Η ΕΚΤ αναβάλλει κρίσιμες αποφάσεις για την αγορά ομολόγων

Η ΕΚΤ βρίσκεται αντιμέτωπη με μια εύθραυστη ανάπτυξη και έναν πληθωρισμό που επιμένει

Η μετάλλαξη Όμικρον και η επιμονή των πληθωριστικών πιέσεων από την ενέργεια και την εφοδιαστική αλυσίδα αλλάζουν τα σχέδια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που είχε τοποθετήσει χρονικά τις κρίσιμες αποφάσεις για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων στη συνεδρίαση της 16ης Δεκεμβρίου. Αυτό είναι το συμπέρασμα που προκύπτει από το διήμερο συμβούλιο της ΕΚΤ που ολοκληρώνεται σήμερα.

Οι αναλύσεις και οι εισηγήσεις των οικονομολόγων της ΕΚΤ συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η παρατεταμένη πληθωριστική πίεση και η μετάλλαξη Όμικρον μεταθέτουν χρονικά τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για να ληφθούν υπόψη σε μια αλλαγή στη νομισματική πολιτική. Τα swap στη 10ετία και τα ομόλογα στέλνουν αντιφατικά μηνύματα, με τις αποδόσεις των πρώτων να σημειώνουν αύξηση και των δεύτερων να παραμένουν χαμηλά, κάτι που δίνει το σήμα στην ΕΚΤ ότι οι αγορές προετοιμάζονται για κάθε ενδεχόμενο. Παράλληλα, η παράταση των υψηλών τιμών ενέργειας έχει επιβραδύνει τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, ενώ η κατανάλωση, αν και αυξημένη, κινείται χαμηλότερα του 2019. Η αγορά εργασίας, παρά τη μείωση του ποσοστού ανεργίας, εμφανίζεται πιο αδύναμη από την περίοδο πριν από την πανδημία.

Έτσι, η ΕΚΤ βρίσκεται αντιμέτωπη με μια εύθραυστη ανάπτυξη και έναν πληθωρισμό που επιμένει. Με τη διαφορά ότι τα δεδομένα σήμερα δείχνουν αποκλιμάκωση το 2022, με την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν μισθολογικές αυξήσεις. Όμως, αυτές έχουν μετατεθεί για το τέλος του 2021 με αρχές του 2022. Αν και η ΕΚΤ έχει λάβει διαβεβαιώσεις από τις μεγάλες επιχειρήσεις ότι δεν θα υπάρξουν αυξήσεις φέτος, αλλά κάποια στιγμή το 2022, οι οικονομολόγοι της συστήνουν να περιμένει μέχρι να έχει καλύτερη εικόνα.

Ούτε tapering, ούτε αύξηση επιτοκίων

Από τις εισηγήσεις των οικονομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και το διήμερο συμβούλιο που ολοκληρώνεται σήμερα προέκυψε ότι δεν είναι αρκετά τα διαθέσιμα στοιχεία, ώστε να ληφθεί κάποια δραστική απόφαση για τις αγορές ομολόγων, πόσω μάλλον για τα επιτόκια. Αυτό, άλλωστε προκύπτει και από δημόσιες δηλώσεις της επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ και μελών του εκτελεστικού συμβουλίου.

Αν και η κυρία Λαγκάρντ εμφανίζεται πιο καθησυχαστική, όλες οι δημόσιες τοποθετήσεις συγκλίνουν στο ίδιο συμπέρασμα. Απαιτείται προσοχή και ιδιαίτερα στις αποφάσεις για μισθολογικές αυξήσεις που έχουν μετατεθεί για τα τέλη του 2021 με αρχές του 2022.

