Οικονομία: Σε έναν φαύλο κύκλο μη ελεγχόμενων εξελίξεων

•    Συνεχιζόμενη επισιτιστική κρίση, ακρίβεια και ψηλά επιτόκια
•    Τα νοικοκυριά ασφυκτιούν από τις αυξήσεις
•    Ο Υπουργός Μάκης Κεραυνός κρατά με τα δόντια συνετή δημοσιονομική πολιτική
•    Ο προϋπολογισμός στη Βουλή με όπλο την ελπίδα…

Σε έναν φαύλο κύκλο απροσδόκητων και μη ελεγχόμενων εξελίξεων βρίσκεται η κυπριακή οικονομία και κατ’ επέκταση τα νοικοκυριά, με τον Υπουργό Οικονομικών κ. Μάκη Κεραυνό να δίνει τις δικές του μάχες για να διατηρηθεί μια οικονομική πολιτική, που να στηρίζεται στην περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, γι’ αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων.

Ήδη, ο Υπουργός διά της δημοσιονομικής έκθεσης που κατάρτισαν οι τεχνοκράτες του Υπουργείου του και στη βάση του ετήσιου προϋπολογισμού για το 2024, στέλνει πολλαπλά μηνύματα σε όλες τις πλευρές, αποσαφηνίζοντας ότι εάν μεταβληθούν οι μακροοικονομικές προβλέψεις πιθανότατα να δημιουργηθούν κίνδυνοι στα έσοδα και στις δαπάνες, και κατ’ επέκταση θα επηρεαστούν αρνητικά η πορεία των δημοσίων οικονομικών και οι χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους. 

Να αναφερθεί, σύμφωνα και με τον Υπουργό, ότι ο προϋπολογισμός είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος σε παραμέτρους όπως ο ρυθμός ανάπτυξης, ο πληθωρισμός και η διακύμανση των επιτοκίων. 

Τα «τρωτά» σημεία θεωρούνται η μείωση των εσόδων λόγω της μειωμένης ανάπτυξης, η αύξηση του πληθωρισμού και των επιτοκίων που συνεπάγεται ανάγκη για αυξημένες δαπάνες αλλά και οι κοινωνικές παροχές που εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από το επίπεδο απασχόλησης καθώς η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. 

Όπως και άλλες χώρες, έτσι και η Κύπρος επηρεάζεται από μια περίοδο αβεβαιότητας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και των κυρώσεων κατά της Ρωσίας που επηρεάζουν την Ευρώπη συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου. 

Οι επιπτώσεις του πολέμου σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες διαταράξεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες, παρόλο που οι τιμές της  ενέργειας καταγράφουν μείωση αλλά και άλλων εμπορευμάτων, διατηρούν υψηλό τον δομικό πληθωρισμό. Ο πληθωρισμός διαβρώνει το πραγματικό εισόδημα των πολιτών, με αρνητικές επιπτώσεις στην κατανάλωση και στα έσοδα του κράτους.  

Η πολιτική των ψηλών επιτοκίων

Όπως καταγράφει το Υπουργείο Οικονομικών «η συνεχιζόμενη περιοριστική πολιτική της ΕΚΤ με την αύξηση των επιτοκίων και με επιπτώσεις στο κόστος δανεισμού του κράτους και των νοικοκυριών και επιχειρήσεων οδηγούν σε συρρίκνωση του διαθέσιμού εισοδήματός τους, και δυνητικά σε μείωση στην κατανάλωση και στις επενδύσεις». 

Στα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας προστέθηκαν και οι καταστροφές της παραγωγής λόγω της κλιματικής κρίσης (όπως π.χ. οι ελιές και το ελαιόλαδο, και η κατάρρευση της συμφωνίας για την εξαγωγή σιτηρών από την Ουκρανία, που οδηγεί προς τα πάνω τις τιμές των δημητριακών και των παραγώγων τους). (Διαβάστε σχετικό ρεπορτάζ εδώ)

Από την άλλη, μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ακριβείς εκτιμήσεις ότι η ενεργειακή κρίση που έφτασε στο αποκορύφωμά της πέρσι, έχει περάσει οριστικά. 

Τα αποθέματα των αποθηκευτικών χώρων για την Ευρώπη καλύπτουν τις ανάγκες μόνο τριών μηνών, και δεν υπάρχουν επίσης διαβεβαιώσεις ότι το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), με το οποίο καλύπτονται ανάγκες της η Ε.Ε., είναι σε θέση να καλύψει την κατανάλωση.

