Οι τρεις βασικοί στόχοι των Συντεχνιών για το 2024

Συλλογικές Συμβάσεις, Στρατηγική για Απασχόληση ξένου προσωπικού και μεταρρύθμιση συνταξιοδοτικού στις προτεραιότητες

Τους βασικούς στόχους και προτεραιότητές τους για το 2024, αναλύουν στην Brief οι επικεφαλής των συνδικαλιστικών οργανώσεων ΣΕΚ, ΠΕΟ και ΔΕΟΚ, Ανδρέας Μάτσας, Σωτηρούλα Χαραλάμπους και Ιωσήφ Αναστασίου, αντίστοιχα.

Ανάμεσα στα «καυτά» ζητήματα που βρίσκονται ψηλά στις προτεραιότητες των Συντεχνιών είναι η επέκταση των συλλογικών συμβάσεων, η αναθεώρηση της Στρατηγικής για Απασχόληση Ξένου Εργατικού Προσωπικού και η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, με το πέναλτι 12% στις συντάξεις να ιεραρχείται πρώτο.

Οι προτεραιότητες της ΣΕΚ

Ειδικότερα, μιλώντας στην Brief ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Μάτσας, ανέφερε ότι «αρχικά θα πρέπει να πούμε ότι παρακολουθούμε τις εξελίξεις γενικά σε σχέση και με το γενικότερο περιβάλλον ειδικά με την εμπόλεμη κατάσταση στη Γάζα και τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, έτσι ώστε να είμαστε σε εγρήγορση σε περίπτωση που αυτές οι καταστάσεις προκαλέσουν αρνητικές συνέπειες στην οικονομική σταθερότητα και στον τουρισμό στην Κύπρο», σημειώνοντας πως «για μας είναι σημαντικό, όμως, ότι με βάση και τις ενδείξεις του Υπουργείου Οικονομικών, φαίνεται πως, παρά την επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης, τα δεδομένα προδιαγράφουν συνέχιση της θετικής πορείας ανάπτυξης της οικονομίας, κάτι που μας δίνει την δυνατότητα, θεωρούμε, να χειριστούμε με επάρκεια τα ζητήματα που παραμένουν ανοικτά».

Σύμφωνα με τον κ. Μάτσα, «μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας σε σχέση με την έκδοση νέου διατάγματος για τον Κατώτατο Μισθό, έχουμε μπροστά μας προκλήσεις που διασυνδέονται με την ανανέωση συλλογικών συμβάσεων, τόσο σε επιχειρησιακό όσο και σε κλαδικό επίπεδο. Έχουμε τις δύο μεγάλες κλαδικές συμβάσεις στον κατασκευαστικό κλάδο και στην ξενοδοχειακή βιομηχανία να βρίσκονται σε διαδικασία ανανέωσης, οπόταν είναι αντιληπτό ότι πολλά θα εξαρτηθούν από το πως και πότε θα υπάρξει κατάληξη για αυτές τις συμβάσεις. Συνεπώς για μας αποτελεί μία μεγάλη πρόκληση να κλείσει ομαλά ο κύκλος της ανανέωσης, ούτως ώστε να αποτραπούν οποιαδήποτε άλλα φαινόμενα», εξήγησε.

Απ’ εκεί και πέρα, πρόσθεσε, «στα μεγάλα ζητήματα που έχουν μία πιο μεταρρυθμιστική σημασία, θεωρούμε ότι θα πρέπει να προχωρήσει και να κλείσει το ζήτημα σε σχέση με τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, κάτι για το οποίο ο Υπουργός Εργασίας έθεσε ως ορόσημο το 2025 για κατάληξη. Επί τούτου, διαφαίνεται ότι θα έχουμε καθαρά κοινωνική προσέγγιση με στόχο κανένας εργαζόμενος να μην λαμβάνει ως συνταξιούχος πλέον συνταξιοδοτικά ωφελήματα που είναι κάτω από το όριο της φτώχειας σε συνδυασμό βέβαια και των Ταμείων Προνοίας. Αυτό είναι κάτι που μας δίνει και τη δυνάτοτητα για αξιοποίηση της ευρωπαϊκής οδηγίας για εφαρμογή του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων. Κάτι τέτοιο θεωρούμε ότι θα λειτουργήσει και ως μέτρο ρύθμισης της αγοράς εργασίας με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται στο πλαίσιο των προκλήσεων που προκύπτουν ως απότοκο των αλλαγών στον χώρο της εργασίας και λόγω της τεχνολογίας», επεσήμανε ο κ. Μάτσας.

