Οι προοπτικές και οι κίνδυνοι για την κυπριακή οικονομία το 2020

Τις εκτιμήσεις τους για την κυπριακή οικονομία αναλύουν στην Brief οι Οικονομολόγοι Γ. Θεοχαρίδης και Θ. Παναγιώτου

Με θετικά πρόσημα και με σημαντική βελτίωση σε σχέση με τα χρόνια της κρίσης έκλεισε το 2019 η κυπριακή οικονομία, η οποία κατάφερε όχι μόνο να σταθεί στα πόδια της αλλά και να καταγράφει τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η πορεία αυτή αναμένεται πως θα συνεχιστεί και το 2020, πιθανότατα καταγράφοντας μικρή επιβράδυνση σε σχέση με πέρσι, την ώρα που μία σειρά από κίνδυνοι που παραμονεύουν, με πιο σοβαρούς την επικείμενη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τις αποκοπές για τους μισθούς των Δημοσίων Υπαλλήλων και την διαχείριση του ΓΕΣΥ, μπορεί να οδηγήσουν την κυπριακή οικονομία ακόμη και στον εκτροχιασμό, δημιουργώντας σοβαρό δημοσιονομικό πρόβλημα.

>>> Διαβάστε ακόμη: ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ Οικονομίας – Τα σημαντικότερα γεγονότα του 2019 <<<

Αυτό συνάγεται από τα όσα ανέφεραν στην Brief οι Οικονομολόγοι Γιώργος Θεοχαρίδης και Θεόδωρος Παναγιώτου, καθώς και στα όσα καταγράφει σε άρθρο του ο Υπουργός Οικονομικών, Κωνσταντίνος Πετρίδης, και το οποίο δημοσιεύσαμε την περασμένη Κυριακή (29/12).

Δρ. Θεοχαρίδης: Η θετική πορεία της οικονομίας θα συνεχιστεί, αλλά ελλοχεύουν κίνδυνοι

Ο Αναπληρωτής Καθηγητής στον τομέα των Χρηματοοικονομικών και Διευθυντής του Προγράμματος MSc in Financial Services στο Cyprus International Institute of Management (CIIM), Δρ Γιώργος Θεοχαρίδης, δίδοντας την δική του εκδοχή, αφού επεσήμανε μία σειρά από θετικά στοιχεία για την κυπριακή οικονομία, τόνισε και μία σειρά κινδύνων που, ενδεχομένως, να επηρεάσουν αρνητικά την οικονομία του τόπου.

Σε ό,τι αφορά την πορεία της οικονομίας το 2019 ο κ. Θεοχαρίδης ανέφερε στην Brief πως, αυτή κινήθηκε στα ίδια επίπεδα με τα τελευταία χρόνια. Δηλαδή, εξήγησε, συνεχίστηκε η ανάπτυξη του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), η μείωση της ανεργίας, καταγράφηκε πρωτογενές και δημοσιονομικό πλεόνασμα για τον ευρύτερο κυβερνητικό τομέα καθώς και σταδιακή μείωση του επιπέδου των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) για τον τραπεζικό τομέα. 

>>> Διαβάστε επίσης: Οι προκλήσεις νοικοκυριών - Νέα και παλιά δάνεια, μισθοί και ΓεΣΥ <<<

Ταυτόχρονα, υπογράμμισε, το επίπεδο του δημόσιου χρέους επανήλθε στην πτωτική του τροχιά μετά από απότομη αύξηση ενός έτους, το 2018, λόγω της εφάπαξ επένδυσης εκ μέρους της κυβέρνησης στον Συνεργατισμό. 

Όσον αφορά τις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας το 2020, ο Καθηγητής εξέφρασε την προσδοκία ότι η θετική τάση θα συνεχιστεί και κατά το 2020, «με υψηλά και πάλιν επίπεδα ανάπτυξης (αλλά μικρότερα από τα προηγούμενα έτη), μείωση της ανεργίας, η οποία θα πλησιάσει τα επίπεδα της πλήρους απασχόλησης, συνέχιση του υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος, μείωση των επιπέδων του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους και περαιτέρω μείωση του επιπέδου των ΜΕΔ του τραπεζικού τομέα, μέσω κυρίως της πώλησης προβληματικών δανείων σε τρίτους».

