Οι βλακείες που ακούμε μας οδηγούν με ακρίβεια στην ηλιθιότητα

 Καταθέτω τα πτυχία μου μπροστά στην απεραντοσύνη της επικίνδυνης ηλιθιότητας

ΓΡΑΦΕΙ Η
ΗΒΗ ΛΑΜΠΡΟΥ*


Ακούω πολύ ραδιόφωνο, το θεωρώ το πιο προσιτό μέσο . Θα το κόψω όμως . Οι μπαρούφες, βλακείες, εξυπνάδες, στερεοτυπικές ατάκες, χαζογκομενικά ανέκδοτα των πλείστων παραγωγών  μου ανεβάζουν την πίεση. Να μην πιάσω τις διαφημίσεις που είναι από μόνες τους ένα κεφάλαιο ντροπής, βρίθοντας αισθητική νεοπλουτισμού, αρχοντοχωριατισμού και ηθικοπλαστικών αναφορών πακεταρισμένες σε μια ψευτοκυπριακή ελληνική από Έλληνες που προσπαθούν να φανούν Κύπριοι! Με σπρώχνουν στα spotify, στα  podcast,στα audiobooks. Ο κίνδυνος, βέβαια, εδώ είναι πως, όπως και με τον μικρόκοσμο των ατομικών social media, θα κατασκευάζω μια εικόνα πραγματικότητας που δεν θα συνάδει επ’ ουδενί με το τι γίνεται έξω.

Νομίζω το σοκ της προηγούμενης βδομάδα ήταν καθοριστικό στο να κλείσω το ραδιόφωνο. Κάποιος παράγωγος σχολίασε το τραγούδι της Αφροδίτης Μάνου «Είμαι η  Μαίρη Παναγιωταρά», («μια εργαζόμενη μητέρα μια καλή νοικοκυρά») ένα τραγούδι σπαρακτικά ειρωνικό για τη ζωή και τις σχέσεις . Εκφωνεί, λοιπόν το άτομο  την καταπληκτική απορία, μα γιατί δεν της πήρε ένα πλυντήριο πιάτων να μην έχει να κάνει τόσα πολλά… (ή κάτι πολύ παρόμοιο) Δεν έχει σημασία το όνομα της παραγωγού ή του σταθμού, γιατί ένα τέτοιο άκρως σεξιστικό σχόλιο θα μπορούσε να το κάνει οποιοσδήποτε.

Ναι το σχόλιο ήταν σεξιστικό. Ήταν μια αποδοχή της ανισότητας, αγκαλιάζοντας ως αποδεκτές τις συμπεριφορές  και τις απαιτήσεις των άλλων. Συμπεριφορές είναι βαθιά ριζωμένες σε μια κοινωνία πατριαρχική που επιβάλει,  πότε διακριτικά και πότε ξεκάθαρα, σεξιστικά ιδανικά. Έτσι γεμίζει δυσανάλογα με άντρες τις  θέσεις εξουσίας  συνδέοντας τον ηγέτη, την επιτυχία και τις ικανότητες με το αρσενικό, και το θηλυκό με το σπίτι και τα παιδιά και τη βοηθητική, δευτερεύουσα θέση σε οποιαδήποτε δουλειά- υποβιβάζοντας ταυτόχρονα και τη σημασία της ανατροφής των παιδιών…

Την επόμενη άκουσα έναν άλλο παραγωγό να διερωτάται γιατί άραγε ο Jean Paul Sartre  αρνήθηκε να δεχτεί  το Νόμπελ που του είχε απονεμηθεί. «Δεν ήξερε για το χρηματικό έπαθλο;» Ας σημειώσω εδώ, πως ο  Sartre αρνήθηκε το Νόμπελ όπως  εξάλλου και όλες τις άλλες τιμές που του απονεμήθηκαν αφού θεωρούσε πως έτσι θα συνέδεε το έργο του, με τον θεσμό αλλάζοντας τον τρόπο πρόσληψης και αντίληψης του.

 Καταθέτω τα πτυχία μου μπροστά στην απεραντοσύνη της επικίνδυνης ηλιθιότητας. 
 

*Η Ήβη Λάμπρου είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Frederick.

Ήβη Λάμπρου