Φορολογική μεταρρύθμιση και Στρατηγική για Απασχόληση ξένων

Επίσης, συμπλήρωσε, «για εμάς είναι σημαντικό να ολοκληρωθεί η διαδικασία, μέσα από έναν δομημένο διάλογο, για μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος. Για εμάς είναι σημαντικό να δοθεί μία πράσινη διάσταση για να μπορέσουμε να μεταβούμε ομαλά στην πράσινη ανάπτυξη, περιορίζοντας την φορολογική επιβάρυνση στην εργασία».

Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που η ΣΕΚ θέτει ως προτεραιότητα, είπε ο Γενικός της Γραμματέας, είναι και η αναθεώρηση της Στρατηγικής Απασχόλησης Ξένου Δυναμικού, «κατανοώντας ότι υπάρχει ένα θέμα σε ό,τι αφορά την έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού, σε καμία περίπτωση όμως στην έκταση που οι εργοδότες θέλουν να δημιουργήσουν. Υπάρχει ναι μεν θέμα και πρέπει να το λύσουμε, αλλά πρέπει να γίνει μία δομημένη διαδικασία, να καταγραφούν οι πραγματικές ανάγκες, να γίνουν οι αλλαγές στην Στρατηγική, οι οποίες θα επαναφέρουν τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη διαδικασία, ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν μπαίνουν ευκαιριακά αιτήματα από μερίδα εργοδοτών, κάτι που συνεπάγεται με υποβάθμιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και αύξηση την ίδια στιγμή του αθέμιτου ανταγωνισμού ανάμεσα στις επιχειρήσεις». 

«Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορέσουμε να μπούμε στο επόμενο στάδιο της τουριστικής περιόδου χωρίς να έχουμε αυτά τα ανοικτά ζητήματα ενώπιον μας, γιατί αυτά τα ζητήματα ενδεχομένως να θέσουν σε κίνδυνο και την εργατική ειρήνη», κατέληξε ο κ. Μάτσας

Οι βασικοί στόχοι και προτεραιότητες της ΠΕΟ

Από την πλευρά της η Γενική Γραμματέας της ΠΕΟ, Σωτηρούλα Χαραλάμπους, ανέφερε στην Brief ότι βασική προτεραιότητα της Συντεχνίας «είναι να δούμε πως μέσα από τις προσεγγίσεις μας βελτιώνουμε τη θέση των εργαζομένων, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη ο πληθωρισμός συνεχίζει να αφαιρεί ένα μέρος από τα εισοδήματα των εργαζομένων». 

«Παρά το γεγονός ότι έχει υπάρξει ονομαστική αύξηση των μισθών εντούτοις οι πραγματικοί μισθοί δεν αυξάνονται με βάση και το πως κινείται η οικονομία. Αυτό, πιστεύουμε, σχετίζεται και με το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων δεν καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις και συνεπώς δεν έχει ένα ρυθμισμένο πλαίσιο στη βάση του οποίου θα βασίζονται και οι όροι απασχόλησής του. Συνεπώς, ένας στόχος που θέτουμε μέσα από την ανανέωση των συλλογικών συμβάσεων είναι να πετύχουμε αυξήσεις που να αυξάνουν τους πραγματικούς μισθούς», εξήγησε.

