Οι μισθοί δεν αυξάνονται με νόμους αλλά με ανάπτυξη 

Εάν η ίδια η αγορά δεν είναι έτοιμη, θα οδηγηθεί σε συνθήκες αδήλωτης εργασίας με αρνητικό αντίκτυπο

ΓΡΑΦΕΙ Ο 
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΣΤΟΥΡΗΣ


Μεγάλη και μακρά συζήτηση γίνεται για θέσπιση κατώτατου μισθού σε όλα τα επαγγέλματα ή τουλάχιστον σε πολλούς περισσότερους τομείς, απ’ ότι ισχύει σήμερα. Υπάρχει μια γενική αντίληψη, που είναι μάλλον ορθή, ότι λόγω της οικονομικής κρίσης που μεσολάβησε πολλές επιχειρήσεις έχουν επωφεληθεί από τη διευρυμένη κατάσταση των χαμηλών μισθών. Την ίδια ώρα υπάρχει και ο παράγοντας της πραγματικής ανησυχίας από πλευράς επιχειρήσεων για έκθεση στο ανελαστικό κόστος του μισθολογίου, το οποίο με δύο τρόπους μπορεί να συγκρατηθεί: 

1/ Με το λιγότερο δυνατό προσωπικό και 
2/ Με τους χαμηλότερους δυνατούς μισθούς. 

>>> ΟΛΗ Η ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ BRIEF ΜΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ <<<

Βέβαια, η ανεργία έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια και έχει -μάλιστα- περιοριστεί σημαντικά, σχεδόν σε ανεκτά επίπεδα. Παράλληλα, η ανάπτυξη τρέχει σταθερά κάθε χρόνο με ρυθμό πέραν του 3%, ενώ μεγάλα προβλήματα του παρελθόντος έχουν σημαντικά περιοριστεί. Ταυτόχρονα, σημαντικοί κίνδυνοι και ευάλωτα σημεία παραμένουν στην κυπριακή οικονομία, προβλήματα τα οποία ευθύνονται και για τους χαμηλούς μισθούς σε συγκεκριμένους τομείς. Για παράδειγμα μπορεί η ανάπτυξη να έχει ωφελέσει τομείς, στους οποίους παράλληλα στηρίχθηκε, όπως τα ακίνητα και ο τουρισμός, την ίδια ώρα -όμως- τα ΜΜΕ και δη τα παραδοσιακά εξακολουθούν να περνούν δύσκολες εποχές. 

Συνεπώς, δεν είναι απλή η παρέμβαση στο μισθολογικό καθεστώς διά της έκδοσης διαταγμάτων ή ψήφισης σχετικών νόμων. Εάν η ίδια η αγορά δεν είναι έτοιμη, θα οδηγηθεί σε συνθήκες αδήλωτης εργασίας με αρνητικό αντίκτυπο και για το κράτος που θα αναγκαστεί να καταβάλλει επιδόματα ή άλλα ωφελήματα και παράλληλα να εργάζεται προς μείωση της ανεργίας, η οποία στην ουσία δεν θα έχει πραγματική διάσταση. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με το ΕΕΕ, του οποίου δικαιούχοι εργάζονται λαμβάνοντας «μαύρα» και παράλληλα επωφελούνται της κρατικής στήριξης. 

Παράλληλα, πιστεύω πολύ έντονα πως ο ορισμός κατώτατου μισθού λειτουργεί αρνητικά και σε διάφορα άλλα επίπεδα, αφού δημιουργεί αδικίες. Για παράδειγμα, ένας νέος και νεοεισερχόμενος σε έναν τομέα ως εργαζόμενος, μπορεί να έχει τέτοια προσόντα, ικανότητες και ταλέντα που να ωθήσουν μια επιχείρηση να τον πληρώσει καλύτερα από κάποιον άλλο, με λιγότερα προσόντα. Άρα, από τη μια εξισώνονται άτομα με διαφορετικές δυνατότητες και επίπεδα παραγωγικότητας και από την άλλη ο κατώτατος μετατρέπεται σε «βασικό» μισθό για μια εργασία, ανεξαρτήτως εμπειρίας ή δυνατοτήτων ενός εργαζομένου. Οι άγραφοι νόμοι της αγοράς καθορίζουν τα πάντα. 

Ταυτόχρονα, το μοντέλο του κατώτατου μισθού οδηγεί ακριβώς σε ασυδοσία από πλευράς εργοδοτών, οι οποίοι με οριζόντια προσέγγιση βάζουν εργαζόμενους διαφορετικού επιπέδου στο ίδιο μισθολογικό επίπεδο. Γραμματείς, εργάτες, άτομα με σπουδές στο μάρκετινγκ ή σπουδασμένοι τεχνικοί υπολογιστών, καταλήγουν σε επιχειρήσεις στην Κύπρο του σήμερα να αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, που δεν ισχύει καν για τις ειδικότητές που έχουν ή τα καθήκοντα που τους ανατίθενται. 

>>> ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΡΕΥΝΕΣ & ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΤΗΣ BRIEF <<<

Συμπερασματικά, θεωρώ ότι κανένα διάταγμα, κανένας νόμος και καμία απόφαση πολιτικής δεν αποτελούν καλύτερη διασφάλιση εργασιακών συνθηκών από την ανάπτυξη, την παραγωγικότητα και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας μέσω αξιοποίησης και της τεχνολογίας. Τα όποια προβλήματα στην αγορά, φαινόμενα εκμετάλλευσης, αδικίες και στρεβλώσεις διορθώνονται με συνθήκες πλήρους απασχόλησης, σταθερής πορείας ανάπτυξης και συνετής οικονομικής διαχείρισης τόσο από το κράτος όσο και από τον ιδιωτικό τομέα. Αυτά είναι τα κλειδιά για την κοινωνική ευημερία, κομμάτι της οποίας αποδίδεται και στις απολαβές των εργαζομένων.