Έκτακτη Εισφορά για Άμυνα σε Τόκους: Μειώνεται στο 17% από το 30% που ισχύει σήμερα

Διφορούμενες οι απόψεις για το αν θα χάσει έσοδα το κράτος – Θέλουν να προωθήσουν την αποταμίευση

Την πρόταση νόμου αντί του νομοσχεδίου που αφορά τη μείωση του ποσοστού που καταβάλλεται ως έκτακτη εισφορά για Άμυνα σε τόκους προωθεί στην Ολομέλεια της Πέμπτης η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών.  

Ειδικότερα, η πρόταση νόμου εισηγείται τροποποίηση του περί Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμου, ώστε ο συντελεστής της έκτακτης εισφοράς για την άμυνα της Δημοκρατίας ποσοστού ύψους 30% που επιβάλλεται σε τόκους που λαμβάνουν ή πιστώνονται κάτοικοι στη Δημοκρατία να μειωθεί στο 17%.

Σημειώνεται - όπως αναφέρεται στην έκθεση της Επιτροπής - ότι μαζί με την υπό αναφορά πρόταση νόμου η επιτροπή εξέτασε νομοσχέδιο με πανομοιότυπο σκοπό και περιεχόμενο, το οποίο κατατέθηκε στη Βουλή, σε μεταγενέστερο χρόνο, ήτοι την 21η Σεπτεμβρίου 2023.

Στο πλαίσιο της συζήτησης του θέματος οι εισηγητές της πρότασης νόμου δήλωσαν ότι ο συντελεστής έκτακτης εισφοράς για την άμυνα της Δημοκρατίας που επιβάλλεται σε τόκους αυξήθηκε στο 30%, ως αποτέλεσμα των προσωρινών μέτρων που λήφθηκαν κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του Μνημονίου Συναντίληψης για την ενίσχυση της οικονομίας, συνεπώς ο λόγος για τον οποίο εισήχθη το μέτρο έχει εκλείψει.  

Περαιτέρω, δήλωσαν ότι ο εν λόγω συντελεστής είναι σημαντικά υψηλότερος από τον αντίστοιχο συντελεστή που ισχύει στην περίπτωση των μερισμάτων και ως εκ τούτου η προώθηση της προτεινόμενης ρύθμισης κρίνεται απαραίτητη, προκειμένου να αρθεί η στρέβλωση ως προς τη φορολογική μεταχείριση μερισμάτων και καταθέσεων.  

Η εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών, χωρίς να διαφωνεί με τους σκοπούς και τις επιδιώξεις της πρότασης νόμου, δήλωσε ότι η προτεινόμενη ρύθμιση αναμένεται να οδηγήσει σε απώλεια κρατικών εσόδων, το ύψος των οποίων εκτιμάται στα €16 εκατ. τον χρόνο.  

Συναφώς, εισηγήθηκε πως ενδεχομένως να ήταν ορθότερο να προωθηθεί προς ψήφιση το νομοσχέδιο αντί της πρότασης νόμου, δεδομένης σχετικής πρόσφατης απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικά με τη δυνατότητα της Βουλής να προωθεί νομοθετικές ρυθμίσεις υπό τη μορφή προτάσεων νόμου που να μειώνουν τα κρατικά έσοδα, καθώς και της άποψης ότι η μείωση της φορολογίας αποτελεί αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο έγερσης συνταγματικών ζητημάτων. 

Η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας συμφώνησε με τα όσα δήλωσε η εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών.

Ο εκπρόσωπος του ΣΕΛΚ συμφώνησε με τους σκοπούς και τις επιδιώξεις του προτεινόμενου νόμου.

Οι εισηγητές της πρότασης νόμου διαφώνησαν με τις θέσεις της εκπροσώπου του Υπουργείου Οικονομικών, τονίζοντας ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν αναμένεται να επιφέρουν μείωση, αλλά αύξηση στα κρατικά έσοδα, καθότι ενθαρρύνεται η αποταμίευση, η οποία θα οδηγήσει σε αύξηση των καταθέσεων.  Παράλληλα, επισήμαναν ότι η μικρή αύξηση που παρουσιάζουν τα καταθετικά επιτόκια αναμένεται να συμβάλει θετικά στην αύξηση των κρατικών εσόδων από την επιβολή της έκτακτης εισφοράς για την άμυνα επί των τόκων, ανεξαρτήτως της μείωσης του φορολογικού συντελεστή.    

Περαιτέρω, τόνισαν ότι η Βουλή έχει το δικαίωμα να προωθεί προτάσεις νόμου που αφορούν στη μείωση φορολογιών στη βάση και σχετικής προηγούμενης απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία αυτό είναι συνταγματικά θεμιτό, και ειδικότερα στην περίπτωση αυτή όπου η εκτελεστική εξουσία προφανώς και συμφωνεί με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, καθότι έχει καταθέσει νομοσχέδιο με πανομοιότυπες πρόνοιες. 

Τέλος, επισήμαναν ότι η κατάθεση της πρότασης νόμου προηγήθηκε κατά πολύ της κατάθεσης του νομοσχεδίου και ως εκ τούτου κρίνεται ορθότερο όπως προωθηθεί στην ολομέλεια του σώματος η πρόταση νόμου.   

Στο στάδιο της κατ’ άρθρο συζήτησης της πρότασης νόμου, η εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών επισήμανε την ανάγκη τροποποίησης του προτεινόμενου νόμου που θα προωθηθεί στην ολομέλεια του σώματος, ώστε να παρασχεθεί χρόνος στο Τμήμα Φορολογίας και στα πιστωτικά ιδρύματα να προσαρμόσουν τα ηλεκτρονικά τους συστήματα. 

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού, στη βάση των όσων διαμείφθηκαν και υιοθετώντας την εισήγηση του αρμόδιου υπουργείου, αποφάσισε όπως τροποποιήσει το κείμενο της πρότασης νόμου, ώστε ο προτεινόμενος νόμος να τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2024 για σκοπούς παροχής χρόνου για την προσαρμογή των ηλεκτρονικών συστημάτων των εμπλεκόμενων φορέων.

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού, αφού έλαβε υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν της, κατέληξε στις ακόλουθες θέσεις:

1/ Ο αναπληρωτής πρόεδρος της επιτροπής βουλευτής της κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημοκρατικού Κόμματος, τα μέλη της βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις, το μέλος της βουλευτής του Εθνικού Λαϊκού Μετώπου και το μέλος της βουλευτής της ΔΗΠΑ-Συνεργασία επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν κατά τη συζήτηση της πρότασης νόμου στην ολομέλεια του σώματος.
2/ Τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημοκρατικού Συναγερμού και το μέλος της βουλευτής της ΕΔΕΚ Σοσιαλιστικό Κόμμα τάχθηκαν υπέρ της ψήφισης της πρότασης νόμου σε νόμο, όπως αυτή τροποποιήθηκε σύμφωνα με τα πιο πάνω. 

Υπό το φως των πιο πάνω θέσεων, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού με την παρούσα έκθεσή της υποβάλλει την πρόταση νόμου, ως αυτή έχει σχετικά τροποποιηθεί, στην ολομέλεια του σώματος για τη λήψη τελικής απόφασης.