>>> Διαβάστε εδώ όλες τις ομιλίες <<<
Στην ομιλία του για τον κρατικό Προϋπολογισμό 2022, ο βουλευτής του ΔΗΚΟ, Πάυλος Μυλωνάς αναφέρθηκε στη δημόσια υγεία, στη διαφθορά και στην εκπαίδευση.
Αυτούσια η ομιλία:
Κυρία Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Πριν ξεκινήσω, θέλω να εκφράσω τη χαρά και την ικανοποίησή μου για το γεγονός ότι ο Υπουργός Οικονομικών αποδέχθηκε την πρότασή μας για δημιουργία Τμήματος Πρώτων Βοηθειών για παιδιά στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού. Θέλω να εκφράσω δημόσια τις θερμές μου ευχαριστίες προς τον Πρόεδρο και την Κοινοβουλευτική Ομάδα του Δημοκρατικού Κόμματος που υιοθέτησαν και προώθησαν την εισήγησή μου.
Πιστεύω πως είναι σπουδαία νίκη του κόμματος, πάντα προς όφελος των πολιτών και δη των παιδιών μας. Μετά την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για δημιουργία Τμήματος Πρώτων Βοηθειών για ανήλικους στη Λευκωσία, η δημιουργία του ίδιου Τμήματος στη Λεμεσό είναι επιτακτική. Είμαι βέβαιος πως ο Υπουργός Υγείας θα προχωρήσει άμεσα στην υλοποίηση της πιο πάνω απόφασης που θα συμβάλει τα μέγιστα στην καλύτερη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των παιδιών μας.
Επιτρέψτε μου, επί τη ευκαιρία, να αναφερθώ συνολικά στη δημόσια υγεία, που αντιμετωπίζει από τον Μάρτιο του 2020 την πανδημία και τις επιπτώσεις της. Οφείλαμε να θέσουμε όρους και δεν το κάναμε, να τονίσουμε ότι ως νομοθετική εξουσία δεν θα διαπραγματευτούμε την αλλαγή του ΓεΣΥ, την ενόχληση και εμπορευματοποίηση της δημόσιας υγείας για αλλότρια συμφέροντα, μα αφήσαμε σκιές από πάνω και δεν κατορθώσαμε να περιφρουρήσουμε αυτό το πολύτιμο απόκτημα του λαού. Ας το θέσουμε ως στόχο για το 2022: Δεν είναι υπό διαπραγμάτευση το ΓεΣΥ, που θα προφυλάξει την υγεία των παππούδων, των πατεράδων, των παιδιών και των εγγονιών μας μέχρις εσχάτων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Συμπληρώνεται ακόμα ένας χρόνος σ’ αυτό το καημένο τουρκοκρατούμενο νησί της Μεσογείου που έχει μετατρέψει τη φράση «απ’ το κακό στο χειρότερο» σε μότο ζωής. Προσωπικά, δεν θα σας κουράσω με τα λεγόμενα «επιτεύγματα» της Επιτροπής Παιδείας ή όσα κατάφερα προσωπικά, τόσο από το 2016 μέχρι τον Μάη του 2021, όσο και από τον Ιούνιο μέχρι σήμερα. Κι ίσως να πρέπει να το σκεφτούμε από δω και στο εξής, σε τι στοχεύουν αυτές οι ομιλίες του προϋπολογισμού: Στο να επαναλάβουμε το παρελθόν ή να σκιαγραφήσουμε το καλύτερο μέλλον; Στο να αυτοπροταθούμε ως καλοί βουλευτές ή στο να εξηγήσουμε τι πρέπει να κάνουμε για να νιώθει ο λαός ότι τον αντιπροσωπεύουμε; Στο να περιφρουρήσουμε τα κομματικά μας κονκλάβια ή στο να αφουγκραστούμε τα υπαρκτά και άλυτα προβλήματα μιας κοινωνίας που μας παρακολουθεί πια μόνο από σατιρικές εκπομπές;
Αποτύχαμε, αγαπητοί συνάδελφοι, δεν βλάφτει να το επαναλάβουμε. Ζούμε σε εποχές απόλυτης διαφθοράς, η οποία παρασιτεί από το Προεδρικό μέχρι το τελευταίο κοινοτικό συμβούλιο κι εμείς είτε γράφουμε πουληστερές ατάκες για την παγκόσμια ημέρα είτε χανόμαστε σε ένα παιχνίδι ποδοσφαιρικού τύπου, προβάλλοντας την αμόλυντη πλευρά των κομμάτων μας. Ζούμε σε εποχές απόλυτης σήψης, που καταστρέφουν τους θεσμούς του κράτους, τους τομείς της κοινωνίας, τις όποιες μεταρρυθμίσεις, τα πρόσωπα, τον τόπο κι εμείς «ζητάμε απλώς διαζύγιο». Ζούμε σε εποχές ψεύδους, η πραγματικότητα αναποδογυρίζεται για χάρη των εξουσιαστών κι εμείς συγκεντρωθήκαμε για να συζητήσουμε τάχα για τον κρατικό προϋπολογισμό. Η αλήθεια είναι πως μετατρέψαμε σε στόχο ζωής τα περιβόητα «δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητας» την ώρα που οι πολίτες περνούν ώρες, μέρες, μήνες, χρόνια αγωνίας για το αύριο αυτού του τόπου.