Ο δεύτερος στόχος μας, συνέχισε η κ. Χαραλάμπους, «είναι η συνέχιση της προσπάθειας για ανακοπή της απορρύθμισης της εργασίας, κάτι για το οποίο θεωρούμε ότι η Κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει σε κάποια μέτρα, ενέργειες, έτσι ώστε το αποτέλεσμα της συλλογικής διαπραγμάτευσης στους κλάδους που έχουμε συμβάσεις να εφαρμόζεται σε όλους. Με βάση, εξάλλου, και την οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεωρούμε ότι η Κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει και να συζητήσει και να καταλήξουμε σε έναν οδικό χάρτη για το πως θα διευρύνουμε τις συλλογικές συμβάσεις για να καλύψουν και τους κλάδους της οικονομίας που σήμερα δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις», επεσήμανε.

Απ’ εκεί και πέρα, είπε, «είναι και η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού και ειδικότερα το πέναλτι του 12% το οποίο αποτελεί βασική προϋπόθεση, μίας και ήδη έχει αποφασιστεί να μπούμε σε ένα διάλογο για να συζητήσουμε και τις δικές μας προτάσεις, αφού η πρόταση που κατέθεσε ο Υπουργός Εργασίας δεν μας ικανοποιεί». 

«Στις προτεραιότητές μας, βέβαια, είναι και η συζήτηση των ευρύτερων παραμέτρων της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού και για μας αυτό σημαίνει αντιμετώπιση από την μία του ζητήματος των χαμηλών συντάξεων και από την άλλη το πως αντιμετωπίζεται μέσα από μία ολοκληρωμένη πολιτική, η δημιουργία πραγματικού αποθεματικού για το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Επίσης, τα ζητήματα διαχείρισης του Ταμείου, ότι δηλαδή πρέπει να υπάρξει μία πιο σωστή πολιτική αξιοποίησης του αποθεματικού που να φέρνει και έσοδα στο Ταμείο, εντός λελογισμένων πλαισίων, αποτελεί για μας ένα ακόμη επιπρόσθετο στόχο. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και ο στόχος μας για διεύρυνση του θεσμού των Ταμείων Προνοίας, ο οποίος θεωρούμε ότι είναι ένας πυλώνας που μπορεί να στηρίξει τους εργαζομένους», ανέφερε ακόμη η ΓΓ της ΠΕΟ. 

Βεβαίως, συμπλήρωσε, «έχοντας υπόψη ότι η ακρίβεια και ο πληθωρισμός συνεχίζουν να είναι προβληματικά, θεωρούμε ότι τα ζητήματα της κοινωνικής πολιτικής συναρτημένα και με ένα πιο δίκαιο φορολογικό σύστημα, πρέπει να παραμείνουν στο προσκήνιο και να αντιμετωπιστούν άμεσα και μόνιμα κι όχι με αποσπασματικές λύσεις, μέσω μίας ουσιαστικής μεταρρύθμισης της κοινωνικής πολιτικής η οποία να στοχεύει στο πως στηρίζει τα χαμηλά εισοδήματα, πως καλύπτει ανάγκες του κόσμου».

Άλλη μια βασική προτεραιότητα για την ΠΕΟ, κατέληξε η κ. Χαραλάμπους, «είναι και η αναθεώρηση της Στρατηγικής για την Απασχόληση ξένου εργατικού δυναμικού, για την οποία ήδη έχουμε καταθέσει τις θέσεις μας».

Οι στόχοι της ΔΕΟΚ

Εκ μέρους της ΔΕΟΚ, ο απερχόμενος Πρόεδρος της Συντεχνίας, Ιωσήφ Αναστασίου, δήλωσε στην ιστοσελίδα μας ότι «μία από τις βασικές προτεραιότητές μας για το 2024 είναι η Στρατηγική Απασχόλησης Ξένου Ανθρώπινου Δυναμικού, ένα θέμα που βρίσκεται σε εκκρεμότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επί προηγούμενης Κυβέρνησης καθορίστηκε μία πολιτική χωρίς να υπάρξει ουσιαστικός κοινωνικός διάλογος κι έκτοτε εμείς ως Συντεχνίες θέτουμε αυτό το ζήτημα επιτακτικά προς τον Υπουργό Εργασίας, προκειμένου να ξεκινήσει ένας δομημένος κοινωνικός διάλογιος και να ρυθμίσουμε ουσιαστικά ζητήματα, τα οποία συνδέονται με την εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων και ευρύτερα με τα κριτήρια που πρέπει να εφαρμόζονται για την παραχώρηση αδειοδότησης για απασχόληση ξένου ανθρώπινου δυναμικού».