Οι ενδογενείς κίνδυνοι 
Την ίδια ώρα, ο κ. Θεοχαρίδης σημείωσε και μία σειρά από κινδύνους, τόσο ενδογενείς όσο και εξωγενείς. Αναφερόμενος στις εσωτερικές πηγές κινδύνου υπέδειξε τα εξής:

1ον/ Η επικείμενη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην προσφυγή σχετικά με τις περικοπές των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων που επιβλήθηκαν κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Αυτό, εξήγησε, είναι βεβαίως ένα σοβαρό ζήτημα, όχι μόνο λόγω του μεγέθους του ποσού που αφορά η απόφαση, αλλά και της επίδρασης που η απόφαση αυτή μπορεί να έχει σε άλλες ομάδες εργαζομένων, οι οποίοι επίσης επηρεάστηκαν αρνητικά από την μείωση των αμοιβών τους κατά την διάρκεια των ετών της κρίσης. 

«Σε γενικές γραμμές, θα υποστήριζα ότι υπάρχει μια αυξανόμενη τάση για υπερβολικές απαιτήσεις από τους αξιωματούχους των συνδικαλιστικών οργανώσεων ως εάν να έχει ξεχαστεί εντελώς τι συνέβη στην οικονομία μας πριν από μερικά χρόνια. Αυτό ισχύει είτε αφορά στους υπαλλήλους της γενικής κυβέρνησης, των ημικρατικών οργανισμών, όπως είναι η Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (ΑΤΗΚ) ή η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ), οι εκπαιδευτικοί στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή οι υπάλληλοι των τραπεζών», εξήγησε περαιτέρω ο κ. Θεοχαρίδης.

>>> Διαβάστε ακόμη: Οι προκλήσεις του 2020: Το κόστος ΓεΣΥ & το υψηλό ιδιωτικό χρέος <<<

2ον/ Η εφαρμογή του Γενικού Σχεδίου Υγείας (ΓεΣΥ). «Κατά την διάρκεια του καλοκαιριού προχωρούμε προς την πλήρη εφαρμογή του σχεδίου αλλά υπάρχουν πολλά εμπόδια που θα πρέπει ακόμη να ξεπεραστούν, όπως η αυτονομία των δημόσιων νοσοκομείων, που αποτελεί προϋπόθεση για την καλή λειτουργία του ΓεΣΥ. Το πώς αυτό θα επηρεάσει τα δημόσια οικονομικά απομένει να φανεί», υπογράμμισε.

3ον/ Τα προβλήματα που ακόμη επηρεάζουν τον τραπεζικό τομέα και το πως αυτά θα εξελιχθούν μέσα στο 2020 είναι ένας άλλος δυνητικός κίνδυνος. «Τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια που ακόμη βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με τα επίπεδα άλλων χωρών της ΕΕ, το χαμηλό επίπεδο κερδοφορίας, το υψηλό επίπεδο λειτουργικών εξόδων, το μικρό περιθώριο επιτοκίων, η αυξημένη ρευστότητα της οποίας η διαχείριση είναι υπερβολικά δαπανηρή για τις τράπεζες λόγω των αρνητικών επιτοκίων που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η αδυναμία παροχής επαρκών δανείων στην αγορά, η αύξηση του ανταγωνισμού από μη τραπεζικά ιδρύματα και άλλα», εξήγησε.

4ον/ Πιθανή επιβράδυνση της κατασκευαστικής βιομηχανίας, η οποία, όπως τόνισε, σε μεγάλο βαθμό υπήρξε ο κινητήριος μοχλός για την ανάπτυξη της οικονομίας τα τελευταία χρόνια. Αυτός ο κίνδυνος, εξήγησε, έχει να κάνει και με τις πρόσφατες αλλαγές στο «πρόγραμμα προσέλκυσης επενδύσεων» (ή «χρυσό» σχέδιο απόκτησης διαβατηρίων). 

«Οι αυστηρότερες προϋποθέσεις που επέβαλε η κυβέρνηση, οι οποίες ήταν απαραίτητες και έπρεπε να είχαν τεθεί εδώ και πολύ καιρό, θα μπορούσαν ενδεχομένως να μειώσουν το ενδιαφέρον για το πρόγραμμα, εξέλιξη που θα έχει αρνητικές συνέπειες στον κατασκευαστικό τομέα», επεσήμανε.

