Εξαγορές τραπεζών: Επιχειρηματικό μοντέλο και διατήρηση της βιωσιμότητας

• Η ΚΤΚ θα «ξεσκονίσει» τα deals που ψήνονται στον τραπεζικό τομέα
• Κεφαλαιακή επάρκεια και συμμόρφωση με τις εποπτικές συστάσεις 

Yπό το κόσκινο της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου θα περάσουν οι επικείμενες συγχωνεύσεις/εξαγορές των κυπριακών τραπεζών που βρίσκονται στα σκαριά.

Σύμφωνα με έρευνα της Brief, «η τράπεζα που σχεδιάζει να αποκτήσει ειδική συμμετοχή σε μια άλλη τράπεζα, δηλαδή 10% ή περισσότερο των μετοχών ή των δικαιωμάτων ψήφου, έχει υποχρέωση να ενημερώσει την εθνική εποπτική αρχή. Η εθνική εποπτική αρχή αξιολογεί τη σχετική πρόταση σύμφωνα με κριτήρια που αφορούν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις:

Πρώτο, ο αγοραστής πρέπει να έχει την απαραίτητη ακεραιότητα και αξιοπιστία (λευκό ποινικό μητρώο ή καμία εμπλοκή σε δικαστική διαδικασία),

Δεύτερο, ο αγοραστής πρέπει να έχει την επαγγελματική επάρκεια, δηλαδή τη διαχειριστική ή/και επενδυτική εμπειρία του στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Τρίτο, να είναι σε θέση να αξιολογήσει την καταλληλότητα των νέων μελών των διοικητικών οργάνων.

Τέταρτο, ο αγοραστής να μπορεί χρηματοδοτήσει την προτεινόμενη εξαγορά και να διατηρήσει μια υγιή χρηματοπιστωτική δομή στη βάση ενός αξιόπιστου επιχειρηματικού σχεδίου.

Πέμπτο, η τράπεζα πρέπει να είναι σε θέση να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, δηλαδή να μην υποκύπτει σε πίεση επειδή μέρος της απόκτησης χρηματοδοτείται από χρέος. 

Έκτο, η δομή του αγοραστή δεν θα πρέπει να είναι σύνθετη ώστε να αποτρέπει την αποτελεσματική εποπτεία της τράπεζας από τις αρμόδιες αρχές.

Έβδομο, να είναι σε θέση να επαληθεύσει ότι οι εμπλεκόμενοι πόροι δεν προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες ή ότι δεν συνδέονται με την τρομοκρατία.

Τραπεζική πηγή δήλωσε στη Brief ότι «οι συγχωνεύσεις τραπεζών πραγματοποιούνται για μείωση του κόστους γραφείων και λειτουργίας. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις προωθούνται λόγω προβλημάτων στον χρηματοπιστωτικό τομέα και την καλύτερη διαχείριση κρίσεων».

Οι εποπτικές αρχές αξιολογούν τη βιωσιμότητα και τη διατηρησιμότητα της συγχώνευσης ή της εξαγοράς για να διασφαλιστεί ότι ο τραπεζικός όμιλος που θα προκύψει θα μπορεί να συμμορφώνεται με όλες τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας στο προσεχές μέλλον. 

Για να επιτευχθεί αυτό, οι Εποπτικές Αρχές εξετάζουν το επιχειρηματικό μοντέλο της τράπεζας που θα προκύψει, ελέγχουν αν η τράπεζα διαθέτει επαρκή επίπεδα κεφαλαίου και ρευστότητας και αν θα μπορεί να τα διατηρήσει με την πάροδο του χρόνου. Επίσης, αξιολογούν αν η τράπεζα διαθέτει ισχυρή διακυβέρνηση με ορθή καθοδήγηση και αν είναι σε θέση να παράγει κέρδη». 

Να σημειωθεί ότι οι συγχωνεύσεις δεν διέπονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία αλλά από την εθνική νομοθεσία. Εάν η νομοθεσία της χώρας εκχωρεί εξουσίες στην εθνική εποπτική αρχή για αυτό το ζήτημα, η ΕΚΤ ασκεί αυτές τις εξουσίες όταν πρόκειται για συγχωνεύσεις σημαντικών τραπεζών που υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της.

Χρύσω Αντωνιάδου
 

Χρύσω Αντωνιάδου