Σε ό,τι αφορά τον τομέα των τροφίμων, εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί η άνοδος  των τιμών, λόγω της αναταραχής, και ειδικότερα σε προϊόντα που άμεσα ή έμμεσα επηρεάζονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Στην Κύπρο οι μεγαλύτεροι φόβοι σχετίζονται με τις λειτουργικές δαπάνες και το κόστος των κατασκευαστικών έργων λόγω του ότι από τη μια αυξάνονται οι τιμές των καυσίμων και της ενέργειας, και από την άλλη αυξάνεται το κόστος των πρώτων υλών.

Ιδιαίτερα ανήσυχο παρουσιάζεται το Υπουργείο Οικονομικών:

•    Για την αύξηση των δαπανών για εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους εξαιτίας της αύξησης των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) 
•    Για τη σταδιακή απόσυρση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ 
•    Για την υιοθέτηση πολιτικής της ΕΚΤ που αφορά την αγορά ομολόγων μέσω της επανεπένδυσης χρέους που λήγει στο χαρτοφυλάκιό της και ως εκ τούτου της αύξησης των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων. 

Τα δημόσια οικονομικά και τα μέτρα ανακούφισης

Σύμφωνα με την ενημέρωση του Υπουργείου, εκτός όλων των άλλων, εκφράζεται και η ανησυχία για την επιβάρυνση των δημόσιων οικονομικών από το ΓεΣΥ, λόγω της ανάγκης χρηματοδότησης των ελλειμμάτων του ΟΚΥπΥ για μεγαλύτερη διάρκεια από την περίοδο που καθορίζει η νομοθεσία. Η περίοδος λήγει  τέλος Μαΐου 2024  και στο σκηνικό προστίθεται και η μη ανάληψη υποχρεώσεων που προβλέπεται από το ΓεΣΥ από τον σφαιρικό προϋπολογισμό του ΟΑΥ. 

Για την αντιμετώπιση της  κατάστασης που προδιαγράφεται, η Κυβέρνηση έχει εξαγγείλει:

•    Μέτρα ανακούφισης των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού ανάλογα με τις ανάγκες που προκύπτουν. 
•    Μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις ύψους €1,2 δις μέχρι το 2026, μέσω της πιθανής υλοποίησης του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με έμφαση στην πράσινη μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. 

Σε διεθνές επίπεδο, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, σε ένα οικονομικό περιβάλλον με ψηλές πληθωριστικές πιέσεις, εκτιμάται ότι δεν αποκλείεται να δημιουργήσουν ένα  περιβάλλον αβεβαιότητας που θα επηρεάσει τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης. 

Στο Υπουργείο Οικονομικών, παρά τα αποθέματα των ρευστών διαθεσίμων που κατακρατούνται και τις προσδοκώμενες εισροές κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ, εκτιμάται ότι «τα ρευστά διαθέσιμα θα διατηρηθούν προς το παρόν με νέο δανεισμό και αύξηση του δημόσιου χρέους, που θα πρέπει να περιορισθεί εντός του πλαισίου βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους».

ΕΚΤ: Αβέβαιες προοπτικές

Στο γενικότερο κλίμα αβεβαιότητας προστίθενται και οι δηλώσεις του αντιπροέδρου της ΕΚΤ ΒLuis de Guindos, οποίος σε επίσκεψή του στην Κύπρο, επιβεβαίωσε ότι «οδηγούμαστε σε ρευστό οικονομικό περιβάλλον, με τις προοπτικές για τον πληθωρισμό και την οικονομική δραστηριότητα να καθίστανται ιδιαίτερα αβέβαιες λόγω των “κληρονομικών” επιπτώσεων των προηγούμενων κραδασμών  και των ανανεωμένων κινδύνων». 

Όπως είπε, «ενώ ο πληθωρισμός συνεχίζει να μειώνεται, αναμένεται να παραμείνει πολύ υψηλός για πάρα πολύ καιρό. Η ΕΚΤ είναι αποφασισμένη να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει έγκαιρα στο μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Για να ενισχύσουμε την πρόοδο προς αυτόν τον στόχο, αποφασίσαμε να αυξήσουμε τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Σεπτεμβρίου». 

Πάντως, η ΕΚΤ από την οποία εξαρτώνται όλες οι εξελίξεις σε σχέση με τα επιτόκια και τη νομισματική πολιτική, θεωρεί ότι «ο πληθωρισμός εξακολουθεί να μειώνεται αλλά αναμένεται πάλι να παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα». 

Το Δ.Σ. κρίνει ότι «οι μελλοντικές αποφάσεις θα διασφαλίσουν ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα διαμορφωθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο διάστημα κρίνεται απαραίτητο. Θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της κατάλληλης διάρκειας της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής».

Μάλιστα, εμμένει ότι θα συνεχίσει να διασφαλίζει ότι «ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας για να διαφυλάξουμε την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής».

Χρύσω Αντωνιάδου
 

Χρύσω Αντωνιάδου