Ο πληθωρισμός μας δείχνει τα δόντια του

•    Η πανδημία και οι περιορισμοί της προσφοράς ασκούν πιέσεις στις τιμές
•    Η αύξησή του θα σταθεροποιηθεί σε ψηλότερα ποσοστά

ΓΡΑΦΕΙ ΧΡΥΣΩ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ

Άλλη μια απειλή τρίζει τα δόντια της κυπριακής οικονομίας και ακούει στο όνομα «πληθωρισμός». Τον περασμένο μήνα ο πληθωρισμός αυξήθηκε με ρυθμό 4%, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι ανησυχίες ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα δημιουργήσουν εμπόδια στην ανάκαμψη της οικονομίας, σε μια περίοδο που η Κύπρος καθώς και άλλες χώρες της ευρωζώνης παλεύουν με τη διαχείριση της πανδημίας.  

Σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, «η αύξηση του πληθωρισμού σε όλες τις οικονομίες, ειδικά της Ευρωζώνης οφείλονται κυρίως στους περιορισμούς της προσφοράς κατά τη διάρκεια των lockdowns και στη συνέχεια κατά το άνοιγμα της οικονομίας, τα οποία και άσκησαν πιέσεις στις τιμές».

Οικονομολόγοι θεωρούν πως «η αύξηση του πληθωρισμού είναι μεν προσωρινή αλλά θα σταθεροποιηθεί σε ψηλότερα από τα σημερινά επίπεδα με επιπτώσεις στην ανάκαμψη, τους καταναλωτές και στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών». Θεωρούν πως «ένας από τους λόγους της αύξησης είναι και το γεγονός ότι προμηθευτές τρίτων χωρών, όπως είναι η Κίνα, αντιμετωπίζουν προβλήματα εφοδιασμού στην Ανατολική Ασία και περιορίζουν την παραγωγή στην Ευρώπη με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος με κατακόρυφες αυξήσεις».

Οι αυξήσεις παρατηρούνται ακόμη και σε οικονομίες όπως των ΗΠΑ, καθώς εκτός από το κόστος μεταφορών, αυξάνονται και οι τιμές των πρώτων υλών με επιπτώσεις στις τιμές καταναλωτή. Στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός καταγράφει ποσοστό πάνω από 5% ετησίως.

Πώς μετρούμε τον πληθωρισμό
Να αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στις χώρες της Ευρωζώνης κατά τη μέτρηση του πληθωρισμού λαμβάνονται υπόψη τα αγαθά και οι υπηρεσίες που καταναλώνουν τα νοικοκυριά, όπως είναι:

•    είδη καθημερινής χρήσης (π.χ. τρόφιμα, εφημερίδες και βενζίνη)
•    διαρκή αγαθά (π.χ. είδη ένδυσης, ηλεκτρονικοί υπολογιστές και πλυντήρια)
•    υπηρεσίες (π.χ. κομμωτήρια, ασφάλειες και ενοικιαζόμενες κατοικίες).

Σύμφωνα με την Τράπεζα «όλα τα αγαθά και οι υπηρεσίες που καταναλώνουν τα νοικοκυριά αντιπροσωπεύονται από ένα “καλάθι” ειδών. Κάθε προϊόν στο καλάθι έχει μια τιμή, η οποία μπορεί να μεταβληθεί με την πάροδο του χρόνου. Ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού είναι η τιμή του συνολικού καλαθιού ένα συγκεκριμένο μήνα σε σύγκριση με την τιμή που είχε τον ίδιο μήνα ένα έτος νωρίτερα».
Κάθε μήνα, τιμολήπτες συλλέγουν περίπου 1,8 εκατομμύρια τιμές από πέραν των 200.000 εμπορικών καταστημάτων, δηλαδή από 1.600 σε μεγάλες και μικρές πόλεις στη ζώνη του ευρώ. Σε κάθε χώρα συλλέγονται τιμές για περισσότερα από 700, κατά μέσο όρο, αντιπροσωπευτικά αγαθά και υπηρεσίες. Ο ακριβής αριθμός των δειγμάτων αυτών διαφέρει από χώρα σε χώρα. Για κάθε προϊόν, συλλέγονται διάφορες τιμές από διαφορετικά καταστήματα και διαφορετικές περιοχές. 

Οι ομάδες προϊόντων σταθμίζονται σύμφωνα με τη βαρύτητά τους στο μέσο προϋπολογισμό των νοικοκυριών. Οι συντελεστές στάθμισης αναπροσαρμόζονται τακτικά, ώστε ο δείκτης να παραμένει έγκυρος και να αντανακλά τις μεταβαλλόμενες καταναλωτικές τάσεις. 

Σε ενημερωτική της αναφορά η ΕΚΤ, που παρακολουθεί στενά τον πληθωρισμός σε όλες της χώρες της ευρωζώνης, αναφέρει πως «οι συντελεστές υπολογίζονται με βάση τα αποτελέσματα ερευνών στις οποίες τα νοικοκυριά καλούνται να καταγράψουν πού ξοδεύουν τα χρήματά τους. Οι συντελεστές στάθμισης είναι εθνικοί μέσοι όροι που αντανακλούν τις δαπάνες όλων των καταναλωτών (πλούσιων και φτωχών, νέων και ηλικιωμένων κ.λπ».

Κάθε εθνική στατιστική υπηρεσία αποστέλλει τα στοιχεία της στην Eurostat, τη Στατιστική Υπηρεσία της Ε.Ε. και αυτή υπολογίζει τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για το σύνολο της ζώνης του ευρώ. Η Eurostat ελέγχει επίσης την ποιότητα των εθνικών στοιχείων κυρίως τη συμβατότητά τους με τα νομικά δεσμευτικά πρότυπα. 
 
 

Χρύσω Αντωνιάδου