Οι Γερμανοί τα κατάφεραν με την Επανένωση ως ΕΝΑΣ λαός. Εμείς;  

Ο πυρήνας της επανένωσης, της κάθε επανένωσης πρέπει να είναι άφθαρτος, συμπαγής, πυκνός, ξεκάθαρος στο στόχο και δεν πρέπει να αφήνει το παραμικρό ίχνος διάκρισης. Να προστατεύει την ενότητα και όχι να την υποσκάπτει. Να ενισχύει το αίσθημα του ενός λαού και όχι να το φθείρει. Να ισχυροποιεί το ένα κράτος, την μια κυβέρνηση και όχι να την κλονίζει... Εκτός και αν «το παράδειγμα του Βερολίνου» το επικαλούμαστε επιδερμικά και όταν φτάσουμε στην ουσία να λέμε «μα δεν είναι το ίδιο».


ΓΡΑΦΕΙ Ο
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΓΓΑΡΗΣ 
Twitter: @tsangarisp

Πρόσφατα είχαμε την επέτειο της πτώσης του Βερολίνου, η οποία εορτάζεται 9 Νοεμβρίου (9 Νοεμβρίου 1989 μεγάλες διαδηλώσεις έφεραν την πτώση του τείχους) η οποία αποτέλεσε και την εκκωφαντική αφετηρία (διότι η σιωπηρή ήταν προηγουμένως) για την επανένωση της Ανατολικής και της Δυτικής Γερμανίας, σε μια Γερμανία. 

Σε λίγες μέρες, το Βερολίνο θα μας απασχολήσει και πάλι, αφού εκεί θα συναντηθεί ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, με τους ηγέτες των δυο πλευρών, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Μουσταφά Ακκιντζί (25/11) (η DigitalTree θα έχει απεσταλμένο στο Βερολίνο για κάλυψη όλων των εξελίξεων). 

Όπως κατά την επέτειο της πτώσης του Βερολίνου, έτσι και κατά την ημέρα της συνάντησης των δυο ηγετών αλλά και πριν και μετά, θα αρχίσουν οι διάφορες αναλύσεις και σχόλια για το πόσο σοφοί ήταν οι Γερμανοί που επανένωσαν την χώρα τους σε αντίθεση με εμάς που δεν μπορούμε να επανενώσουμε την πατρίδα μας. Την κατεχόμενη Κύπρο με την ελεύθερη Κύπρο. 

Και όντως οι Γερμανοί φάνηκαν σοφοί, έστω και αν ήταν οι εξελίξεις που υποχρέωσαν την επανένωση και όχι κατ’ ανάγκη η πολιτική πρόθεση. Η ουσία όμως είναι πως την ώρα που έπρεπε, όταν υπήρξε το momentum, το άδραξαν, το εκμεταλλεύτηκαν και οι δυο Γερμανίες, έγιναν μία χώρα. Μια επανενωμένη χώρα, μια κυβέρνηση. 

Το κυρίαρχο συστατικό όμως της επιτυχίας της Γερμανίας, στο να πετύχει δηλαδή η επανένωση ήταν ένα: ότι τόσο οι Ανατολικογερμανοί όσο και οι Δυτικογερμανοί έπρεπε να νιώσουν ένας λαός, ένα έθνος, ένα πράμα (και είτε το πιστεύουμε είτε όχι, ναι μεγάλη μερίδα πληθυσμού τότε, δεν ένιωθε ως «ένας» λαός). Ότι μετά την Συμφωνία δεν θα υπάρχει καμία απολύτως διάκριση ως προς τα δικαιώματα των πολιτών, είτε αυτοί είναι Ανατολικογερμανοί είτε Δυτικογερμανοί. 

Πώς επιτεύχθηκε αυτό; Με ένα πάρα πάρα πολύ σημαντικό στοιχείο: 

Η Συμφωνία Επανένωσης δεν επέτρεψε καμία νύξη, δεν άφησε κανένα παράθυρο ανοικτό, δεν άφησε ούτε και ένα «γιώτα» ασάφειας, δεν υπονόησε και δεν άφηνε κανένα υπαινιγμό ότι αυτή η ενέργεια, η ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ, θα σήμαινε με οποιοδήποτε τρόπο κάτι άλλο πέραν της Επανένωσης. Τίποτα πέραν της Ομοσπονδίας, τίποτα πέραν της μιας Κυβέρνησης, της μίας Κάτω Βουλής και της μίας Άνω Βουλής. 