Επιτρέψτε μου, κυρία Πρόεδρε, να αναφερθώ εν συντομία στα θέματα της Παιδείας. Ένας τομέας που δεν ανακαλύψαμε φέτος, με την προεδρία της επιτροπής, μα ένας τομέας θεμελιώδης, όχι μόνο για την καλή λειτουργία του κράτους, αλλά για την επιβίωση του κυπριακού Ελληνισμού και της ταυτότητάς του. Είναι βασικό ότι σε κάποια στιγμή, όταν σταματήσουμε να αναλωνόμαστε στα αυτονόητα, λόγου χάριν στο αν το Τμήμα Αρχαιοτήτων πρέπει να υπαχθεί στο Υφυπουργείο Πολιτισμού, κάποια στιγμή πρέπει να συζητήσουμε για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο Παιδείας και όχι απλώς να κλείνουμε τις τρύπες σε ένα σώμα που αργοπεθαίνει. Πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε για όλα τα προβλήματα της Παιδείας συνολικά, ώστε να μπουν οι βάσεις για ένα ρυθμιστικό σχέδιο που δεν θα επιτρέπει τη λειτουργία ετοιμόρροπων κτηρίων ή να στοιβάζονται οι μαθητές σε τάξεις-αποθήκες, λυόμενες αίθουσες ή σε εμπορευματοκιβώτια. Πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε τι είδους εκπαίδευση θέλουμε να εφαρμόσουμε στην Κύπρο, χωρίς να ευαγγελιζόμαστε «φιλανδικά μοντέλα» ή άλλες αμερικανιές που δεν έχουν σχέση με τον τόπο μας. Να αρχίσουμε να συζητάμε περί μεταρρυθμίσεων, αλλά χωρίς ιδεοληψίες και ιδιοτέλειες, χωρίς την έγνοια απεμπόλησης της ελληνικής μας ταυτότητας, χωρίς κομματική εμμονή και έναν δήθεν εκμοντερνισμό του συστήματος και της διδακτέας ύλης.
Χρειάζεται να επικεντρωθούμε, μαζί με τους οργανωμένους φορείς των εκπαιδευτικών, των γονέων, μαζί με τους διανοούμενους, τους ακαδημαϊκούς και όποιον μπορεί να βοηθήσει, στην Παιδεία ως σύνολο και όχι να αλλάζουμε απλώς τις μπαταρίες του αναπνευστήρα. Χρειάζεται να καταλάβουμε πως το πλήθος δεν γίνεται κοινωνία και λαός στα κομματικά σχολεία, στις νεολαίες και στα καφενεία, αλλά μέσω μιας εθνικής Παιδείας ικανής να δημιουργήσει τις βάσεις για την πολιτιστική μας αναγέννηση, για την περιφρούρηση της δημοκρατίας, για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του περιβάλλοντος, των παιδιών, της πατρίδας μας, των θεσμών και του ίδιου του κράτους.
