«Ο βομβιστής κτυπά τα Χριστούγεννα»

Προς διαχρονικά προβληματισμένους, εκατοστής ενενηκοστής όγδοης επιστολής, το ανάγνωσμα…

ΓΡΑΦΕΙ Η 
ΕΛΕΝA ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ*

Δεν με ξέρετε. Ή καλύτερα νομίζετε πως δεν με ξέρετε. Στην πραγματικότητα με γνωρίζετε σε όλη σας τη ζωή. Από τη μέρα που θυμάστε τον εαυτό σας ήμουν εκεί. Αλλά ας είναι. Δεν σας παρεξηγώ. Μεταξύ μας και εγώ θα έκανα πως δεν με γνωρίζω αν ήμουν στη θέση σας και είχα επιλογή να γυρίσω το βλέμμα μου από την άλλη. Το έκανα μάλιστα κάθε φορά που αντίκριζα τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Τότε που είχα ακόμη σπίτι και καθρέφτη.

Δεν ξέρω πόσοι από εσάς έχετε ακόμη σπίτι ή καθρέφτη αλλά εγώ τα έχασα εν μια νυχτί. Τα βάλανε σε ένα πακέτο μαζί με άλλα σπίτια και προφανώς μαζί με άλλους καθρέφτες και τα έβγαλαν στο σφυρί.

Εννοείται πως μαζί με το σπίτι μου έχασα και όλα τα φλιτζάνια στα οποία έπινα τη ζεστή μου σοκολάτα, το μιξεράκι με το οποίο έφτιαχνα το μίγμα για τα μπισκότα κανέλας και το κόκκινο χαλί που έστρωνα μπροστά από το τζάκι για να παίζω σκάκι με τους βοηθούς μου.

Δεν έχω ούτε και μεταφορικό μέσο τώρα πια. Περιόρισα λοιπόν τις μετακινήσεις μου. Ας όψεται η ενεργειακή κρίση. Από το δυτικό παγκάκι του υπέροχου αυτού πάρκου, στο ανατολικό. Πάντοτε με τα πόδια. Στην ηλικία μου και με τα παχάκια που διαθέτω ως σωσίβιο γύρω από την κοιλιά μου ο γιατρός μου εισηγήθηκε να περπατώ. Εννοείται πως όταν κατάλαβε πως ήμουνα ταπί είπε πως ήμουν περδίκι και πως δεν χρειαζόταν να με ξαναδεί. «Από μακριά και αγαπημένοι!» μου δήλωσε.

Και να΄ μαι εδώ, στο κρύο του Δεκέμβρη, να κάθομαι έρμος και μοναχός. Ένας αλήτης, μια βραδιά. Δεν ξέρω για σας αλλά εγώ είμαι ένας τρομοκρατημένος. Φοβάμαι τα πάντα. Όλα γύρω μου τρέχουν με ταχύτητα φωτός, και εγώ εδώ, με ρυθμούς χελώνας, αφού δεν έχω πια εργασία, να σκέφτομαι, να σκέφτομαι, να σκέφτομαι. Όχι αγαπημένοι μου δεν με απέλυσαν. Η εταιρεία έκλεισε. Οριστικά και αμετάκλητα. Άνοιξαν λέει τεράστια καταστήματα τα οποία εξυπηρετούν τον κόσμο. Το μικρό το μαγαζάκι μας στην άκρη του πουθενά, όσο μεράκι και αν είχε να προσφέρει το κατιτίς διαφορετικό, δεν είχε κανένα μέλλον. Οι μετοχές του έμειναν στα αζήτητα.

Αποζημίωση; Όχι φυσικά. Δεν έχει απομείνει μία για αποζημιώσεις. «Ποιο να πρωτοαποζημιώσεις στην εποχή μας;» Ρώτησε ο μεγάλος Τραπεζίτης όταν πήγα να παραπονεθώ. «Έχουμε για την ώρα τα δικά μας. Πέρασε ξανά σε καμιά αιωνιότητα και βλέπουμε!»

