Οι τρεις φάσεις του οικονομικού αντίκτυπου της πανδημίας

Όλα ήταν καθοριστικά το 2020, προκαλώντας ένα εκρηκτικό συνδυασμό που επηρέασε την ζωή όλων μας

Σε αυτή τη μοναδική συγκυρία είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις πιο ήταν το σημαντικότερο οικονομικό συμβάν. Οι νέες μακροοικονομικές συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία; Η νομισματική πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών που «τυπώνουν» σαν να μην υπάρχει αύριο; Η κατάρρευση του ΑΕΠ και η σε χρόνο ρεκόρ επαναφορά του; Η αδιαφορία των κυβερνήσεων για την αλματώδη αύξηση του χρέους; Η στροφή των θεσμικών στο Bitcoin με τον χρυσό για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό να χάνει μέρος της λάμψης του;

Όλα ήταν καθοριστικά, προκαλώντας ένα εκρηκτικό συνδυασμό που επηρέασε την ζωή όλων μας. Εμείς όμως θα εστιάσουμε σε κάτι άλλο: ότι παρά το πάγωμα και την συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας, οι τιμές των χρηματιστηριακών δεικτών αυξήθηκαν. Εκ των υστέρων οι αναλυτές αναζητούν κάθε πιθανό ή απίθανο λόγο για να το αιτιολογήσουν. Δεν παύει ωστόσο να είναι εκπληκτικό.

Το V των χρηματιστηρίων ξεγέλασε πολλούς, νομίζοντας πως βρισκόμαστε σε φάση αναθέρμανσης. Ωστόσο οι περισσότερες υφέσεις δεν έχουν μικρότερη διάρκεια από 18 μήνες. Πώς είναι δυνατόν να ελπίζουμε βάσιμα πως τέτοιου μεγέθους κρίση, που σαν αυτή δεν έχει δει ξαναδεί άλλη φορά κάθε ζωντανός άνθρωπος, θα τελειώσει άμεσα;

Η οικονομία και οι χρηματαγορές είναι μυστήρια θηρία. Αποτελεί δύσκολη άσκηση από μόνη της η προετοιμασία για το απροσδόκητο. Πόσο μάλλον τώρα που έχει ανέβει το επίπεδο πολυπλοκότητας, καθώς συνειδητοποιούμε ότι ορισμένα γεγονότα που προηγουμένως θεωρούνταν αδύνατα, πλέον είναι πιθανό να συμβούν.

Ποιος θα πίστευε ότι οι τιμές των κατοικιών θα αυξηθούν στην καρδιά μιας παγκόσμιας πανδημίας; Η εξήγηση που δίνεται σήμερα είναι ότι δεν χτίζονται αρκετά σπίτια, σε συνδυασμό με την εισροή φθηνού κεφαλαίου που ενθάρρυνε τους ανθρώπους να αναχρηματοδοτήσουν ή και να αγοράσουν ένα σπίτι.

Ούτε στους πιο ευφάνταστους σεναριογράφους του Hollywood δεν θα του πέρναγε από το μυαλό στις αρχές του έτους ότι τα συμβόλαια του πετρελαίου θα φτάσουν να διαπραγματεύονται σε αρνητική τιμή. Αυτό ακριβώς συνέβη όταν η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο έπεσε, οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης έφτασαν να είναι σχεδόν πλήρεις και οι επενδυτές αφέθηκαν να κατέχουν συμβόλαια που απαιτούσαν να διαθέτουν φυσικά βαρέλια πετρελαίου.

Οι αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων
Οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας θα εξελιχθούν σε 3 φάσεις. Η πρώτη έχει τελειώσει, καθώς ήταν η φάση της ρευστοποίησης. Στην αποκορύφωση του πανικού τον Μάρτιο, όλοι πουλάγανε παρασύροντας τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων πολύ χαμηλότερα. Σταδιακά, περάσαμε στη φάση της ελπίδας. Οι άνθρωποι άρχισαν να πιστεύουν πως τελικά όσο ισχυρός και να είναι ο ιός, δεν φαίνεται να έχει την δυνατότητα να καταστρέψει την οικονομία.

Παράλληλα υπήρξε προτίμηση σε συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων. Δεν έχουν όλες οι κρίσεις τις ίδιες επιπτώσεις, ούτε τον ίδιο χρόνο ανάκαμψης. Δεν τους χτυπάει όλους με την ίδια ορμή. Για την ακρίβεια αναδεικνύει ευκαιρίες για κάποιους κλάδους ή επιχειρήσεις. Η ψηφιακή οικονομία βαδίζει σε διαφορετικούς δρόμους από την υπόλοιπη.

