Η ώρα της μηδενικής ανοχής

ΓΡΑΦΕΙ Ο 
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΣΤΟΥΡΗΣ

Ένα εγκαταλελειμμένο κτήριο με μερικά σπασμένα τζάμια, εύκολα μπορεί να καταστεί αντικείμενο παραβατικότητας μέσω σταδιακής κλιμάκωσης των βανδαλισμών σε αυτό. Όλα τα τζάμια θα καταλήξουν σπασμένα, θα γεμίσει σκουπίδια, πιθανώς να τεθούν φωτιές και βεβαίως η κατάστασή του να χειροτερεύει με την πάροδο του χρόνου. Με αυτό το παράδειγμα περιγράφεται η θεωρία της μηδενικής ανοχής, η οποία στη βάση του παραδείγματος υπαγορεύει ότι η μηδενική ανοχή σε καθετί παραβατικό, η αυστηρότητα δηλαδή, επιλύει το πρόβλημα πριν γιγαντωθεί.

Η θεωρία είναι αμφιλεγόμενη με τις προσεγγίσεις επί αυτής να έχουν ως αφετηρία το πολιτικοϊδεολογικό υπόβαθρό από το οποίο ο καθένας επικροτεί και προωθεί ή απορρίπτει τη θεωρία της μηδενικής ανοχής. Έχει δοκιμαστεί σε διαφορετικές περιστάσεις, χρονικές συγκυρίες και για διαφορετικούς σκοπούς, που έχουν να κάνουν από την τάξη σε μια πόλη μέχρι τον περιορισμό της παραβατικής συμπεριφοράς εντός σχολείων. 

Στην κυπριακή κοινωνία δεν είναι λίγοι αυτοί που την στηρίζουν, ακόμη και μη έχοντας υπόψη τους τη θεωρία της μηδενικής ανοχής. Συνήθως για θέματα που αφορούν την αυστηρότητα που θα έπρεπε να έχουν ή που απώλεσαν οι εκπαιδευτικοί στα σχολεία, της πυγμής που θα έπρεπε να επιδεικνύει η Αστυνομία ή -σε ένα άλλο επίπεδο- για τον τρόπο αντιμετώπισης των νέων από τους γονείς, υπονοώντας ότι η ανεκτικότητα είναι μάλλον αρνητικό στοιχείο που οδηγεί σε ασέβεια και κατ’ επέκταση σε παραβατικές συμπεριφορές. 

Σε αυτό που δεν επιδεικνύεται ή δεν υποβάλλεται έστω η ανάδειξη της ανάγκης για στάση μηδενικής ανοχής είναι στη σχέση μεταξύ κοινωνίας-πολιτικής. Μηδενική ανοχή για τις απάτες, τις μικρές ή τις μεγάλες. Μηδενική ανοχή για την αμετροέπεια. Μηδενική ανοχή στους καραγκιόζηδες της πολιτικής. Μηδενική ανοχή στην αναξιοκρατία και στο ρουσφέτι. Μηδενική ανοχή στις υποσχέσεις δίχως αντίκρισμα. Μηδενική ανοχή στη φαιδρότητα της λογικής των επιδομάτων, των αυξήσεων και των παροχών χωρίς πλάνο, χωρίς μελέτη, χωρίς καν αντίληψη για τον όποιο δυνητικό αντίκτυπο. 

Για να έχει όμως μια κοινωνία την πολιτική προσέγγιση της μηδενικής ανοχής, θα πρέπει και η ίδια να λειτουργεί νομότυπα, οργανωμένα, με ειλικρίνεια, προς το συμφέρον όλων και όχι το ατομικό. Με αυτά τα στοιχεία θα πιέσει τους πολιτικούς, με αυτά θα έχει απαιτήσεις, μέσα από αυτά θα γίνει καλύτερη και ίσως πάψει γενικά και αόριστα να γκρινιάζει για την αυστηρότητα που έχασαν οι εκπαιδευτικοί ή οι αστυνομικοί και να απαιτήσει ουσιαστικό πολιτικό έργο, προτάσεις και σοβαρότητα. 

Τα τζάμια είναι ήδη σπασμένα στο εδώ και χρόνια διαβρωμένο οικοδόμημα της κυπριακής πολιτικής. Τα ενδεχόμενα για την κατάληξή του είναι δύο και για αυτά η ίδια η κοινωνία θα διαλέξει ποιο θα υπερισχύσει. Είτε το οικοδόμημα θα καταλήξει όπως αυτό που περιγράφει τη θεωρία της μηδενικής ανοχής, είτε θα αναδομηθεί.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΣΤΟΥΡΗΣ