Προειδοποιούν οι Συντεχνίες για ξένους εργάτες – Κινδυνεύει η εργατική ειρήνη

Οι τρεις Συντεχνίες αξιώνουν άμεση αναθεώρηση της Στρατηγικής και προειδοποιούν με λήψη μέτρων

Την έντονη ανησυχία και αντίδραση τους, τόσο σε σχέση με την υφιστάμενη Στρατηγική Απασχόλησης Εργαζομένων από Τρίτες Χώρες, όσο και για την εξαγγελία του Προέδρου της Δημοκρατίας, Νίκου Χριστοδουλίδη, κατά την παρουσίαση του Προγραμματισμού Διακυβέρνησης για το 2024, για για ταχεία και έγκαιρη εξέταση αιτήσεων για εργοδότηση ξένου προσωπικού, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η έλλειψη εργατικού δυναμικού, αναμένεται να εκφράσουν σήμερα (1/2) οι Συντεχνίες ΣΕΚ, ΠΕΟ και ΔΕΟΚ.

Οι τρεις Συντεχνίες κατά τη διάρκεια κοινής δημοσιογραφικής διάσκεψης που θα παραθέσουν, θα καταθέσουν τις θέσεις και απόψεις του για το όλο θέμα και θα κτυπήσουν καμπανάκι κινδύνου για ενδεχόμενη διασάλευση της εργατικής ειρήνης, με ό,τι κι αν αυτό μπορεί να συνεπάγεται.

Η Brief ενόψει της σημερινής διάσκεψης, επικοινώνησε και καταγράφει τις απόψεις των επικεφαλής των τριών Συντεχνιών, με τους Ανδρέα Μάτσα (ΣΕΚ) και Σωτηρούλα Χαραλάμπους (ΠΕΟ) να μην αποκλείουν και το ενδεχόμενο λήψης μέτρων σε περίπτωση που δεν εισακουστεί η έκκλησή τους.

ΣΕΚ: Να προλάβουμε αρνητικές καταστάσεις

Ειδικότερα ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Μάτσας, μιλώντας στην ιστοσελίδα μας ανέφερε ότι κατά την δημοσιογραφική διάσκεψη «θα εκφράσουμε την αντίδραση, αλλά και την ανησυχία μας για το γεγονός τη διαδικασία αδειοδότησης εργαζομένων από Τρίτες Χώρες», σημειώνοντας ότι «θεωρούμε ότι η υφιστάμενη Στρατηγική χρήζει αναθεώρησης. Θα μπορούσαν να μπουν δικλίδες ασφαλείας, οι οποίες θα προστατέψουν την ομαλή λειτουργία της αγοράς εργασίας και τον αθέμιτο ανταγωνισμό ανάμεσα σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις».

Δυστυχώς, πρόσθεσε, «αυτό που παρατηρείται, μετά και την εξαγγελία του Προέδρου της Δημοκρατίας για επίσπευση των διαδικασιών παραχώρησης αδειών, είναι ότι ενώ τα πράγματα ήταν τροχιοδρομημένα για να ολοκληρωθεί ο κοινωνικός διάλογος, εντούτοις, γίνεται παράκαμψη του κοινωνικού διαλόγου, δεν μπαίνουν δικλίδες ασφαλείας και, με βάση ενδείξεις που έχουμε, έχει ξεκινήσει μία διαδικασία, χωρίς την απαραίτητη τεκμηρίωση, για παραχώρηση αδειών. Κάτι τέτοιο θεωρούμε ότι είναι επικίνδυνο και για την ομαλή λειτουργία της αγοράς εργασίας, καθώς και για την όλη διαδικασία, η οποία θα πρέπει να διασυνδέεται και με την γενικότερη μεταναστευτική πολιτική», τόνισε ο κ. Μάτσας.

Σύμφωνα με τον ΓΓ της ΣΕΚ, «η αποσπασματική και ατεκμηρίωτη προσέγγιση που γίνεται αυτή τη στιγμή, είναι επικίνδυνη» και «επειδή βλέπουμε τα πράγματα να εξελίσσονται με έναν τρόπο, ο οποίος είναι προς την λανθασμένη κατεύθυνση, θεωρούμε ότι είναι επιβεβλημένη η κατάθεση της αντίδρασής μας, πέραν από το γεγονός πως ήδη έχουμε αποστείλει τις θέσεις μας στον Υπουργό Εργασίας».

Παράλληλα ο κ. Μάτσας εκτίμησε ότι «για την ώρα δεν υπάρχει οποιαδήποτε ένδειξη πρόθεσης για ρύθμιση των θεμάτων που παραμένουν ανοιχτά, όπως η διασύνδεση με τις συλλογικές συμβάσεις και η επαναλειτουργία των Τεχνικών Επιτροπών για να υπάρχει πλήρης διαφάνεια ως προς τη διαδικασία που ακολουθείται». Συνεπως, συμπλήρωσε, «θεωρούμε ότι για να προλάβουμε αρνητικές καταστάσεις και για να πιέσουμε για να λειτουργήσει ομαλά η όλη διαδικασία, με δεδομένο ότι σιγά-σιγά ξεκινούμε να μπαίνουμε στην τουριστική περίοδο και προκειμένου να προλάβουμε άλλα προβλήματα που ενδεχομένως να προκύψουν, συγκαλέσαμε δημοσιογραφική διάσκεψη και αναλόγως με τον τρόπο που θα επιλέξει η Κυβέρνηση να διαχειριστεί το θέμα, θα λάβουμε και τις παραπέρα αποφάσεις μας».

«Έχουμε ήδη τονίσει πως το 2024 θα είναι κρίσιμο έτος σε σχέση με τη διατήρηση της εργατικής ειρήνης, με δεδομένο ότι βρισκόμαστε σε αδιέξοδο αναφορικά με την ανανέωση της συλλογικής σύμβασης στις οικοδομές, υπάρχουν ζητήματα σε ό,τι αφορά την ανανέωση της συλλογικής σύμβασης στα ξενοδοχεία, υπάρχει και η εκκρεμότητα για τη Στρατηγική για τους εργαζόμενους από Τρίτες Χώρες. Εάν δεν γίνει κατανοητή η σοβαρότητα και η κρισιμότητα αυτών των στοιχείων, σε δύο μήνες που αρχίζει η τουριστική σεζόν, θα έχουμε, δυστυχώς, να αντιμετωπίσουμε άλλες καταστάσεις, τις οποίες και θέλουμε να προλάβουμε. Συνεπώς, είμαστε αναγκασμένοι να αναδείξουμε αυτά τα ζητήματα και δημόσια και από κει και πέρα θα αναμένουμε να δούμε ποια θα είναι η διαχείρισή τους από πλευράς Κυβέρνησης», επεσήμανε.

Ερωτηθείς εάν θα κτυπήσουν καμπανάκι για διασάλευση της εργατικής ειρήνης, ο κ. Μάτσας τόνισε ότι «θα είναι μία υπενθύμιση ως προς το τι πρέπει να γίνει και μία ανάδειξη της πρακτικής που εφαρμόζεται, η οποία θέτει σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία της αγοράς εργασίας, διαιωνίζει τον αθέμιτο ανταγωνισμό ανάμεσα σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις και την ίδια στιγμή θέτει σε κίνδυνο και τη διατήρηση της εργατικής ειρήνης, σε μία κρίσιμη χρονικά περίοδο. Κι επειδή δεν θέλουμε να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, θεωρούμε πως τώρα υπάρχει τουλάχιστον χρονικά το περιθώριο να ξεκινήσει η συζήτηση, να γίνουν οι απαιτούμενες διευθετήσεις και για να ρυθμιστεί σωστά το θέμα και για να μπορέσει να εξελιχθεί ομαλά η διαδικασία παραχώρησης αδειών εκεί που πραγματικά και τεκμηριωμένα υπάρχει ανάγκη. Σε διαφορετική περίπτωση, εάν αφεθούν τα πράγματα στην μοίρα τους, θα είναι επιβεβαίωση για εμάς ότι η Κυβέρνηση συναινεί στην διαιώνιση μίας κατάστασης, η οποία οποία λειτουργεί απορρυθμιστικά και στην αγορά εργασίας και στην διατήρηση της εργατικής ειρήνης», κατέληξε.

ΠΕΟ: Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι

Από την πλευρά της η ΓΓ της ΠΕΟ, Σωτηρούλα Χαραλάμπους, δήλωσε στην Brief ότι «η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν το γεγονός πως στη δημοσιογραφική διάσκεψη παρουσιάζοντας τους στόχους του 2024 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έκρινε σκόπιμο να κάνει ειδική αναφορά στην επίσπευση των διαδικασιών, αναφερόμενος και σε διακρατικές συμφωνίες για να υποβοηθηθεί η ικανοποίηση του αιτήματος των εργοδοτών για απασχόληση εργαζομένων από Τρίτες Χώρες, αλλά δεν έκανε καμία αναφορά στην ανάγκη επαναξιολόγησης της Στρατηγικής και τη διασύνδεσή της με τα θέματα των συλλογικών συμβάσεων, που είναι και το βασικό ζήτημα που θέτουμε εδώ και καιρό οι Συντεχνίες. Με δεδομένο, δε, ότι η συζήτηση του θέματος στην Τεχνική Επιτροπή κατέληξε σε αδιέξοδο και δεν είδαμε οποιαδήποτε κίνηση από πλευράς Υπουργείου Εργασίας για να συζητήσουμε αυτό το θέμα, αλλά αντίθετα είδαμε εξαγγελίες, αποφασίσαμε να παραθέσουμε συνέντευξη τύπου κατά τη διάρκεια της οποίας θα εκφράσουμε τις θέσεις και προτάσεις μας και από την άλλη να καυτηριάσουμε αυτό το γεγονός», πρόσθεσε.

Ερωτηθείσα εάν εξετάζουν τρόπους αντίδρασης, η κ. Χαραλάμπους υπέδειξε ότι «εάν κι εφόσον η Κυβέρνηση θεωρεί ότι το θέμα έκλεισε και πως δεν υπάρχουν ζητήματα για να συζητηθούν και το μόνο θέμα το οποίο βλέπει μπροστά της είναι η επιτάχυνση των διαδικασιών, εμείς πλέον θα εξετάσουμε πιθανούς τρόπους αντίδρασης από κοινού με τις άλλες Συντεχνίες».

ΔΕΟΚ: Επείγει η αναθεώρηση της Στρατηγικής

Ο Πρόεδρος της ΔΕΟΚ, Στέλιος Χριστοδούλου, εξάλλου, σε δηλώσεις του στην ιστοσελίδα μας είπε ότι «ως ΔΕΟΚ θεωρούμε ότι επείγει η αναθεώρηση της Στρατηγικής Απασχόλησης Εργαζομένων από Τρίτες Χώρες, με την οποία οφείλω να πω ότι διαφωνούμε. Θεωρούμε, επίσης, ότι η υφιστάμενη Στρατηγική έχει προκαλέσει μεγάλη αύξηση στον αριθμό εργαζομένων από τρίτες χώρες με προοπτική περεταίρω αύξησης τους και αυτό με τη σειρά του προκαλεί απορρύθμιση των Συλλογικών Συμβάσεων, καθήλωση της εξέλιξης της διεκδίκησης ωφελημάτων για τους Κύπριους και Ευρωπαίους εργαζόμενους και απώλεια δικαιωμάτων και ωφελημάτων που προνοούνταν από συλλογικές συμβάσεις ως επίσης και εργαζομένους δύο ταχυτήτων, με ότι αυτό συνεπάγεται».

Ο κ. Χριστοδούλου αφού τόνισε πως «η θέση της ΔΕΟΚ δεν αποτελεί προϊόν κινδυνολογίας ή στείρας διεκδίκησης», υπέδειξε πως αυτή «στοιχειοθετείτε με απτά και ατράνταχτα επιχειρήματα».

«Με την ένταξη μεγάλου ή και ανεξέλεγκτου αριθμού εργαζομένων από τρίτες χώρες στην αγορά εργασίας, ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης λειτουργεί ετεροβαρώς κατά των εργαζομένων και υπέρ των εργοδοτών, οι οποίοι αποκτούν την ευχέρεια να πλήξουν τις συλλογικές συμβάσεις, δηλαδή να καθηλώσουν ή και να μειώσουν μισθούς και ωφελήματα, εφόσον μπορούν να αποταθούν σε άλλη ομάδα εργαζομένων προς ικανοποίηση των εργοδοτικών αναγκών τους», επεσήμανε υπογραμμίζοντας ότι «μέσω της κατάργησης των Συμβουλευτικών Τριμερών Τεχνικών Επιτροπών, η παραχώρηση αδειών εργασίας δεν υπόκειται σε κανένα έλεγχο από το συνδικαλιστικό κίνημα αλλά και ούτε του δίνεται η ευχέρεια έγκαιρα να εκφράσει άποψη. Αυτό ικανοποιεί τις επιθυμίες των εργοδοτών πλήρως, παραμερίζοντας τα αιτήματα του συνδικαλιστικού κινήματος».

Αυτή την στιγμή, εξήγησε ο κ. Χριστοδούλου, «εκτός από τις άδειες παραχώρησης υπηκόων τρίτων χωρών που δίνεται από το Υπουργείο Εργασίας, μπορούν εύκολα να εργοδοτηθούν αλλοδαποί φοιτητές, πολιτικοί πρόσφυγες και μέχρι προσφάτως και αιτητές ασύλου σε συγκεκριμένα επαγγέλματα», εκφράζοντας την αντίθεση και ανησυχία της ΔΕΟΚ και για την πρόσφατη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, κατόπιν Ευρωπαϊκής Οδηγίας, για παραχώρηση «μπλε κάρτας» σε αλλοδαπούς από Τρίτες Χώρες, που έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον τριετή φοίτηση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι οποίοι, είπε, «με συνοπτικές διαδικασίες θα μπορούν να έρχονται στην Κύπρο και να εντάσσονται στην αγορά εργασίας, χωρίς το συνδικαλιστικό κίνημα να γνωρίζει τους όρους εργοδότησης αυτών, αλλά και τις συνέπειες που θα έχει η εργοδότηση τους στην ντόπια αγορά εργασίας, ειδικά όταν η Κύπρος διαθέτει πολύ μεγάλο αριθμό αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που υποαπασχολούνται ή ετεροαπασχολούνται».

«Η ΔΕΟΚ διαθέτει όλη την καλή θέληση για διάλογο, αλλά δεν θα αποδεχτεί διευθετήσεις που θα πλήττουν καίρια τα δικαιώματα και την επιβίωση της εργατικής τάξης και της τάξης των Κυπρίων και Ευρωπαίων εργαζομένων, προς πρόσκαιρο όφελος του εργασιακού κόστους των εργοδοτών», κατέληξε ο Πρόεδρος της ΔΕΟΚ.

ΜΑΡΙΟΣ ΑΔΑΜΟΥ

Μάριος Αδάμου