Σε αυτές τις περιόδους αυξημένης αστάθειας, ανορθολογισμού της αγοράς και βαθιάς αβεβαιότητας, υπάρχει μόνο ένα πράγμα που έχει γίνει ξεκάθαρο. Ότι το μέλλον είναι εδώ και είναι ψηφιακό.

Μέχρι στιγμής οι αμερικάνικες μετοχές ευεργετήθηκαν από την αρνητική απόδοση των ομολόγων, καθώς αποτέλεσαν την πρώτη προφανή διέξοδο. Όμως δεν υπάρχει δίκαια αποτίμηση στις μετοχές αυτή τη περίοδο. Τα οικονομικά μεγέθη δεν συμβαδίζουν με την πορεία των μετοχών.

Με οποιαδήποτε οπτική και αν βλέπουν το χρηματιστήριο, σε ένα συμφωνούν όλοι: ότι οι αμερικανικοί δείκτες έχουν αποσχισθεί από την οικονομία. Πώς είναι δυνατόν η Apple να διπλασιάζει την αξία της όταν η οικονομία διαλύεται; Όταν οι πελάτες της αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες; Επειδή δεν δουλεύουν τα οικονομικά μοντέλα, επικρατεί το συναίσθημα. Για αυτό και υπάρχουν τόσο έντονες διακυμάνσεις.


Οι εταιρίες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα είναι φτηνές, αλλά δεν ξέρεις αν θα λυγίσουν τελικά. Εκείνες που δεν αντιμετωπίζουν άμεσο πρόβλημα ή επιχειρήσεις που ωφεληθήκανε από τον περιορισμό των μετακινήσεων, είναι πανάκριβες. Ίσως όμως το πλεονέκτημα που έχουν θα πάψει να υφίσταται όταν επανέρθει η κανονικότητα.

Ούτε και στα ακίνητα όπου συμβαίνει κάτι αντίστοιχο, δεν υπάρχουν δίκαιες αποτιμήσεις. Τα εμπορικά είναι φτηνά, αλλά κανείς δεν γνωρίζει αν αύριο θα υπάρξει ζήτηση. Είτε για ενοικίαση γραφείων ή για να βρεθούν επιχειρηματίες να ανοίξουν ή ακόμα και να διατηρήσουν τα καταστήματα τους. Από την άλλη τα σπίτια έχουν γίνει πιο ακριβά, καθώς το ενδιαφέρον μετατοπίστηκε εκεί. Όμως τα ακίνητα έχουν το μειονέκτημα της ρευστότητας. Αν θελήσω μετρητά άμεσα, θα πρέπει να τα πουλήσω με σκοτωμένη τιμή.

Οι επόμενες φάσεις
Το πρόβλημα με την αίσθηση πως τα χειρότερα πέρασαν, είναι πως δεν ταυτίζεται πάντα με την πραγματικότητα. Ένα σενάριο που είναι υπαρκτό, με τις πιθανότητες να αυξάνουν προς αυτό, μοιάζει με την σκηνή στα κινούμενα σχέδια, που το καρτούν έχει περάσει τον γκρεμό και συνεχίζει να περπατάει αμέριμνο. Μέχρι που βλέπει κάτω το κενό. Τότε είναι που αναλαμβάνει τον ρόλο της η βαρύτητα.

Οι κυβερνήσεις βρίσκονται σε αδιέξοδο. Αν σταματήσουν να διοχετεύουν χρήμα στην αγορά, αυτή κινδυνεύει να καταρρεύσει άμεσα. Αν δημιουργούν συνεχώς, διαβρώνεται η αγοραστική αξία των νομισμάτων τους. O πληθωρισμός σύμφωνα με τις επίσημες μετρήσεις παραμένει μικρός, αλλά πρόκειται για μαγική εικόνα. Μπορεί τα είδη καθημερινής ανάγκης να μην αυξάνονται, αλλά έχουν αυξηθεί δυσανάλογα οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων, όπως των μετοχών και των ακινήτων.

