Κεφαλαιοποιημένες τράπεζες «ασφαλείς και αβλαβείς»

•  Οι Κεντρικές Τράπεζες στέλλουν μήνυμα σταθερότητας, χωρίς να είναι βέβαιες για την επόμενη μέρα
•  Ακόμη και στα χρηματοοικονομικά εισχωρεί η γνώμη των social media
•  Υπό παρακολούθηση οι εξελίξεις αλλά σε καθεστώς ανήσυχης ηρεμίας

ΓΡΑΦΕΙ ΧΡΥΣΩ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ

Οι κεντρικές τράπεζες έσπευσαν να διατηρήσουν τη ροή μετρητών μέσω των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών συστημάτων μετά τις αποτυχίες δύο αμερικανικών τραπεζών και τη διάσωση της Credit Suisse, οι οποίες και προκάλεσαν σοκ στις παγκόσμιες αγορές. 

Έξι κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Αγγλίας, ανακοίνωσαν ότι θα ενισχύσουν τη ροή των δολαρίων ΗΠΑ. Τέτοια μέτρα λήφθηκαν για τελευταία φορά κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης του 2008 και στο απόγειο της πανδημίας του Covid. 

Οι χρηματιστηριακές αγορές έχουν υποχωρήσει απότομα μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank και της Signature Bank στις ΗΠΑ, πυροδοτώντας φόβους για «τρύπες» και σε άλλες τράπεζες. Ακόμη και μετά τη διάσωση του δεύτερου μεγαλύτερου δανειστή της Ελβετίας, παράμειναν υπό πίεση.

Οι κεντρικές τράπεζες επισημαίνουν πως «το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα είναι ασφαλές, αλλά υπάρχουν ανησυχίες ότι άλλοι δανειστές θα μπορούσαν να βρεθούν σε μπελάδες μετά τις πρόσφατες αυξήσεις των επιτοκίων που προκάλεσαν απώλειες».

Η Τράπεζα της Αγγλίας, η Τράπεζα της Ιαπωνίας, η Τράπεζα του Καναδά, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας δηλώνουν ότι εγκαινίασαν μια συντονισμένη δράση για να διατηρήσουν τη ροή των πιστώσεων. Οι κεντρικές τράπεζες αναφέρουν ότι η κίνηση χρησίμευσε ως «σημαντικό backstop για να μειωθούν οι πιέσεις στις παγκόσμιες αγορές χρηματοδότησης» και να μειωθεί το αντίκτυπο στην παροχή πιστώσεων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. 

Αντί να δανείζονται στην ανοιχτή αγορά, οι βρετανικές τράπεζες θα αποτείνονται απευθείας στην Τράπεζα της Αγγλίας και θα δανείζονται από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Η πρακτική αυτή θα λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο και για τις τράπεζες στην ευρωζώνη, τον Καναδά, την Ιαπωνία, την Ελβετία και τις ΗΠΑ. Οι τράπεζες θα έχουν πρόσβαση σε αυτή τη χρηματοδότηση σε καθημερινή βάση. 

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Αγγλίας «η ρύθμιση ταμειακών ροών σε δολάρια ΗΠΑ θα διαρκέσει μέχρι  το τέλος Απριλίου». Παρά τις διαβεβαιώσεις του Μπάιντεν ότι θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να προστατεύσει το τραπεζικό σύστημα «οι παγκόσμιες τραπεζικές μετοχές κατρακύλησαν μετά την αποτυχία της Silicon Valley Bank».

Έκτοτε, δύο ακόμη μεσαίου μεγέθους δανειστές των ΗΠΑ αντιμετώπισαν δυσκολίες - με τη Signature Bank να καταρρέει και τη First Republic να αναζητεί χρηματοδότηση ύψους 30 δισ. δολαρίων  για να στηριχθεί. Μια θυγατρική της New York Community Bancorp - Flagstar Bank - κατέληξε σε συμφωνία με τις ρυθμιστικές αρχές για την αγορά των περιουσιακών στοιχείων της Signature, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Εταιρεία Ασφάλισης Καταθέσεων των ΗΠΑ (FDIC). Η συμφωνία αφορά σχεδόν όλες τις καταθέσεις της Signature Bank, ορισμένα από τα δάνειά της και τα 40 πρώην υποκαταστήματά της. 

Συντονισμένες δράσεις

Ωστόσο, σύμφωνα με αναλυτές στην αγγλική πρωτεύουσα, «η ανακοίνωση της λεγόμενης “συντονισμένης δράσης” από τις έξι μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου δείχνει πόσο σοβαρή είναι η γενικότερη νευρικότητα σχετικά με την εύθραυστη κατάσταση του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος».

Οι αναλυτές φοβούνται πως η πτώση ενός πρώην κολοσσού, όπως η Credit Suisse, μπορεί να είναι αρκετή για να πυροδοτήσει μια γενικότερη ανησυχία. Ο φόβος αφορά λιγότερο τον άμεσο αντίκτυπο των προβλημάτων στην Credit Suisse ή στη Silicon Valley Bank, αλλά και άλλα χρηματοοικονομικά ιδρύματα. Για παράδειγμα, μη ασφαλισμένες καταθέσεις από ορισμένα ιδρύματα χωρίς κανένας να επισκεφτεί ένα υποκατάστημα, χάρη στην τεχνολογία αλλά και τα σχόλια των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης, καταγράφεται μια αβέβαιη απάντηση από ορισμένες ρυθμιστικές αρχές. 

Πάντως, η ευρύτερη εικόνα είναι ότι η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων θα πυροδοτούσε κάποιες ωρολογιακές βόμβες σε ορισμένα ιδρύματα και σε ορισμένες «σκοτεινές γωνιές» των χρηματοοικονομικών οργανισμών, εκεί όπου οι «παίκτες» φαίνεται ότι είχαν αρχίσει να εξαρτώνται από τα πολύ χαμηλά επιτόκια. 

Το θετικό μήνυμα που προβάλλεται, τουλάχιστον μέχρι στιγμής είναι ότι οι τράπεζες είναι καλά κεφαλαιοποιημένες και έχουν σημαντική χρηματοδότηση ή όπως το έθεσε η Τράπεζα της Αγγλίας, «ασφαλείς και αβλαβείς». 

Ωστόσο, εκείνο που ανησυχεί, για παράδειγμα την Τράπεζα της Αγγλίας, είναι ότι παρόλο που έχει ενώσει τις δυνάμεις της με τους ομολόγους της σε όλο τον κόσμο αντιπροσωπεύει μια επίδειξη δύναμης. Ειδικότερα, εκδηλώνεται μια έντονη ανησυχία ότι τα αυξανόμενα επιτόκια στα κεφάλαια που δανείζουν οι τράπεζες, η μία στην άλλη, θα μπορούσαν να εισχωρήσουν γρήγορα στην οικονομία και να δημιουργήσουν πραγματικό αντίκτυπο.