Fitch: Αργά εντός 2024 και μέχρι το 2027 η ανάπτυξη της Γερμανίας

Μία ευπάθεια του γερμανικού οικονομικού μοντέλου είναι η μεγάλη εξάρτηση της ανάπτυξης από εξωτερική ζήτηση, τονίζει

Η γερμανική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί τα έτη 2024 - 2027, αν και αυτή η ανάκαμψη θα ξεκινήσει πολύ αργά το 2024, τονίζει ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch Ratings, ο οποίος παράλληλα εκφράζει την άποψη ότι η χώρα λειτουργεί κάτω από το δυναμικό της, με περιθώριο για να καλύψει τη διαφορά.

«Οι αδύναμες επιδόσεις της γερμανικής οικονομίας έχουν δώσει αφορμή για σχόλια ότι το οικονομικό μοντέλο της χώρας είναι ‘σπασμένο’ ή ότι η αύξηση του ΑΕΠ έχει κολλήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα», αναφέρει ο αμερικανικός οίκος σε έκθεση του με τίτλο «Η Γερμανία θα ανακάμψει από την οικονομική της ύφεση».

Αναφέροντας ότι οι διαρθρωτικοί περιορισμοί είναι επίσης εμφανείς, ο Fitch αναφέρει ότι μια ευπάθεια του γερμανικού οικονομικού μοντέλου είναι η μεγάλη εξάρτηση της ανάπτυξης από την εξωτερική ζήτηση, η οποία είναι εμφανής στο διαρθρωτικό πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Σημειώνει ότι μεγαλύτερες εγχώριες επενδύσεις, που θα απορροφούσαν περισσότερες αποταμιεύσεις στο εσωτερικό, θα μείωναν την εξάρτηση από την παγκόσμια ζήτηση και θα αύξαναν την παραγωγικότητα.

«Εκτιμούμε ότι μέχρι το τέλος του 2024, η Γερμανία θα έχει το μεγαλύτερο αρνητικό κενό παραγωγής μεταξύ των 10 ανεπτυγμένων οικονομιών (DM10) που παρακολουθεί η Οικονομική Ομάδα της Fitch, περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες», σημειώνει.

Ο Fitch αναφέρει ότι οι οικονομικές επιδόσεις της Γερμανίας μετά την πανδημία την Covid -19 ήταν αδύναμες, ύστερα από μια δεκαετία σχετικά ισχυρής ανάπτυξης την περίοδο 2010-2019 και προσθέτει ότι η παραγωγή το 4ο τρίμηνο του 2023 ήταν μόλις και μετά βίας υψηλότερη από το 4ο τρίμηνο του 2019, παρουσιάζοντας την χειρότερη απόδοση από τις 20 μεγάλες οικονομίες που παρακολουθεί η Fitch Economics.

«Μειώσαμε την εκτίμησή μας για τον μεσοπρόθεσμο δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης της Γερμανίας το 2023 στο 1,1%, έναν από τους χαμηλότερους στην DM10, με τον μεγαλύτερο περιορισμό να είναι η αργή αύξηση του εργατικού δυναμικού», αναφέρει και προσθέτει πως το ενεργειακό σοκ που υπέστη η Γερμανία μείωσε τη δυνητική παραγωγή κατά 1 ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ.

Ο διεθνής οίκος αναφέρει επίσης πως ανέμενε την υποαπόδοση της γερμανικής οικονομίας το 2022 αλλά και το 2023, η οποία αντανακλούσε έναν συνδυασμό αρνητικών σοκ, όπως αναφέρει, που ήταν αυτό της προσφοράς φυσικού αερίου και των τιμών που επηρέασε την Ευρώπη το 2022, της νομισματικής σύσφιξης της ΕΚΤ και μιας σπάνιας κάμψης του όγκου του παγκόσμιου εμπορίου, σε συνδυασμό με την αδυναμία της κινεζικής οικονομίας.

«Καθώς αυτά τα σοκ εξασθενούν, θα πρέπει να υπάρχει περιθώριο για κάποια αναπλήρωση» των απωλειών, προσθέτει.

ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