Το παρακάτω διάγραμμα αναδεικνύει την διεύρυνση του χάσματος της ανισότητας. Οι ώρες εργασίας που απαιτούνται για να αγοράσεις ένα μερίδιο του δείκτη S&P 500, από 20 που ήταν πριν λίγες δεκαετίες, πλέον βρίσκονται στο 141. Δεν έχουν γίνει πιο πολύτιμα τα περιουσιακά στοιχεία. Αυτό που έχει αυξηθεί είναι η ποσότητα των χρημάτων. Οι πολιτικές του άφθονου «τυπώματος», ανακατανέμουν τον πλούτο από τους αρχικούς ιδιοκτήτες του (τους πολλούς) στα χέρια εκείνων που βρίσκονται πλησιέστερα στις «πρέσες» (στους λίγους).

Για την ώρα είμαστε ακόμα στην περίοδο του «δώσε και μένα μπάρμπα», από φρεσκοτυπωμένα χρήματα, δηλαδή από κοπανιστό αέρα. Αποτελεί βολική ψευδαίσθηση ότι οι κρατικές παροχές είναι χωρίς κόστος. Πρόκειται ακριβώς για αυτό: ψευδαίσθηση. Οι ενισχύσεις με οποιαδήποτε μορφή είναι δανεικά και όχι αγύριστα.

Σύντομα θα φτάσουμε στην επόμενη φάση που οι κυβερνήσεις δύσκολα θα καταφέρουν να αντιμετωπίσουν, πόσο μάλλον να λύσουν: τη φάση της απογοήτευσης. Για τον μέσο όρο των ανθρώπων τα πράγματα θα δυσκολέψουν πριν καλυτερέψουν. Θα συνειδητοποιήσουν πως θα αργήσουν παραπάνω από όσο ελπίζανε να επανέρθουν στην προηγούμενη κατάσταση της ευμάρειας. Ότι τα ενισχυτικά εργαλεία της οικονομίας έχουν ημερομηνία λήξης. Σε αυτό το σημείο θα έχουμε προσεγγίσει τη φάση της αφερεγγυότητας. Ατόμων, εταιριών, κρατών. Μην νομίζετε πως βρίσκεται μακριά. Ήδη η Βραζιλία είναι έτοιμη να βαρέσει κανόνι. Τελείωσαν οι κρατικές ενισχύσεις και δυσκολεύεται να δανειστεί.

Πότε θα αρχίσει η μεγάλη κρίση; Όταν οι δανειολήπτες δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Θα αρχίσει ένα ντόμινο χρεοκοπιών, που κανείς δεν γνωρίζει που θα σταματήσει. Μόνο ένας τρόπος υπάρχει να το αποφύγουμε: να τυπώνονται συνεχώς νέα χρήματα από τις Κεντρικές Τράπεζες. Μόνο έτσι μπορούν να διατηρήσουν τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων υψηλά.

Για την ώρα οι πολιτικές που ακολουθούνται αποσκοπούν είτε άμεσα είτε έμμεσα σε αναστολή πληρωµών. Αυτό σηµαίνει πως ο δανειολήπτης θα αναβάλει την πληρωμή των υποχρεώσεων του στο μέλλον. Όμως εδώ μπαίνει αμείλικτο το ερώτημα αν θα μπορεί να τα πληρώσει αργότερα. Καταρχάς δεν γνωρίζουμε αν θα εξακολουθεί να υπάρχει ή αν κλείσει υπό το βάρος της κρίσης. Και αν λειτουργεί, ποια θα είναι η χρηµατοοικονοµική του κατάσταση.

Δεν χρειάζεται να πάει χειρότερα η οικονομία, αλλά να μην ανακάμψει. Όλα είναι συνάρτηση του χρόνου. Όσο δεν έχουμε ανάκαμψη, η πιθανότητα χρεοκοπίας, νοικοκυριών, επιχειρήσεων, κρατών, αυξάνει.

Οι τράπεζες πρόκειται να είναι ο μεγάλος χαμένος της υπόθεσης σε κάθε σενάριο. Αν συνεχιστεί η ύφεση, θα έχουμε χρεοκοπίες, με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό για τους ισολογισμούς τους. Αν οι Κεντρικές Τράπεζες συνεχίσουν να «τυπώνουν», τα επιτόκια θα μείνουν κολλημένα στο μηδέν, στριμώχνοντας σε δραματικό βαθμό τα περιθώρια κέρδους.

Το μόνο σενάριο που θα τις βρει ωφελημένες είναι να υπάρξουν μεγάλα ποσοστά ανάπτυξης και για καιρό. Πόσο πιθανό όμως είναι να δούμε κάτι τέτοιο, τουλάχιστον το επόμενο διάστημα;

euro2day.gr - Βασίλης Παζόπουλος