Το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επικύρωσε σήμερα την απόφαση της Κομισιόν με την οποία διαπιστώθηκε ότι, μέσω "φορολογικής απόφασης προέγκρισης", το Λουξεμβούργο χορήγησε παράνομα κρατική ενίσχυση στην FFT και στον όμιλο Fiat, κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ (ΣΛΕΕ).
>>> ΟΛΗ Η ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ BRIEF ΜΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ <<<
Όπως διευκρινίζει το Δικαστήριο, "η επίμαχη φορολογική απόφαση προέγκρισης εγκρίνει μια μέθοδο για τη διάθεση των κερδών στην FFT εντός του ομίλου Fiat και επιτρέπει στην FFT να προσδιορίζει σε ετήσια βάση το ποσό του φόρου εταιρειών που πρέπει να καταβληθεί στο Λουξεμβούργο". Σύμφωνα με το ΓΔΕΕ, "η εν λόγω ενίσχυση είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά και πρέπει να επιστραφεί στο Λουξεμβούργο από την FFT και, εάν η FFT δεν επιστρέψει ολόκληρο το ποσό της ενίσχυσης, το ποσό της μη επιστραφείσας ενίσχυσης πρέπει να ανακτηθεί από τη Fiat Chrysler Automobiles N.V."
Αναλυτικά, το ΓΔΕΕ κρίνει ότι όταν η Κομισιόν εξέτασε αν η επίμαχη φορολογική ρύθμιση ήταν σύμφωνη με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, δεν έλαβε προέβη σε καμία πίεση για "φορολογική εναρμόνιση", αλλά άσκησε την εξουσία που της απονέμει το δίκαιο της ΕΕ εξετάζοντας αν η εν λόγω φορολογική ρύθμιση απονέμει στον δικαιούχο του πλεονέκτημα σε σχέση με την "κανονική" φορολογία, όπως αυτή ορίζεται από το εθνικό φορολογικό δίκαιο.
Το ΓΔΕΕ υπενθυμίζει ότι, όσον αφορά τα φορολογικά μέτρα, η ίδια η ύπαρξη πλεονεκτήματος μπορεί να διαπιστωθεί μόνο σε σχέση με την "κανονική" φορολογία και ότι, για να προσδιοριστεί αν υφίσταται φορολογικό πλεονέκτημα, η θέση του δικαιούχου ως αποτέλεσμα της εφαρμογής του επίδικου μέτρου πρέπει να συγκριθεί με τη θέση του ελλείψει του επίδικου μέτρου και υπό τους συνήθεις φορολογικούς κανόνες. Ξεκαθαρίζει δε ότι από την προσβαλλόμενη απόφαση δεν προκύπτει ότι η Κομισιόν έκρινε ότι κάθε φορολογική ρύθμιση συνιστά κατ `ανάγκη κρατική ενίσχυση και κρίνει ότι ορθώς διαπίστωσε ότι οι ρυθμίσεις για την εφαρμογή της μεθόδου του καθαρού περιθωρίου των συναλλαγών (TNMM), που επικυρώθηκε με την επίδικη φορολογική απόφαση, ήταν εσφαλμένες και, ειδικότερα, ότι το σύνολο του κεφαλαίου της FFT έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη και θα έπρεπε να έχει εφαρμοστεί ενιαίο ποσοστό.
Επιπλέον το ΓΔΕΕ σημειώνει ότι η τιμολόγηση των συναλλαγών εντός του ομίλου δεν καθορίζεται σύμφωνα με τους όρους της αγοράς και υπογραμμίζει ότι, στο μέτρο που η εθνική φορολογική νομοθεσία δεν κάνει διάκριση μεταξύ ολοκληρωμένων επιχειρήσεων και αυτόνομων επιχειρήσεων όσον αφορά την ευθύνη τους έναντι του φόρου εισοδήματος εταιριών, ο νόμος αυτός σκοπεί στη φορολόγηση του κέρδους που προκύπτει από την οικονομική δραστηριότητα μιας τέτοιας ολοκληρωμένης επιχειρήσεως σαν να είχε προκύψει από συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν σε τιμές αγοράς
Διαπιστώνει δε ότι, υπό τις συνθήκες αυτές, όταν εξετάζει, βάσει της εξουσίας που της παρέχει το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, φορολογικό μέτρο που χορηγείται σε μια τέτοια ολοκληρωμένη επιχείρηση, η Κομισιόν μπορεί να συγκρίνει τη φορολογική επιβάρυνση μιας τέτοιας ολοκληρωμένης επιχειρήσεως από την εφαρμογή του φορολογικού αυτού μέτρου με τη φορολογική επιβάρυνση που απορρέει από την εφαρμογή των συνήθων φορολογικών κανόνων της εθνικής νομοθεσίας μιας επιχειρήσεως που βρίσκεται σε συγκρίσιμη πραγματική κατάσταση και ασκεί τις δραστηριότητές της υπό τους όρους της αγοράς.
ΚΥΠΕ - Αθανάσιος Αθανασίoυ