Το δεύτερο ζήτημα που θα μας απασχολήσει εντός του 2024 και θα αποτελέσει βασική προτεραιότητά μας, συνέχισε, «είναι το θέμα της αναλογιστικής μείωσης του πέναλτι 12% στις συντάξεις. Έχει συσταθεί μία συμβουλευτική επιτροπή για να δει το θέμα μαζί με τον αναλογιστή του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, για να διερευνηθεί κατά πόσον μπορεί να ενισχυθεί είτε η πρόταση του Υπουργού Εργασίας είτε να διαφοροποιηθεί κατά τρόπο που να καλύπτει με μεγαλύτερη επάρκεια εκείνους τους συνταξιούχους που βρίσκονται στα βαριά επαγγέλματα και άτομα που έχουν συνεισφέρει για πολλά χρόνια στο Ταμείο».

Στο πλαίσιο αυτό, συμπλήρωσε ο κ. Αναστασίου, «άλλη μία προτεραιότητα αποτελεί και η συνολική μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, για το οποίο άρχισε η συζήτηση από τις αρχές του 2023 με την μελέτη του ILO όπου εκεί είχαμε δει τους βασικούς άξονες και τις προτεραιότητες που βάζει το ILO. Όπως είναι αντιληπτό, όμως, πρέπει να διεξαχθεί ένας ουσιαστικός κοινωνικός διάλογος, γιατί πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, καθότι όλοι γνωρίζουμε πως τα δημογραφικά δεδομένα διαφοροποιούνται συνεχώς, αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής, μειώνεται ο δείκτης γεννητικότητας κι επομένως πρέπει να δούμε πως τα αντιμετωπίζουμε».

Πέραν των πιο πάνω, είπε ο Πρόεδρος της ΔΕΟΚ, «μας απασχολεί και το θέμα του κατώτατου μισθού. Μπορεί να έγινε αναπροσαρμογή, αλλά παραμένουν ανοικτά πολύ σημαντικά ζητήματα όπως είναι η ωριαία απόδοση του κατώτατου και η ενσωμάτωση κι άλλων εργασιακών δικαιωμάτων (π.χ. ΑΤΑ και αργίες), γιατί, κατά την άποψή μας, με την ισχύουσα ρύθμιση δημιουργούνται εργαζόμενοι πολλών ταχυτήτων».

Την ίδια ώρα, τόνισε, «ευελπιστούμε να αρχίσει και ο διάλογος για ενίσχυση και διεύρυνση των συλλογικών συμβάσεων, στην βάση και της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, κατά τρόπο που ένα ποσοστό μέχρι και 80% των εργαζομένων να καλύπτεται».

Παράλληλα με τα προαναφερθέντα, κατέληξε ο κ. Αναστασίου, «το 2024 θα πρέπει να δούμε και πως αντιμετωπίζουμε γενικά τις αλλαγές στο εργασιακό περιβάλλον από την εισχώρηση της τεχνητής νοημοσύνης και στα επαγγέλματα, καθώς και πως αντιμετωπίζουμε τις αλλαγές λόγω της κλιματικής αλλαγής, ούτως ώστε να προστατεύσουμε τους εργαζόμενους, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να δούμε πως βελτιώνουμε ή/και ενισχύουμε των αποδοχών και των δικαιωμάτων των εργαζομένων».

ΜΑΡΙΟΣ ΑΔΑΜΟΥ

Μάριος Αδάμου