Ο Ανατολικογερμανός έχει ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με τον Δυτικογερμανό. Ο Ανατολικογερμανός εκλέγει και εκλέγεται όπως ακριβώς και ο Δυτικογερμανός. Ο Ανατολικογερμανός δικαιούται να κατοικήσει, να εργαστεί, να δημιουργήσει όπου θέλει όπως το ίδιο και ο Δυτικογερμανός. 

Ο Ανατολικογερμανός δεν απαίτησε ούτε εκ περιτροπής Καγκελαρία ούτε και «μια θετική ψήφο» για κάθε απόφαση της Κυβέρνησης. Και το κυριότερο; Αυτό που γράψαμε στην προηγούμενη παράγραφο: Η Συμφωνία Επανένωσης ούτε επέτρεψε και ούτε καν υπονόησε κάτι τέτοιο. 

>>> Αρθρογραφία Brief <<< 

Διότι αν η Συμφωνία Επανένωσης άρχιζε με εκπτώσεις, η Επανένωση θα χαλούσε. Δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί. Αν άρχιζε με διακρίσεις στα βασικά δικαιώματα, οι Δυτικογερμανοί θα έκαναν εξέγερση που κλήθηκαν να πληρώσουν το κόστος της Επανένωσης. Εάν η Συμφωνία Επανένωσης άρχιζε η ίδια με τον διαχωρισμό μεταξύ «Ανατολικογερμανών» και «Δυτικογερμανών», οι ίδιοι οι πολίτες, η φύση και η εξέλιξη θα διόγκωνε τον διαχωρισμό και η Επανένωση δεν θα πετύχαινε. 

Ο πυρήνας της επανένωσης, της κάθε επανένωσης πρέπει να είναι άφθαρτος, συμπαγής, πυκνός σε νόημα, ξεκάθαρος στο στόχο και δεν πρέπει να αφήνει το παραμικρό ίχνος διάκρισης. Να προστατεύει την ενότητα και όχι να την υποσκάπτει. Να ενισχύει το αίσθημα του ενός λαού και όχι να το φθείρει. Να ισχυροποιεί το ένα κράτος, την μια κυβέρνηση και όχι να την κλονίζει. 

Φανταστήκατε οι Ανατολικογερμανοί να είχαν απαίτηση να παραμείνει εσαεί ο Στρατός της Ρωσίας στην περιοχή της πρώην Ανατολικής Γερμανίας; Φανταστήκατε η Μόσχα να δήλωνε πως δεν προτίθεται να φύγει από εγγυήτρια της Ανατολικής Γερμανίας και με την επανένωση να ήθελε να ήταν και εγγυήτρια της Επανενωμένης Γερμανίας; Φανταστήκατε οι Ανατολικογερμανοί να ήθελαν εκ περιτροπής Καγκελαρία και μια θετική ψήφο για κάθε απόφαση της Κεντρικής Κυβέρνησης; 

>>> Ροή Ειδήσεων Brief - Επιλεγμένο περιεχόμενο <<<

Υπό αυτά τα δεδομένα, ούτε επανένωση της Γερμανίας θα γινόταν και ούτε σήμερα θα μιλούσαμε για το «παράδειγμα του Βερολίνου». 

Αν κάποιος λοιπόν θέλει να μιλήσει για την επανένωση της Γερμανίας αντιπαραβάλλοντας την με τις συζητήσεις για το κυπριακό με στόχο την Επανένωση, τότε αυτά είναι που πρέπει να προβάλλει. Αυτά είναι που πρέπει να λέει. Αυτά είναι που πρέπει να επιδιώκει. 

Εκτός και αν «το παράδειγμα του Βερολίνου» το επικαλούμαστε επιδερμικά και όταν φτάσουμε στην ουσία να λέμε «μα δεν είναι το ίδιο» (και βεβαίως εννοείται πως οι παράμετροι είναι διαφορετικές αλλά το ζητούμενο είναι το ίδιο, η ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ). 

Και εν κατακλείδι και επί της ουσίας: Τελικά Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι είμαστε ένας λαός; Ή περιπαιζόμαστε μεταξύ μας; Οι Γερμανοί πάντως είναι! 

Παναγιώτης Τσαγγάρης