Δημόσιες δηλώσεις

Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς Ντε Γκίντος, εφιστά προσοχή, καθώς ελλοχεύουν κίνδυνοι, σύμφωνα με συνέντευξή του στην εφημερίδα Les Echos. Ο μεγαλύτερος, όπως έχει επισημανθεί και από την κα Λαγκάρντ, σχετίζεται με τις μισθολογικές αυξήσεις, οι οποίες αν γίνουν θα προσδώσουν στον πληθωρισμό μόνιμο χαρακτήρα. Όπως εξηγεί ο ίδιος, λόγω της πανδημίας, οι διαπραγματεύσεις για τους μισθούς είχαν μετατεθεί για τα τέλη του έτους με αρχές του 2022. Τόσο η κυρία Λαγκάρντ όσο και τα πρακτικά των οικονομολόγων της ΕΚΤ, στην προηγούμενη συνεδρίαση, αναφέρουν ότι, σύμφωνα με τηλεφωνική επικοινωνία που είχε η Κεντρική Τράπεζα με τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, δεν θα υπάρξουν αυξήσεις τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους. Θα υπάρξουν κάποιες, κάποια στιγμή το 2022. Αυτό ακριβώς είναι που φοβάται ο Ντε Γκίντος, ανησυχία την οποία μοιράζονται πολλά μέλη και οικονομολόγοι της ΕΚΤ. Πάντως, στην πρόσφατη συνέντευξη της κυρίας Λαγκάρντ στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Sonntagszeitung, όταν ρωτήθηκε γιατί είναι τόσο σίγουρη ότι θα πέσει ο πληθωρισμός το 2022, απάντησε ότι η εκτίμηση αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για μισθολογικές αυξήσεις που θα ανατρέψουν τις προβλέψεις.

Μετάλλαξη Όμικρον

Την ίδια στιγμή, η μετάλλαξη Όμικρον αναζωπύρωσε την αβεβαιότητα στην αγορά, όπου λειτουργεί σταθεροποιητικά το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων PEPP. Από την άλλη πλευρά, η εκτίμηση είναι ότι η μετάλλαξη αυτή δεν θα έχει τις ίδιες επιπτώσεις, την ίδια διάρκεια και βαρύτητα, σε σύγκριση με την περίοδο της αρχής της πανδημίας. Αυτό το στηρίζουν στα στατιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι χώρες με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, δηλαδή άνω του 90%, παρουσιάζουν σημαντικές άμυνες. Επίσης, οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι και αυτή η μετάλλαξη, όπως και η πανδημία του COVID θα ελεγχθεί.

Όμως, είναι αρκετά νωρίς για να ληφθούν αποφάσεις, σε σχέση με το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων. Η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη με την επανεκκίνηση της οικονομίας και με τα υψηλά ποσοστά εμβολιασμού δικαιολογούν κάποια επιβράδυνση στις αγορές ομολόγων, χωρίς αυτό να περιορίζει τη δραστικότητα του μέτρου. Όπως εξηγούν τραπεζικά στελέχη, οι αποπληρωμές του PEPP δεν έχουν συγκεκριμένη ημερομηνία, οπότε οι τράπεζες μπορούν να κάνουν χρήση της ρευστότητας για μεγαλύτερο διάστημα.

Πρόγραμμα PEPP

Η επικεφαλής της ΕΚΤ υπενθύμισε με δημόσια δήλωση ότι το PEPP θα παραμείνει ενεργό μέχρι τον Μάρτιο του 2022, ενώ ο αντιπρόεδρος Ντε Γκίντος δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να χρειαστεί επέκτασή του. Αυτό που διευκρινίστηκε είναι ότι δεν πρόκειται να υπάρξει αύξηση επιτοκίων μέχρι να ολοκληρωθούν οι αγορές και αποπληρωμές του PEPP, κάτι το οποίο δεν αναμένεται να συμβεί μέχρι τα τέλη του επόμενου έτους.

Ο κ. Ντε Γκίντος εμφανίστηκε επιφυλακτικός και ως προς τη διάρκεια των πληθωριστικών πιέσεων από τις ανατιμήσεις στην ενέργεια και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα. Όπως δήλωσε στη συνέντευξή του, όλοι, όχι μόνο η ΕΚΤ, έπεσαν έξω στις προβλέψεις σε ό,τι αφορά στη διάρκεια του φαινομένου. Έτσι, δεν αποκλείεται να διαρκέσει περισσότερο και μέσα στο 2022, μολονότι όλα τα στοιχεία σήμερα δείχνουν ότι, τελικά, θα πέσει κάτω του 2%. Αυτό που μπορεί να ανατρέψει την εκτίμηση είναι οι μισθολογικές αυξήσεις.

Για όλους αυτούς τους λόγους, τους παροδικούς, όπως σημειώνουν από την ΕΚΤ, δηλαδή η αβεβαιότητα της μετάλλαξης από τη μια και η επιμονή των πληθωριστικών πιέσεων από την άλλη, τα μέλη της ΕΚΤ πιέζονται να αναβάλλουν για λίγο αργότερα τις κρίσιμες αποφάσεις, αντί για τη συνεδρίαση της 16ης Δεκεμβρίου.

Πηγή: Capital.gr