Aύξηση των ανεκτέλεστων υπολοίπων κονδυλίων

Κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους για το μέλλον

"Το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των κονδυλίων που έχουν δεσμευθεί από τον προϋπολογισμό της ΕΕ αλλά δεν έχει ακόμη πληρωθεί έχει φθάσει σε νέο υψηλό επίπεδο, το οποίο θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους για το μέλλον", σύμφωνα εκτίμηση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το ΕΕΣ σημειώνει ότι η αξία αυτών των πληρωμών ήταν 267 δισ. Ευρώ στο τέλος του 2017 και πρόκειται να αυξηθεί περαιτέρω. Οι ελεγκτές προειδοποιούν ότι αυτό μπορεί να περιορίσει την ικανότητα της Κομισιόν να διαχειρίζεται μελλοντικές ανάγκες.

>>> ΟΛΗ Η ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ BRIEF ΜΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ <<<

Σύμφωνα με το ΕΕΣ ο ετήσιος προϋπολογισμός της ΕΕ αποτελείται από διαθέσιμα προς δέσμευση ποσά και ποσά για την πραγματική πληρωμή κατά τη διάρκεια του έτους, ενώ οι αποκαλούμενες "εκκρεμούσες αναλήψεις υποχρεώσεων" είναι εκείνες που πραγματοποιήθηκαν κατά το τρέχον και τα προηγούμενα έτη, αλλά δεν έχουν καταβληθεί ακόμη ή ακυρωθεί. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αποτελούν ένα ποσό γνωστό ως RAL (από το γαλλικό reste à liquider).

Οι ελεγκτές τονίζουν πολλές πιθανές λύσεις για να αποφευχθεί μια παρόμοια συσσώρευση των RAL στο πλαίσιο του νέου πολυετούς προγράμματος δαπανών για το 2021-2027 όπως:

- έγκαιρη έγκριση του πολυετούς προγράμματος δαπανών και των σχετικών προγραμμάτων ·
- απλούστευση των κανόνων δαπανών του προϋπολογισμού της ΕΕ ·
- παροχή ορθών προβλέψεων για τις ανάγκες πληρωμών ·
- κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των διαθέσιμων ποσών για αναλήψεις υποχρεώσεων και πληρωμών.

Κατά το ΕΕΣ τα ποσά RAL αυξάνονται σταδιακά κατά περισσότερο από 90% την τελευταία δεκαετία, με έντονη επιτάχυνση τα τελευταία χρόνια.

Οι ελεγκτές εντοπίζουν τρεις κύριους παράγοντες που επηρεάζουν τα RAL:

- τα ποσά του διαθέσιμου προϋπολογισμού για δέσμευση είναι υψηλότερα από τα πραγματικά διαθέσιμα ποσά για πληρωμές,
- το τέλος ενός πολυετούς προγράμματος δαπανών επικαλύπτεται με την έναρξη του επόμενου και
- τα προγράμματα που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ στα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις.

Κατά το ΕΕΣ, τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία και τα ταμεία επενδύσεων παράγουν το μεγαλύτερο μερίδιο των RAL, κυρίως λόγω του μεγάλου μεριδίου τους στο συνολικό προϋπολογισμό και στους ειδικούς κανόνες δαπανών τους.

Οι ελεγκτές παρέχουν λεπτομερή σύγκριση μεταξύ των κρατών μελών. Αυτό δείχνει ότι, επειδή κάθε κράτος απορροφά τη χρηματοδότηση με διαφορετικό επιτόκιο, το μερίδιό του στο RAL δεν είναι ανάλογο με τα ποσά που έχουν στη διάθεσή τους για ανάληψη υποχρεώσεων. Προκειμένου να προωθηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία, όλα τα κράτη μέλη πρέπει να δαπανήσουν αυτά τα κονδύλια εντός τριών ετών από τη στιγμή που έχουν δεσμευθεί ή να διακινδυνεύσουν να τα χάσουν.

Το RAL μειώνεται όταν τα ποσά που δεσμεύονται καταβάλλονται ή ακυρώνονται. Κατά την τελευταία δεκαετία, τα ακυρωθέντα ποσά ήταν σχετικά χαμηλά, περίπου στο 2% του συνόλου των πιστώσεων. Ωστόσο, οι ελεγκτές επισημαίνουν ότι τα ακυρωθέντα ποσά δεν μπορούν πλέον να χρησιμοποιηθούν και συνεπώς χάνονται για τους στόχους πολιτικής των ενδιαφερομένων κρατών μελών και της ΕΕ.

ΚΥΠΕ - Aθανάσιος Αθανασίου