα μας ακόμη και υποτυπωδών προς εξασφάλιση και αξιοποίηση φυσικού αερίου στα πλαίσια της από καιρό ξεχασμένης ενδιάμεσης λύσης σκονίζονται στα συρτάρια του Υπουργείου Ενέργειας. Η Κύπρος εγκλωβίστηκε στα δικά της λάθη αναζητώντας -δήθεν- λύσεις για αγορά ποσοτήτων φυσικού αερίου, έως ότου να εξασφάλιζε τις δικές της ποσότητες και το αποτέλεσμα ήταν να παραμείνει με μηδενικές ποσότητες εδώ και περίπου 15 χρόνια που συζητείται το εν λόγω θέμα. Η κατά καιρούς πολυδιαφημισμένη ενδιάμεση λύση αποτελεί ένα φιάσκο, που περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων στο πεδίο της ενεργειακής πολιτικής που διαλαλεί αλλά αρνείται ή αδυνατεί να εφαρμόσει το κράτος. 

Παράλληλα, ούτε λόγος για εμπορικές συμφωνίες με εταιρείες ή και διακρατικές συμβάσεις προμήθειας από τη στιγμή που το ενεργειακό πρόγραμμα είναι παγωμένο, κάτι που περιορίζει και τις προοπτικές για συνέργειες και σχεδιασμό υποδομών που χρονικά θα μπορούσαν μελλοντικά να συναντήσουν την πιθανή εξεύρεση ποσοτήτων φυσικού αερίου και συνεπώς να θέσουν τη χώρα σε αυτό που περιγράφεται ως περιφερειακός ενεργειακός χάρτης. 

>>> Ροή Ειδήσεων Brief – Επιλεγμένο περιεχόμενο <<<

Προς το παρόν η Κύπρος περιορίζεται σε ρόλο παρατηρητή των εξελίξεων που προκύπτουν ή σχεδιάζονται από τρεις ισχυρές περιφερειακές δυνάμεις της Ανατολικής Μεσογείου οι οποίες μάλιστα διεκδικούν ηγετικό ρόλο και στα ενεργειακά. Τουρκία, Ισραήλ και Αίγυπτος έχουν το ειδικό εκτόπισμα, τις υποδομές και σαφώς μεγαλύτερες οικονομικές δυνατότητες τόσο για ουσιαστικές κινήσεις προς εκμετάλλευση υδρογονανθράκων όσο και για αξιοποίηση των φυσικών πόρων ως εργαλείο σε ισχυρό οπλοστάσιο ισχύος και χάραξης εξωτερικής πολιτικής. 

Η πιο πρόσφατη και μάλλον η χαμηλότερης σημασίας εξέλιξη στο πεδίο των ενεργειακών θεμάτων προέκυψε από την υπογραφή της πολιτικής διακήρυξης που προωθεί τη δημιουργία του υποθαλάσσιου αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου EastMed. Βέβαια, το συγκεκριμένο έργο δεν έχουν τεθεί καν υπό επεξεργασία οι βασικές προϋποθέσεις δημιουργίας του, οι οποίες σαφώς άπτονται σειράς σημαντικών παραγόντων, τεχνικούς, οικονομικούς και χρονικών σχεδιασμών, παράγοντες οι οποίοι σήμερα καθιστούν το εγχείρημα από δύσκολο έως ανέφικτο.

Ανδρέας Κωστουρής