«Το παιδικό μου Πάσχα»

Προς διαχρονικά προβληματισμένους, εκατοστής εξηκοστής έκτης επιστολής, το ανάγνωσμα…

ΓΡΑΦΕΙ Η
ΕΛΕΝΑ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ*

Πάντα αναρωτιόμουν τι είναι εκείνο που έκανε τους πιο μεγάλους να μιλούν για τα παλιά. Τώρα που ανήκω στους πιο μεγάλους ξέρω πάρα μα πάρα πολύ καλά. Είναι ο θρήνος για την απώλεια όσων χάνονται στην αχλή του χρόνου. Στις παρυφές της μνήμης. Στα όρια μιας εποχής που χάνεται οριστικά και αμετάκλητα. Χωρίς επιστροφή. 

Η νοσταλγία. Ο νόστος για την πατρίδα της παιδικής μας ψυχής δεδομένος. 

Μυρίζει φρεσκοφουρνισμένο ψωμί. Έχει το χρώμα των κόκκινων αυγών της μεγάλης Πέμπτης. Την πίστη τη βαθιά πως όντως οι παπαρούνες βάφτηκαν κόκκινες από το αίμα του Χριστού. Τις λέξεις και τις εικόνες από τον Χριστό που ξανασταυρώνεται κάθε Μεγάλη Πέμπτη να σμίγουν λίγο με το συρτάκι του Ζορμπά και την ανυπότακτα ελεύθερη ψυχή του Καζαντζάκη, τον οποίο, άσχετο, αλλά διάβασες στα κρυφά, κάπου εκεί στα 12 και εννοείται πως δεν κατάλαβες Χριστό, αλλά σε συνάρπασε μιας και ήταν ένα ανάγνωσμα βαθιά αμαρτωλό. Αφού κατέληξε με έναν μουστακαλή κρητικό θαμμένο κάτω από μια επιγράφη πως δεν πιστεύει σε τίποτα, δεν ελπίζει τίποτα και δηλώνει την απόλυτη ελευθερία του μπροστά στον θάνατο.

Και μετά τον Νυμφίο και τις μωρές παρθένες να σκέφτεσαι την Μεγάλη Τρίτη και την Κασσιανή που είχε το θάρρος μπροστά στον Αυτοκράτορα να δηλώσει πως από τις γυναίκες πήγασαν όλα τα καλά αναφερόμενη και στη ζωή αλλά και στην αιώνια ζωή (Παναγία- Χριστός). Η πρώτη φεμινίστρια; Μα με μήλο να επιλέξει την εκλεκτή, και μετά να τη βάλει από την αρχή στη θέση της δηλώνοντας πως από τη γυναίκα πηγάζουν όλα τα κακά; Τον έβαλε στη θέση του τον αυτοκράτορα και καλά του έκανε.

Και ύστερα να περνάς από κήπο σε κήπο σε όλο το χωριό για να μαζέψεις τριαντάφυλλα και κρίνα. Και να περιμένεις πώς και πώς να σου πουν πως μπορείς να είσαι μια από τις μυροφόρες για να ράνεις τον τάφο με μύρα και εννοείται πως ποτέ δεν ήσουν ανάμεσα στις εκλεκτές και έχεις να το λες. Μπορεί και να ήταν η μοναδική φορά που ζήλεψες μέχρι θανάτου τα λουστρίνια παπούτσια και τις κορδέλες στα μαλλιά.

Και μετά να σκέφτομαι τον Πέτρο και την αδυναμία του να σταθεί αντάξιος του διδασκάλου του. Να τον αρνηθεί 3 φορές.  Όχι μία, ούτε δύο, αλλά τρεις! Σαν παραμύθι; Σαφέστατα. Και να τον αγαπά την ίδια ώρα βαθιά. Γιατί, ναι,  η ανθρώπινη ψυχή μπορεί να σταθεί κατώτερη των περιστάσεων και ας αγαπά βαθιά. Και Εκείνος φυσικά να συγχωρεί!

Και ύστερα ξανά και ξανά να σκέφτομαι τον Ιούδα. Τον ανυπότακτο, τον επαναστάτη. Παράδωσε με φιλί τον διδάσκαλό του. Μόνο έτσι θα εκπληρωνόταν η προφητεία. Η πιο τραγική φιγούρα;  Ίσως. Μαζί με τον Πέτρο. 

Όσο για τον Ιωάννη, το καλό παιδί, πρέπει να πω ένα μεγάλο Μπράβο του! Τα καλά παιδιά όμως η αλήθεια είναι πως τα βρίσκουν με την ψυχή τους. Τα κακά παιδιά είναι που παλεύουν με θεούς και δαίμονες. Ιούδας που πρόδωσε και Πέτρος που αρνήθηκε είναι οι τραγικές φιγούρες για μένα και ας αγαπώ βαθιά τον Ιωάννη. Στους άλλους 2 έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία.

Και μετά; Ανάστα ο Κύριος! Και δάφνες και κρότοι και πέφτουν τα μαύρα! 

Και ένα Χριστός Ανέστη λίγο πριν τα  μεσάνυχτα με φιλιά σταυρωτά. Και λαμπάδες και λαμπρατζιές με μαρτάκια να καίγονται για να ξορκίσουμε το κακό με κρότους.

Το Πάσχα είναι κάθε χρόνο Το Πέρασμα για τον καθένα από εμάς. Δεν γίνεται, άσχετα με το επίπεδο ή το βάθος της πίστης του καθενός μας, να δακρύζουμε μπροστά στον σταυρό, να συγκλονιζόμαστε από το σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας, να κλαίμε από χαρά όταν ακούμε το «'Αρατε πύλας οι άρχοντες υμών· και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης» Κάτι βαθύτερο σημαίνει. 

Ανάσταση και Ανάταση. Ελπίδα που δεν πεθαίνει. Ούτε καν τελευταία. 
Χριστός Ανέστη;  Αληθώς!

Υπογραφή
Ρομπέν των Χαμένων Θαυμάτων

*Η Έλενα Περικλέους είναι Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας