Καθησυχάζει ο Μάκης για το δημόσιο χρέος από την αύξηση των επιτοκίων

Περιορισμένη μέχρι στιγμής η επίπτωση της αύξησης των επιτοκίων στο δημόσιο χρέος, τονίζει ο Υπουργός Οικονομικών

Σε επιφυλακή για διαχείριση τυχόν αρνητικών επιπτώσεων στην εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, λόγω της συνεχιζόμενης αύξησης των επιτοκίων, βρίσκεται το Υπουργείο Οικονομικών, το οποίο λαμβάνει σειρά μέτρων που στηρίζονται σε δύο πυλώνες.

Πάντως, ο Υπουργός Οικονομικών, Μάκης Κεραυνός, ενημερώνοντας σχετικά τη Βουλή, εμφανίζεται καθησυχαστικός, τονίζοντας ότι μέχρι στιγμής «η επίπτωση της αύξησης των επιτοκίων στο δημόσιο χρέος είναι περιορισμένη».

Ειδικότερα και απαντώντας σε ερώτηση του Βουλευτή του ΑΚΕΛ, Χρίστου Χριστοφίδη, σε σχέση με τα μέτρα που λαμβάνει η Κυβέρνηση για τη διαχείριση των επιπτώσεων στο δημόσιο χρέος της Δημοκρατίας εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης των επιτοκίων, ο Υπουργός Οικονομικών αναφέρει ότι η διαχείριση των επιπτώσεων στο δημόσιο χρέος εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης των επιτοκίων αποτελεί θέμα υψίστης σημασίας για την Κυβέρνηση και ειδικά για το Υπουργείο Οικονομικών και ως εκ τούτου παρακολουθείται στενά και λαμβάνεται υπόψη κατά τον σχεδιασμό της κυβερνητικής πολιτικής ανεξαρτήτως του επιπέδου των επιτοκίων. 

Όπως σημειώνει, «αδιαμφισβήτητα οι αποφάσεις για συνεχή αύξηση των βασικών επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για επαναφορά του υψηλού πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη επαγρύπνησης για τη διαχείριση της αναπόφευκτα αρνητικής επίπτωσης στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους», υπογραμμίζοντας την ίδια ώρα πως «η επίδραση αυτή αντανακλάται στην αύξηση του κόστους δανεισμού των Κυβερνήσεων είτε για την αναχρηματοδότηση του χρέους είτε για την λήψη μέτρων πολιτικής για περιορισμό της επίδρασης του υψηλού πληθωρισμού στην κοινωνία».

Σύμφωνα με τον Μάκη Κεραυνό, τα μέτρα που λαμβάνει το Υπουργείο Οικονομικών για τη διαχείριση των επιπτώσεων στο δημόσιο χρέος της Κυπριακής Δημοκρατίας εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης των επιτοκίων στηρίζονται σε δύο πυλώνες: (α) στην εφαρμογή μιας ορθολογιστικής στρατηγικής διαχείρισης δημόσιου χρέους και (β) στην πειθαρχημένη δημοσιονομική πολιτική.

Πρωταρχικός αντικειμενικός στόχος της στρατηγικής διαχείρισης δημόσιου χρέους, συμπληρώνει, είναι να διασφαλίσει, μεταξύ άλλων, ότι το κόστος δανεισμού είναι το χαμηλότερο δυνατό μεσοπρόθεσμα, στα πλαίσια ενός αποδεκτού επιπέδου κινδύνου, και ως εκ τούτου μέσα από την εφαρμογή της στρατηγικής διαχείρισης δημόσιου χρέους αξιολογούνται όλοι οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, μεταξύ των οποίων ο κίνδυνος αναχρηματοδότησης, ο επιτοκιακός κίνδυνος και ο συναλλαγματικός κίνδυνος

«Μολονότι τα βασικά επιτόκια έχουν αυξηθεί κατά 450 μονάδες βάσης από τον Ιούλιο του 2022 μέχρι σήμερα, το μέσο σταθμικό κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους σημείωσε αύξηση μόνο 20 μονάδες βάσης», εξηγεί υποδεικνύοντας πως αυτό οφείλεται σε μια σειρά μέτρων που εφαρμόζονται μέσω της στρατηγικής διαχείρισης δημόσιου χρέους όπως:
1/ ο δανεισμός σε σταθερό επιτόκιο και η συγκράτηση του δημόσιου χρέους κυμαινόμενου επιτοκίου σε χαμηλά επίπεδα (Στις 30/9/2023 το δημόσιο χρέος σε κυμαινόμενο επιτόκιο ήταν 30% εκ των οποίων το 90% αφορούσε δανεισμό από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας το επιτόκιο του οποίου είναι πολύ χαμηλό, κάτω από το 1%),

2/ η διατήρηση της μέσης διάρκειας χρέους πέραν των 7 ετών,

3/ η διατήρηση του βραχυπρόθεσμου χρέους σε χαμηλά επίπεδα και η διαμόρφωση ενός άνετου χρονοδιαγράμματος λήξεως χρέους μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης, και

4/ η μείωση του κινδύνου ρευστότητας μέσω της διατήρησης επαρκών ρευστών διαθεσίμων για κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών των επόμενων 9-12 μηνών, προσδίδοντας έτσι την απαιτούμενη ευελιξία ως προς την επιλογή του ευνοϊκότερου χρονικού σημείου, από πλευράς επιτοκίων, της έκδοσης Ευρωπαϊκών Μεσοπρόθεσμων Ομολόγων που αποτελεί την κύρια πηγή χρηματοδότησης της Κυβέρνησης.

Σημειώνεται ότι, με βάση τα στοιχεία που παραθέτει ο Υπουργός Οικονομικών, το συνολικό ετήσιο ποσό των τόκων του δημόσιου χρέους που καταβλήθηκε το έτος 2021 και 2022 (σε ταμειακή βάση), ανήλθε σε €438,2 εκατομμύρια και €406,7 εκατ. αντίστοιχα, δηλαδή καταγράφηκε μείωση κατά 7,2% ή κατά €31,5 εκατ. 

Η εν λόγω μείωση αποδίδεται κυρίως στη μείωση των πληρωτέων τόκων λόγω της προγραμματισμένης αποπληρωμής χρέους που αφορούσε εγχώρια ομόλογα με μέσο σταθμικό κόστος 3,5% και γενικά στην αναχρηματοδότηση του χρέους με χαμηλότερα επιτόκια. 

Για φέτος, δε, το συνολικό ποσό των τόκων του δημόσιου χρέους που θα καταβληθεί (σε ταμειακή βάση) εκτιμάται περίπου σε €378,7 εκατ., δηλαδή καταγράφει περαιτέρω μείωση κατά 6,9% ή κατά €28 εκατ. 

Αξίζει να αναφερθεί, ωστόσο, ότι στα προαναφερθέντα ποσά δεν περιλαμβάνονται οι πληρωμές τόκων προς το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το ύψος των οποίων ήταν €53,3 εκατ. για το 2022, ενώ για την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2023, το ποσό αυτό ανήλθε σε €157,9 εκατ.

Όσον αφορά τον δεύτερο πυλώνα, ο κ. Κεραυνός τονίζει πως «μέσω της εφαρμογής μιας πειθαρχημένης δημοσιονομικής πολιτικής, με βασικές προτεραιότητες, μεταξύ άλλων, τη διατήρηση ενός πλεονασματικού δημοσιονομικού ισοζυγίου, τη δημιουργία συνθηκών βιώσιμης ανάπτυξης σε βασικούς τομείς της οικονομίας και τη μείωση του δημόσιου χρέους σε απόλυτους αριθμούς μεσοπρόθεσμα επιδιώκεται η συγκράτηση του κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και ειδικά σε περιόδους που επικρατούν υψηλά επιτόκια».

«Αξιοσημείωτο επίσης, είναι το γεγονός ότι το συνολικό ποσό των πληρωτέων τόκων ως ποσοστό του ΑΕΠ, ως ποσοστό των συνολικών εσόδων και ως ποσοστό του δημόσιου χρέους ακολουθεί πτωτική πορεία για την περίοδο αναφοράς 2021-2023», συνεχίζει αναφέροντας ότι ο δείκτης «τόκοι πληρωτέοι προς ΑΕΠ» προβλέπεται να προσεγγίσει το 1,3% το 2023 σε σύγκριση με 1,8% το 2021 και ο δείκτης «τόκοι πληρωτέοι προς τα συνολικά έσοδα» της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να προσεγγίσει το 2,9% από 4,3% το 2021.

Παράλληλα, ο δείκτης των «καταβληθέντων τόκων ως ποσοστό του δημόσιου χρέους» προβλέπεται να προσεγγίσει το 1,6% το 2023 από 1,8% το 2021. 

Φυσικά, υπογραμμίζει, το μέσο σταθμικό κόστος (ως ποσοστό επιτοκίου) του δημόσιου χρέους έχει αυξηθεί από 1,8% το 2022 σε 2% το 2023 λόγω της αύξησης των επιτοκίων του νέου δανεισμού.

Στη βάση των πιο πάνω, ο Υπουργός Οικονομικών αναφέρει καταληκτικά πως «τα μέτρα που λαμβάνει το Υπουργείο Οικονομικών για τη διαχείριση των επιπτώσεων στο δημόσιο χρέος της Κυπριακής Δημοκρατίας εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης των επιτοκίων είναι σε συνεχή βάση γι’ αυτό και όπως αναφέρθηκε πιο πάνω η επίπτωση της αύξησης των επιτοκίων στο δημόσιο χρέος είναι περιορισμένη».

ΜΑΡΙΟΣ ΑΔΑΜΟΥ

Μάριος Αδάμου