Σε δύο σημεία σχετικά με τα έξοδα της ΑΗΚ που αν διαφοροποιηθούν θα ρίξουν τις τιμές της ενέργειας εστίασε ο Υπουργός Ενέργειας, Γιώργος Παπαναστασίου, ο οποίος παρευρέθηκε στην παρουσίαση των Πεπραγμένων της ΑΗΚ για το 2022. (Διαβάστε εδώ αναλυτικό ρεπορτάζ).
Ειδικότερα, ο Υπουργός Ενέργειας σε παρέμβαση του κατά την διάρκεια της ανάλυσης των λειτουργικών εξόδων της ΑΗΚ από την Πρόεδρο του ΔΣ της ΑΗΚ, Δέσποινας Παναγιώτου Θεοδοσίου, αναφέρθηκε στα δύο πιο σημαντικά στοιχεία που ανεβάζουν το κόστος της συμβατικής ενέργειας που παράγει η ΑΗΚ.
Όπως σημείωσε ο Υπουργός τα καύσιμα και το κόστος δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπιακών αερίων (απαριθμούν περισσότερο από το το 70% των συνολικών εξόδων της ΑΗΚ) έχουν αυξηθεί κατά 74% και 50,1% το 2022 σε σχέση με το 2021, τονίζοντας πως αυτά είναι οι πιο σημαντικές γραμμές σχετικά με το κόστος του ηλεκτρισμού.
>>> Διαβάστε αυτούσιο τον απολογισμό της ΑΗΚ
«Είναι για αυτό τον λόγο που ως κράτος επικεντρωθήκαμε στο μεταβατικό καύσιμο που λέγεται Φυσικό Αέριο, διότι και στις 2 αυτές περιπτώσεις, το καύσιμο και το κόστος δικαιωμάτων σχετίζεται με το Φυσικό Αέριο», είπε ο Υπουργός, συμπληρώνοντας την ίδια ώρα πως το κράτος εντόπισε πως εάν το ΦΑ φτάσει στην Κύπρο σε υγροποιημένη μορφή, ακολούθως πάει σε από-υγροποίηση και μετά να πάει σε καύση τότε αυτό είναι πιο ακριβό.
Όπως επεξήγησε ο κ. Παπαναστασίου υπάρχει πλέον η σκέψη για μεταφορά αεριοποιημένου Φυσικού Αερίου από την περιοχή το οποίο έχει σαφώς χαμηλότερη τιμή απ’ ότι το υγροποιημένο, σημειώνοντας πως το υγροποιημένο τη δεδομένη στιγμή ίσως πωλείται προς 25 δολάρια per million BTU και το αεριοποιημένο από την περιοχή μας γύρω στα 7 δολάρια.
Ο Υπουργός τόνισε πως εάν η ΑΗΚ επικεντρωθεί σε αυτά τα δύο σημεία, δηλαδή στο καύσιμο και στο κόστος αερίων, τότε αυτομάτως το κόστος της συμβατικής παραγωγής θα έχει κάθετη πτώση.
Δείτε ολόκληρη την παρέμβαση του Υπουργού:
Ποια τα έξοδα της ΑΗΚ και ποια τα έσοδα
Σύμφωνα με την Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ, Δέσποινα Παναγιώτου Θεοδοσίου η οποία ανέλυσε τα στοιχεία, τα συνολικά έσοδα της ΑΗΚ το 2022, μετά την αφαίρεση της ειδικής έκπτωσης που παραχωρήθηκε λόγω της πανδημίας COVID-19, ανήλθαν στα €1,327 δις.
Η ειδική έκπτωση που παραχωρήθηκε σε όλους τους πελάτες της ΑΗΚ ήταν €7,8 εκ. περίπου. Τα συνολικά έξοδα έφτασαν στα €1,305 δις με κέρδος εργασιών ύψους €21,8 εκ και καθαρό κέρδος για το έτος ύψους €12,9 εκ. Η βελτίωση στα αποτελέσματα συγκριτικά με το προηγούμενο έτος όπως είπε η κα. Θεοδοσίου ήταν αποτέλεσμα, κατ’ αρχήν της επανεκκίνησης της οικονομίας μετά την ύφεση λόγω της εξάπλωσης της πανδημίας, αλλά επίσης, της σταθεροποίησης σε ένα βαθμό της τιμής καυσίμων, παρά τη μεγάλη αύξηση ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και της εφαρμογής των νέων διατιμήσεων από τον Ιούνιο 2022. Παρά τη βελτίωση των αποτελεσμάτων της ΑΗΚ, τα κέρδη εργασιών παραμένουν χαμηλότερα από τα επιτρεπόμενα βάσει της ρύθμισης.
Τα λειτουργικά έξοδα σημείωσαν αύξηση €416 εκ. περίπου. Η αύξηση αυτή όπως είπε οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση του κόστους καυσίμου, του κόστους αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπιακών αερίων και του κόστους αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ιδιώτες παραγωγούς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την κα. Θεοδοσίου, το κόστος καυσίμου αυξήθηκε από €385,8εκ το 2021 σε €671,4εκ το 2022 παρουσιάζοντας αύξηση 74%. Η αύξηση αυτή όπως επεξήγσε οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση της επικρατούσας τιμής στην αγορά, ως συνέπεια του πολέμου στην Ουκρανία.
Τώρα, όσον αφορά το κόστος δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπιακών αερίων η Πρόεδρος του ΔΣ της ΑΗΚ σημείωσε πως αυτό αυξήθηκε κατά €82,7 εκ. και ανήλθε γύρω στα €248 εκ. Η αύξηση οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση της μέσης τιμής των δικαιωμάτων που αγοράστηκαν κατά τη διάρκεια του έτους. Όπως συμπλήρωσε, δεν υπήρξε ιδιαίτερη μεταβολή στον αριθμό των δικαιωμάτων που αγοράστηκαν κατά τη διάρκεια της χρονιάς αυτής.
Η κα. Θεοδοσίου ανέφερε επίσης πως το κόστος αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ιδιώτες παραγωγούς ΑΠΕ αυξήθηκε από €63,7εκ το 2021 σε €103,9 εκ το 2022 παρουσιάζοντας αύξηση 63,1%. Η μεταβολή οφείλεται στην αύξηση στην τιμή αγοράς ενέργειας από ΑΠΕ, η οποία αντιστοιχεί στο κόστος αποφυγής το οποίο επηρεάζεται άμεσα από το κόστος καυσίμων. Οι μονάδες που αγοράστηκαν παρουσίασαν μείωση της τάξης του 2,4%.
Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, το 78% περίπου των συνολικών εξόδων, αφορούσε στο κόστος καυσίμου, στην αγορά ενέργειας από ιδιώτες παραγωγούς ΑΠΕ και στην αγορά δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπιακών αερίων.
>>> Διαβάστε αυτούσιο τον απολογισμό της ΑΗΚ
Ζάκος Χαράλαμπος