«Βγαίνει η βαρκούλα»

Προς διαχρονικά προβληματισμένους, εκατοστής ενενηκοστής τρίτης επιστολής, το ανάγνωσμα…

ΓΡΑΦΕΙ Η 

ΕΛΕΝΗ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ

Βγαίνει η βαρκούλα του ψαρά, και επιχειρούμε, έτσι για αλλαγή να γίνουμε ψαράδες. Να ρίξουμε και εμείς μια φορά τα δίκτυα. Να πιάσουμε ψαριά καλή. Για την ώρα, ούτε ψαριά, ούτε ζαριά καλή μας πέφτει. Άλλοι τα ρίχνουνε τα δίκτυα στα κατάδικά μας χωρικά ύδατα και άλλοι απολαμβάνουν τη ψαριά.

Βγαίνει λοιπόν η βαρκούλα η κακόμοιρη και προσπαθεί να φτάσει στην Ιθάκη της. Στο απάνεμο λιμάνι της της κοινωνικής δικαιοσύνης, της δημοκρατίας, της διασφάλισης των δικαιωμάτων των ευάλωτων ομάδων, του σεβασμού, της συνύπαρξης, της οικονομικής ευμάρειας, της χαρούμενης, κριτικής και δημιουργικής παιδείας, της ίσης πρόσβασης στην υγεία, της απελευθέρωσης και της επανένωσης. Χρόνια κρατάει το ταξίδι της.

Κάποιους τους αποκάλεσαν καλούς καραβοκύρηδες, κάποιοι τα κατάφεραν κουτσά-στραβά να επιβιώσουν και κάποιοι τα έκαναν μαντάρα. 

Εννοείται, πως όσους η βαρκούλα κουβαλά, κοιτάζουν είτε μόνο δεξιά, είτε μόνο αριστερά και έτσι έχουν μια παντελώς διαστρεβλωμένη εικόνα τόσο για τη διαδρομή όσο και για τον προορισμό. Άλλα βλέπουν οι μεν, άλλα οι δε. Αν και τελικά μάλλον μπορεί και να το μπέρδεψαν το δεξιά με το αριστερά και βλέπουν τα ίδια και τα απαράλλακτα. Λιγάκι στο χρώμα διαφέρουν οι εικόνες, ίσως έχει να κάνει με τα pixel και την ευκρίνεια. 

Κάποιοι, που δεν είτε δεν βρήκαν, είτε δεν θέλησαν,  θέση ούτε στα δεξιά της βαρκούλας, ούτε στα αριστερά και κατέληξαν στον ενδιάμεσο χώρο, πότε γέρνουν προς τη μια να κρατηθούν στα σκαμπανεβάσματα και πότε προς την άλλη. Δεξιά-αριστερά, αριστερά-δεξιά και ξανά απ΄την αρχή. Κάποιοι πιο λίγοι, συνειδητά δηλώνουν πως δεν κάθισαν στο κέντρο της βάρκας τυχαία, πως δεν τους αφορά το κέντρο χωρικά αλλά πως είναι ιδεολογικά ταγμένοι να παλεύουν με ανεμόμυλους ως νέοι Δον Κιχώτες και πως από εκεί, χωρίς αγκυλώσεις, βλέπουν καλύτερα. Κάποιοι τα βλέπουν όλα καταπράσινα. Κάποιοι άλλοι μιλούν για μίσος και καθαρότητα. Όλοι φυσικά έχουν κάτι να πουν. Πες και  ξαναπές, η αλήθεια, το άφησαν στην άκρη το κουπί. Όλοι; Σχεδόν όλοι

Πάντα υπάρχουν εξαιρέσεις.

Κατά διαστήματα ο καραβοκύρης- της μισής βάρκας μόνο, γιατί η άλλη μισή τραβάει για άλλα λιμάνια κατά ανατολής μεριά- βλέπει στεριά και χαίρεται. Βλέπει και φίλους αγαπημένους, Ευρωπαίους, ή και Υπερατλαντικούς, που του κτυπάνε φιλικά τον ώμο.

Πανηγυρίζει και ανεβαίνει το αίσθημα αισιοδοξίας του πως όλα θα πάνε καλά. Τόσους φίλους έχει στα λιμάνια τα διάφορα. Όλο και κάποιος θα τον στηρίξει και θα τον βοηθήσει να πιάσει το απάνεμο λιμάνι. Όλα αυτά πριν ο πόλεμος ο ψυχρός βρυκολακιάσει. Απάνεμα λιμάνια δεν υπάρχουν πια. Τα τύμπανα του πολέμου ξεκίνησαν να ηχούν στην καρδιά του κόσμου μας ξανά. 

Εκείνο που αγνοεί ο τιμονιέρης είναι τα όσα στον δρόμο του θα συναντήσει. 
Τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες, τον θυμωμένο Ποσειδώνα δεν τους φοβάται. Δεν τους κουβαλάει μαζί του. Η ψυχή του δεν τους στήνει εμπρός του. Το πνεύμα υψηλό και τα παλεύει όσα με τέρατα ομοιάζουν. Τους κινδύνους του φανερούς, ως γνήσιος πατριώτης τους αναγνωρίζει και τους αντιμετωπίζει κατά πώς πρέπει. Με υψηλό φρόνιμα και αίσθηση ευθύνης. Έτσι τουλάχιστον και λέει και πιστεύει. Μαζί του συμφωνούνε οι μισοί. Οι άλλοι μισοί, βλέπουν το άσπρο μαύρο, και το ποτήρι που δήθεν μισογέμισε, μισοάδειο καθαρά. 

Εκείνο που τον τρομάζει, ή θα έπρεπε να τον τρομάζει, μα δεν το ξέρει, ή και αν το ξέρει κάνει πως δεν ξέρει,  είναι οι Σειρήνες. Ο κίνδυνος ο έξυπνα καμουφλαρισμένος. Με τσαλίμια και θεϊκές μουσικές, σε δείπνα εξωτικά και απολαύσεις, θα τον παρασύρουν σε παγίδες που δεν φαίνονται, μιας και είναι στολισμένες με τα λουλούδια της ειρήνης, της δημιουργίας, της αποδοχής, της επανένωσης, της ανάπτυξης…

Πονηρά πλάσματα οι Σειρήνες. Σε αποπλανούν χωρίς να το καταλάβεις. Είσαι δεμένος καπετάνιε μου, οικειοθελώς, στο μεσιανό κατάρτι. Το ξέρω. Το βλέπω. Νομίζω πως και εσύ το ξέρεις. Καθαρά. Χρόνια τώρα..Να αντέξεις πρέπει τον πειρασμό, μα για να γίνει μπορετό αυτό, να έχεις θέλει γνώση του κινδύνου. 

Μα ο δεμένος στο κατάρτι καπετάνιος, με τα αυτιά ανοικτά, υποτιμά τη μαγεία των Σειρήνων. Όσο πολυμήχανος και αν είναι οι Σειρήνες είναι πάντα Σειρήνες. Ποιος τις Σειρήνες άκουσε και δεν ξεγελάστηκε;

Έκλεισε με κερί και τα αυτιά των υπολοίπων και δεν ακούνε τίποτα… Έτσι δεν έχουνε και τίποτα καινούργιο να του πούνε… Κοιτάζουν δεξιά-αριστερά, αριστερά-δεξιά… και φτου ξανά και απ΄την αρχή.

Εκείνο που ο πολυμήχανος δεν σκέφτηκε είναι πως τα σκοινιά που τον δένουν γίνονται ολοένα και πιο ασφυκτικά. Χρονοδιαγράμματα, πιέσεις, οικονομικές και ενεργειακές κρίσεις, σκάνδαλα και άλλα σκάνδαλα, διαφθορά, εκφυλισμός των θεσμών. Κατέβηκε η εμπιστοσύνη και «ο λόος τ΄ αδρώπου», χρόνια τώρα, από τη βάρκα. Και το τραγούδι των Σειρήνων δυναμώνει στα αυτιά, και του καπετάνιου και όσων ελαχίστων δεν κωφεύουν.

Μόνο που το τραγούδι που τον μάγευε, κάθε που πλησιάζει, λέμε τώρα,  στο λιμάνι, σε παιάνα πολέμου μεταλλάσσεται. Και όσο για το λιμάνι το απάνεμο, μεταμορφώνεται και αυτό ευθύς, σε βράχια κοφτερά, με δίνες σκοτεινές και ρεύματα επικίνδυνα.
 Αχ οι Σειρήνες… οι Σειρήνες

Ρομπέν των Χαμένων Θαυμάτων

Υ.Γ.1: Λιγότερες από 100 μέρες, 90 και κάτι λένε όσοι τις μετρούν,  μέχρι τις εκλογές για τον νέο Βαρκάρη.

Υ.Γ.2: Εξουσία σημαίνει προσφορά και οι Βαρκάρηδες δεν κρατάνε μόνο τιμόνι, τραβάνε πρωτίστως κουπί!

Υ.Γ.3: Όσοι του Βαρκάρη το χρίσμα διεκδικούν, να το γνωρίζουν πως είμαστε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Σε όλα τα επίπεδα. Όχι δεν μηδενίζουμε. Ανησυχούμε. Η κρίση είναι παγκόσμια. Το μέλλον των παιδιών μας είναι σε κίνδυνο. Δεν θέλουμε να καταλήξουμε σε ξέρες. 

Υ.Γ.4 : Ένα μεγάλο ΕΜΕΙΣ, συνοδευόμενο από ένα μεγαλύτερο ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, είτε καθόμαστε δεξιά, είτε αριστερά, είτε στο κέντρο, μπορεί και να μας σώσει. Ας τραβήξουμε συντονισμένα το κουπί. Ας ξεβουλώσουμε τα αυτιά μας (για να ακούμε καθαρά) και ας έχουμε τη δύναμη να πούμε ένα ΟΧΙ τεράστιο στις Σειρήνες που ζουν και βασιλεύουν και τον κόσμο κυριεύουν, σε αντίθεση με τον Μέγα Αλέξανδρο που πάει πέθανε και έμεινε και ο γόρδιος δεσμός εκεί, άλυτος και άκοπος.

Γράφει Έλενα Περικλέους