Η Κύπρος στις τελευταίες θέσεις της Βιώσιμης Αειφόρου Ανάπτυξης

Απαιτούνται σημαντικές αλλαγές για επίτευξη των στόχων Βιώσιμης Αειφόρου Ανάπτυξης της ΕΕ, καταδεικνύει Έκθεση

Τα επίσημα ευρήματα του Δικτύου Βιώσιμης Αειφόρου Ανάπτυξης (SDSN) και του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Περιβαλλοντικής Πολιτικής (IEEP) σχετικά με την πρόοδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και των κρατών μελών της ως προς τους Στόχους της Βιώσιμης Αειφόρου Ανάπτυξης (SDGs), είναι πλέον διαθέσιμα και δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά.

>>> ΟΛΗ Η ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ BRIEF ΜΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ <<< 

Παρόλο που οι ευρωπαϊκές χώρες είναι πρωτοπόρες παγκοσμίως αναφορικά με τους Στόχους της Βιώσιμης Αειφόρου Ανάπτυξης, καμία απ’ αυτές δεν βρίσκεται στο σωστό δρόμο για την επίτευξη τους έως το 2030. Συγκεκριμένα, οι χώρες που βρίσκονται προοδευτικά πιο κοντά στην επίτευξη των στόχων που τέθηκαν είναι η Δανία, η Σουηδία και η Φινλανδία, ενώ στις τελευταίες θέσεις ανάμεσα στις 28 χώρες που αξιολογούνται βρίσκονται η Βουλγαρία, η Ρουμανία, αλλά και η Κύπρος.

Εντούτοις, μέσα στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας της Κύπρου για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, που εξήγγειλε τον περασμένο Σεπτέμβριο κατά την προσφώνησή του, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης στην 74η Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, το Ερευνητικό και Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Κύπρου (CREF) και το Ινστιτούτο Κύπρου έχουν αναλάβει ηγετικό ρόλο στην εγκαθίδρυση και καθιέρωση ενός κυπριακού παραρτήματος του Δικτύου Επίλυσης Προβλημάτων Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (UNSDSN), το οποίο διευθύνεται από το καθηγητή Jeffrey Sachs, μέλος του Συμβουλίου Επιτρόπων του Ινστιτούτου Κύπρου.

Επιπρόσθετα, τα δεδομένα της Έκθεσης καταδεικνύουν ότι η απουσία ενιαίας πολιτικής της ΕΕ για τα θέματα που αφορά τη Βιώσιμη Αειφόρο Ανάπτυξη, έχει επιφέρει σημαντικές αλλεπάλληλες αρνητικές επιπτώσεις στα κράτη-μέλη, αλλά παράλληλα και σε άλλες χώρες, λόγω της παραγωγής και χρήσης μη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, του χαμηλού βιοτικού επιπέδου αρκετών χωρών, των τραπεζοοικονομικών κερδών μέσω του αθέμιτου ανταγωνισμού, του συνεχιζόμενου εμπορίου όπλων και των αλόγιστων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προκαλούν καταστροφή της βιοποικιλότητας. Πάντως, οι μεγαλύτερες αρνητικές επιπτώσεις οφείλονται στη ζήτηση γεωργικών, δασικών και αλιευτικών μη ανανεώσιμων προϊόντων.

Σύμφωνα λοιπόν με τα συμπεράσματα που εξάγονται, η ΕΕ οφείλει να εστιάσει στην προώθηση στρατηγικών λύσεων για πλήρη απάλειψη εκπομπής ρύπων και διοξειδίου του άνθρακα, συμπεριλαμβανομένου του τομέα μεταφορών, των κατασκευών και της βιομηχανίας. Η ΕΕ επιβάλλεται να προωθήσει την κυκλική οικονομία και την ενίσχυση του βιοτικού επιπέδου σε όλες τις χώρες, για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητας στην επαναχρησιμοποίηση πόρων και στη μείωση των αποβλήτων, στην ανάπτυξη ολοκληρωμένων πολιτικών για την προώθηση της προστασίας και διατήρησης της βιοποικιλότητας, της επιτάχυνσης της πρόοδού αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, της προώθηση της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας, της χρήσης της γης μέσω της εφαρμογής ανανεώσιμων συστημάτων γεωργίας και τροφίμων, επενδύοντας στην εκπαίδευση, προωθώντας την καινοτομία και αξιοποιώντας τη ψηφιακή τεχνολογία μέχρι το 2050.

Τέλος, σύμφωνα με την Έκθεση, κρίνεται επιτακτική ανάγκη η ΕΕ να συμμετάσχει πιο ενεργά στη διεθνή διπλωματία, παρακολουθώντας στενά τις διεθνείς εξελίξεις και τον αντίκτυπό τους, για να προωθήσει τη Βιώσιμη Αειφόρο Ανάπτυξη και σε χώρες εκτός Ευρώπης. Ειδικότερα διαδραματίζοντας καίριο ρόλο σε πολυμερή, διεθνή φόρουμ, συμμετέχοντας στις αποφάσεις διεθνών περιβαλλοντικών Συμβάσεων, αλλά και εκπονώντας πλάνο για προσέλκυση κεφαλαίων και επενδύσεων με σκοπό την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης.

>>> ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ & ΕΡΕΥΝΕΣ BRIEF <<<

Η παρούσα Έκθεση αποτελεί την πρώτη ανεξάρτητη ποσοτική έρευνα που πραγματοποιείται, και στην οποία προσδιορίζονται λεπτομερώς οι πολιτικές προτεραιότητες που οφείλει να τοποθετήσει στο επίκεντρο της ατζέντας της η ΕΕ. Στόχος είναι ο καλύτερος δυνατός συντονισμός των κρατών μελών, εφόσον υπάρχει ήδη η δέσμευση για προώθηση «πράσινης» ανάπτυξης για την σταδιακή εξομάλυνση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, μέχρι το 2050, μετά και την εφαρμογή της συμφωνίας του Παρισιού για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Σημειώνεται ότι ως πρώτη προθεσμία λήψης ενεργειών απ’ τα κράτη μέλη της ΕΕ για επίτευξη των στόχων της Βιώσιμης Αειφόρου Ανάπτυξης έχει καθοριστεί το 2030. Η εν λόγω Έκθεση για το 2019, έρχεται να λειτουργήσει συμπληρωματικά στα στοιχεία της επίσημης έκθεσης της Eurostat σχετικά με τη Βιώσιμη Αειφόρο Ανάπτυξη, συγκρίνοντας τις μέχρι τώρα επιδόσεις και την πρόοδο των 28 κρατών μελών της ΕΕ, αναφορικά με το θέμα.

Η έκθεση είναι διαθέσιμη εδώ