Απαντά στον Κούσιο η Ελεγκτική Υπηρεσία με νέα στοιχεία

Με διευκρινήσεις απαντά η ΕΥ στον κυβερνητικό εκπρόσωπο για τα πέντε πρόσωπα που σχετίζονται με την Μαρίνα Αγίας Νάπας, και τις γνωματεύσεις ή νομικές συμβουλές σε ελεγχόμενους οργανισμούς.

Η Ελεγκτική Υπηρεσία απαντά σε σχέση με Αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου που λήφθηκαν μετά τις 18.8.2020, για παραχώρηση της κυπριακής υπηκοότητας στο πλαίσιο του ΚΕΠ.

Μάλιστα, σε απάντηση δηλώσεων του Κυβερνητικού Εκπροσώπου (διαβάστε εδώ τη δήλωσηαναφορικά με το θέμα παραχώρησης της κυπριακής υπηκοότητας στο πλαίσιο του ΚΕΠ, η Ελεγκτική Υπηρεσία σημειώνει τα ακόλουθα:

(α) Τα πέντε πρόσωπα που σχετίζονται με την Μαρίνα Αγίας Νάπας έκαναν αίτηση για πολιτογράφηση τον Απρίλη και Μάιο του 2019 και αυτή εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 21.8.2020. Τόσο κατά την ημερομηνία υποβολής όσο και κατά την ημερομηνία έγκρισης των αιτήσεων, τα εν ισχύι κριτήρια απαιτούσαν όπως ο αιτητής είναι υψηλόβαθμο διευθυντικό στέλεχος και να έχει τέτοια αμοιβή που να δημιουργεί φορολογικά έσοδα για τη Δημοκρατία ύψους €100.000 σε μία τριετία. Ουδείς εκ των πέντε πληρούσε το κριτήριο αυτό αφού δεν είχαν καθόλου εισοδήματα στη Δημοκρατία. Συνεπώς, αφού το συγκεκριμένο κριτήριο ήταν κατά πάντα χρόνο το ίδιο και οι αιτητές ουδέποτε το πληρούσαν, η πολιτογράφηση ήταν παράνομη. Το εύρημα αυτό ήδη καταγράφεται στην Έκθεσή μας για το Υφυπουργείο Τουρισμού. Για να καταλήξουμε στο εύρημα αυτό δεν κατέστη αναγκαία η αναζήτηση οποιασδήποτε νομικής συμβουλής, ειδικά αφού τα γεγονότα είναι τέτοια που δεν προκύπτει οποιαδήποτε αμφιβολία επί του θέματος.

(β) Είναι γνωστό ότι κάθε όργανο της διοίκησης ερμηνεύει και εφαρμόζει το νόμο κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του[1]. Για παράδειγμα, ένα Συμβούλιο Προσφορών για να αποφασίσει αν θα αποδεχθεί ή θα απορρίψει μία προσφορά, ερμηνεύει και εφαρμόζει τη νομοθεσία δημοσίων συμβάσεων. Ομοίως μία Πολεοδομική Αρχή, για να αποφασίσει αν θα εκδώσει ή όχι μία πολεοδομική άδεια, ερμηνεύει και εφαρμόζει τη σχετική νομοθεσία. Πράττοντας τούτο τα όργανα αυτά, δεν θεωρείται ότι γνωματεύουν, ούτε ότι παρέχουν νομική συμβουλή στον εαυτό τους. Απλώς ασκούν τις εκ του νόμου αρμοδιότητές τους.

Έτσι, και η Ελεγκτική Υπηρεσία ουδέποτε δίνει γνωματεύσεις ή νομικές συμβουλές σε ελεγχόμενους οργανισμούς. Το μόνο που κάνει η Ελεγκτική Υπηρεσία, είναι να ερμηνεύει καθηκόντως τα νομικό πλαίσιο το οποίο η ίδια χρησιμοποιεί ως κριτήριο ελέγχου σε περιπτώσεις ελέγχων συμμόρφωσης, ώστε να καταλήγει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το σχετικά διεθνή πρότυπα[2] παρέχουν σε μία Ελεγκτική Υπηρεσία την ευχέρεια λήψης συμβουλής από ειδικούς (όπως είναι ένας νομικός σύμβουλος), είναι ωστόσο σαφές ότι η αποκλειστική ευθύνη για την ορθότητα της έκθεσης παραμένει στους ώμους της Ελεγκτικής Υπηρεσίας.