«Αιωνιότητα είναι», σκέφτηκα, «θα περάσει», και άραξα εδώ. Δε λέω, μια χαρά την περνώ. Παρατηρώ και τον κόσμο που περνά τρεχάλα πάνω κάτω να προλάβει τα χριστουγεννιάτικά του ψώνια, τους καλωδιωμένους έφηβους με τις διάφορες οθόνες στα χέρια. Ευτυχώς που υπάρχουν ακόμη παιδάκια που πότε πότε ξεχνούν τα διάφορα και τρέχουν σαν τρελά με αναψοκοκκινισμένα μάγουλα και με ταξιδεύουν στις παλιές καλές μέρες. Τότε που δεν υπήρχε e-mail αλλά όμορφες, καλογραμμένες, ή και κακογραμμένες, επιστολές, με μυρωδιά αλήθειας. Έφταναν κοντά μου επιστολές με δάκρυα, με μους σοκολάτας, με σάλια των αγαπημένων μου σκύλων, με χαμόγελα που είχαν γλιστρήσει απρόσκλητα και είχαν στρογγυλοκαθίσει εκεί στο τέλος, δίπλα από την υπογραφή. Επιστολές γεμάτες ελπίδα και ανυπομονησία.

Ελπίδα;  Μας τελείωσε. Κάποιος πρέπει να την χρειαζόταν όλη απελπισμένα και εξαφανίστηκε από παντού.

Υπολογίζω πως την χρειάστηκε ο μεγαλοδύναμος ο οποίος και απελπίστηκε πια ολοκληρωτικά από τα καμώματά μας. Χωρίς ελπίδα λοιπόν απέμεινα και εγώ. Εδώ, καθισμένος στο παγκάκι μου. Είναι απόγευμα και κατά το μεσημεράκι μετακινήθηκα από το ανατολικό στο δυτικό, έτσι για αλλαγή και για να κάνω και τη γυμναστική μου. Οδηγίες του γιατρού. Είπαμε.

Απόψε όμως με έχει πιάσει μια απερίγραπτη νοσταλγία. Είναι το αγαπημένο μου βράδυ. Ή τουλάχιστον ήταν. Το βράδυ πριν από τα Χριστούγεννα. Κάποτε… Κάποτε αυτό το βράδυ γίνονταν όλα τα μαγικά. Τότε όμως υπήρχε ακόμη ελπίδα…

Απόψε όμως η βραδιά είναι αλλιώτικη. Ή μήπως είμαι εγώ που νιώθω διαφορετικά. Ίσως να φταίει και ο τρόμος μου. Ο τρόμος μου μην τυχόν και η νέα χρονιά που έρχεται και ξεπροβάλλει στη γωνιά είναι ακριβώς η ίδια με αυτήν που φεύγει.

Κουράστηκα να φοβάμαι. Βαρέθηκα να είμαι τρομοκρατημένος και είπα να κάνω επιτέλους κάτι δραστικό για να φέρω τα πάνω κάτω.  Θέλω να τινάξω τον τρόμο στον αέρα. Να εξαφανίσω για πάντα τον τρόμο από τη ζωή μου. Να τον τρομάξω μακριά. Αλήθεια μπορείς να τρομοκρατήσεις τον τρόμο;

Αν φοβάμαι; Όχι, πια. Φοβόμουν μέχρι την ώρα που ενεργοποίησα τον μηχανισμό. Τώρα πια είμαι έτοιμος για όλα. Απομένει το πάτημα του κουμπιού την κατάλληλη στιγμή. Δώδεκα ακριβώς. Ούτε ένα λεπτό πιο νωρίς, ούτε ένα λεπτό πιο αργά! Είμαι αποφασισμένος. Θα το κάνω.

Η στιγμή πλησιάζει. 10,9,8,7,6,5,43,2,….1

Και το πατώ. Και ναι! Δουλεύει!

Τα κατάφερα. Άναψα στη μέση του ουρανού ξανά το αστέρι των Χριστουγέννων. Το αστέρι της ελπίδας.
«Καλά Χριστούγεννα»
Πρέπει να πάω.
Οι τάρανδοί μου με περιμένουν…

Ρομπέν των Χαμένων Θαυμάτων

Υ.Γ.: Πολλές ευχές σε όλους για να νιώσετε την χαρά των Χριστουγέννων, που είναι η ελπίδα, το νόημα των Χριστουγέννων, που είναι η ειρήνη και την καρδιά των Χριστουγέννων, που είναι η αγάπη!

*Η Έλενα Περικλέους είναι Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας.

Έλενα Περικλέους