Συνάδελφοι,
Δεν εμφανιζόμαστε εδώ ως άμωμοι κι αμόλυντοι, για να νουθετήσουμε τους παλιότερους και να διδάξουμε τους νεότερους βουλευτές. Οφείλουμε, ωστόσο, να είμαστε ειλικρινείς με τους πολίτες και με τους εαυτούς μας. Ο κρατικός προϋπολογισμός του 2022 δεν θα λύσει τα προβλήματα της πατρίδας ή της κοινωνίας. Η φιλοσοφία του δεν είναι φιλολαϊκή ούτε προμηνύει κάποια αλλαγή στο εγγύς μέλλον. Δεν κουβαλά κάποιο όραμα για το οποίο έπρεπε να δουλέψουμε ως επιτροπές και ως βουλευτές όλο το προηγούμενο διάστημα. Είναι προϋπολογισμός νεοφιλελεύθερου κράτους, όπως ήταν ο προϋπολογισμός όλων ανεξαιρέτως των Υπουργών Οικονομικών από το 1960 μέχρι σήμερα. Είναι προϋπολογισμός που αγνοεί τις παγκόσμιες εξελίξεις, την τουρκική επιθετικότητα, τις απειλές, την πανδημία, τους κινδύνους. Είναι προϋπολογισμός που δεν δημιουργεί μια εναλλακτική οικονομία, που έπαθε και έμαθε πως μια μικρή χώρα πρέπει και μπορεί να είναι αυτάρκης, χωρίς να στηρίζεται στην Κομισιόν ή στους Εγγλέζους τουρίστες.
Παρόλα αυτά, η Κύπρος πρέπει να ζήσει και θα ζήσει. Ο τόπος μας παραμένει ημικατεχόμενος και η Τουρκία επιβάλλει τη νεοοθωμανική της πολιτική σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ανατολικής Μεσογείου, στο Αιγαίο, στην Αμμόχωστο, στη Μόρφου, στην Κερύνεια, στη Συρία, στην Αρμενία, στη Λιβύη, σε πολλές περιοχές της Αφρικής. Οι ευσεβοποθισμοί για την κατρακύλα της λίρας ή για την ασθένεια του δικτάτορα Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι σοβαρή πολιτική στάση, καθώς χωρίς όραμα, θα γίνουμε βορά στον όποιο επόμενο Τούρκο ηγέτη, με ή χωρίς λεφτά.
Τα δύο μεγάλα κόμματα, σε απόλυτη συμπαιγνία με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, επιμένουν να επιστρέψουμε από εκεί που μείναμε στο Κραν Μοντανά, σάμπως και μείναμε κάπου καλά, ενώ η κατοχική δύναμη γιγαντώνει την πολιτική των δύο κρατών. Μια πολιτική, βέβαια, που δεν θα μας απαλλάξει από την τουρκική παρουσία ή την προσήλωση της Άγκυρας στο ρητό «κυριαρχία στον βορρά, συγκυριαρχία στον νότο». Μπροστά στο επαναλαμβανόμενα μετέωρο βήμα του Κυπριακού, οι πολιτικές δυνάμεις δεν έχουμε απάντηση. Οι εκ δεξιών και εξ αριστερών μου εμμένουν στην κωματώδη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, σαν να έχουν βάλει κάποιο στοίχημα μεταξύ τους και οι υπόλοιποι σκεφτόμαστε τι θα προτάξουμε, τι θέλουμε ως Ελληνοκύπριοι.
Βαλτωμένοι στις επιβαλλόμενες τύψεις των ισχυρών και σε κάποιον αόριστο «πατριωτικό ρεαλισμό», φοβόμαστε να αναφέρουμε ξεκάθαρα τι θέλουμε ως πρόσφυγες στην Κύπρο της τουρκοκρατίας. Τι να θέλουμε, αγαπητοί συνάδελφοι; Ό,τι θέλουν όλοι οι λαοί που υπήρξαν ή είναι σκλαβωμένοι, ό,τι είναι κινητήριος δύναμη των εθνών. Θέλουμε την ελευθερία, την αυτοδιάθεση, την ύπαρξή μας, την επιστροφή στα σπίτια μας και ένα ειρηνικό μέλλον, χωρίς «προστάτες», εγγυητές, χωρίς στρατό κατοχής και τη μπότα του Αττίλα που συντηρεί το αίμα στο σώμα της Κύπρου μας.
Θέλουμε και επιμένουμε για έναν τόπο χωρίς διακρίσεις, εθνοτικές, κοινωνικές ή φυλετικές, χωρίς το βαθύ και δολοφονικό χάσμα μεταξύ φτωχών και πλουσίων, χωρίς ρεβανσιστικές πολιτικές, θέλουμε και επιμένουμε για έναν τόπο ελεύθερο, δημοκρατικό και ανθρώπινο. Ας μην πούμε τα ίδια και του χρόνου. Καλά Χριστούγεννα. Χρόνια πολλά.