(γ) Στο πλαίσιο αυτό, αν κατά την εξέταση των 221 περιπτώσεων, η Ελεγκτική Υπηρεσία κρίνει ότι για οποιαδήποτε περίπτωση προκύπτουν ζητήματα για τα οποία θα ήταν αναγκαίο ή χρήσιμο να αναζητήσει νομική ή άλλη συμβουλή, θα πράξει τούτο, εφαρμόζοντας πάντα τα σχετικά ελεγκτικά πρότυπα. Και στο τέλος θα κριθεί από την Έκθεση την οποία θα εκδώσει.

Διευκρινίζεται ότι το γεγονός πως τα 221 πρόσωπα πολιτογραφήθηκαν χωρίς να εφαρμοστούν οι νέοι Κανονισμοί, προφανώς θα αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου και τα ευρήματα μας για το θέμα θα περιληφθούν στην Έκθεση που θα εκδοθεί. Το μόνο που έχουμε προς το παρόν πράξει είναι να καταγράψουμε ως γεγονός τα ακόλουθα:

Τα πέντε παρανόμως πολιτογραφηθέντα πρόσωπα που σχετίζονται με την Μαρίνα Αγίας Νάπας υπέβαλαν μεν την αίτησή τους τον Απρίλη και Μάιο του 2019 αλλά, με απόλυτα δική τους ευθύνη, συμπλήρωσαν τα στοιχεία της αίτησής τους τον Ιούνη του 2020. Η πολιτογράφησή τους έγινε χωρίς καμία καθυστέρηση, αλλά μάλλον με υπερβάλλουσα ταχύτητα, 2,5 μήνες μετά, αγνοώντας όμως το εν ισχύι νομικό πλαίσιο με αποτέλεσμα την απώλεια συνολικού ποσού €1εκ. από τα δημόσια ταμεία. Αυτά είναι γεγονότα και όχι νομική συμβουλή ή γνωμάτευση.

Θα επιμένουμε στην προσπάθεια διατήρησης υψηλού επιπέδου στο δημόσιο διάλογο και ως εκ τούτου, για ακόμη μια φορά, δεν θα απαντήσουμε στους απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς του Κυβερνητικού Εκπροσώπου για τον Γενικό Ελεγκτή και την Υπηρεσία μας.

[1]  Η αιτιολογία των Διοικητικών Πράξεων και ο Ακυρωτικός Δικαστικός Έλεγχος, Μ. Πικραμένος, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2012, σελ. 7: «Οι κανόνες δικαίου χρήζουν συνήθως ερμηνείας, οπότε το εκάστοτε αρμόδιο όργανο οφείλει πολλές φορές να ερμηνεύει το ισχύον νομικό καθεστώς προκειμένου να θεμελιώσει το διατακτικό της διοικητικής πράξης.» (Η υπογράμμιση στο κείμενο)

[2]  Μεταξύ άλλων προτύπων, το Πρότυπο INTOSAI 100  (Fundamental Principles of Public-Sector Auditing) προβλέπει τα ακόλουθα:

“Where relevant or necessary, and in line with the SAI’s mandate and the applicable legislation, the auditor may use the work of internal auditors, other auditors or experts.  The auditor’s procedures should provide a sufficient basis for using the work of others, and in all cases the auditor should obtain evidence of other auditors’ or experts’ competence and independence and the quality of the work performed. However, the SAI has sole responsibility for any audit opinion or report it might produce on the subject matter; that responsibility is not reduced by its use of work done by other parties.”