>>> Διαβάστε επίσης: Μ. Φλωρεντιάδης - Καλή χρονιά για επιχειρήσεις & νοικοκυριά το ‘20 <<<

Οι εξωγενείς κίνδυνοι
Αναφορικά με τους εξωγενείς κινδύνους ο κ. Θεοχαρίδης τόνισε τα εξής:

1ον/ Η μεγαλύτερη απειλή που υπάρχει αυτή την στιγμή στις παγκόσμιες αγορές πρέπει να είναι οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι. Ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, επεσήμανε, συνεχίζεται για σχεδόν δύο χρόνια και στη διαδικασία αυτή αγαθά αξίας περίπου $750 δις έχουν εκτεθεί σε δασμούς και άλλα προστατευτικά μέτρα. Επίσης, συνέχισε, άλλοι σημαντικοί εταίροι των ΗΠΑ, όπως η Ευρώπη, ο Καναδάς, το Μεξικό και η Ιαπωνία, έχουν επίσης επηρεαστεί από αυτή την στροφή στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ από την εκλογή του Προέδρου Τραμπ και την προεκλογική του υπόσχεση με το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική». 

Τα προστατευτικά μέτρα, υπέδειξε, επηρεάζουν το παγκόσμιο εμπόριο και, στη συνέχεια, την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, σημειώνοντας ότι η Κύπρος, μια ανοιχτή οικονομία, δεν μπορεί να παραμείνει ανεπηρέαστη από αυτές τις εξελίξεις.

2ον/ Η επικείμενη έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και πώς αυτή θα υλοποιηθεί τελικά, είπε, προκαλεί αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στην πραγματική οικονομία. «Η νίκη του Μπόρις Τζόνσον στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές στην αρχή έφερε σημάδια ανακούφισης ότι η έξοδος θα γίνει σύντομα και με μια συντεταγμένη συμφωνία. Ωστόσο, οι μεταγενέστερες προσπάθειές του να αποκλείσει την επέκταση της μεταβατικής περιόδου εφαρμογής της συμφωνίας πέραν του Δεκεμβρίου του 2020, σε περίπτωση που αυτό θα καθίστατο αναγκαίο, προκάλεσαν περαιτέρω ανησυχίες και αρνητικές προοπτικές για τη βρετανική, την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία. Η Κύπρος επηρεάζεται και θα έχει επιπτώσεις από την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου για πολλούς λόγους, δεδομένου ότι διατηρεί στενούς δεσμούς με την βρετανική οικονομία», επεσήμανε περαιτέρω ο κ. Θεοχαρίδης.

>>> Διαβάστε ακόμη: ΑΝΑΛΥΣΗ - Πώς άλλαξε η Κύπρος τα τελευταία χρόνια <<<

3ον/ Το «περιβάλλον χαμηλού ως αρνητικού επιτοκίου» είναι, είπε, μια άλλη αιτία ανησυχίας για τις παγκόσμιες αγορές και δημιουργεί διαταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές. «Αυτό φαίνεται να είναι ο κανόνας τώρα και αναμένεται να συνεχιστεί για κάποιο χρονικό διάστημα, τουλάχιστον μέχρις ότου ο πληθωρισμός ανακάμψει και φτάσει σε αποδεκτά επίπεδα. Οι Κεντρικές Τράπεζες έχουν κολλήσει, κατά κάποιο τρόπο, αφού έχουν χρησιμοποιήσει όλα τα δυνατά νομισματικά εργαλεία. Αυτός είναι και ο λόγος που τώρα παροτρύνουν για μεγαλύτερη δημοσιονομική επέκταση ως τρόπο προώθησης της ανάπτυξης, παρά την ανάγκη μείωσης του επιπέδου του δημόσιου χρέους σε πολλές χώρες. Οι επιδράσεις αυτού του περιβάλλοντος επιτοκίων είναι εμφανείς και στην Κύπρο μέσω του τραπεζικού τομέα», υπογράμμισε.

4ον/ Οι εντάσεις που υπάρχουν με την Τουρκία και την παράνομη επέμβαση της στην Αποκλειστική Οικονομική μας Ζώνη (ΑΟΖ). «Αυτό δημιουργεί εμπόδια στην οποιαδήποτε μορφή ξένων επενδύσεων, καθώς αυξάνει τον κίνδυνο για την χώρα μας. Μπορεί επίσης να προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις και στην τουριστική μας βιομηχανία, που αποτελεί ένα από τους βασικούς πυλώνες της οικονομίας μας», επεσήμανε ο κ. Θεοχαρίδης.

«Με τα όσα έχω παραθέσει πιο πάνω προσπάθησα να δώσω μια σύντομη εκτίμηση για το τι πρέπει να αναμένουμε για την οικονομία μας το επόμενο έτος, αλλά επίσης να τονίσω μερικούς από τους κινδύνους που πρέπει να λάβουμε υπόψη, τόσο εσωτερικούς όσο και εξωτερικούς. Αυτός ο κατάλογος δεν είναι καθόλου εξαντλητικός. Απλά περιλαμβάνει εκείνες τις πηγές κινδύνου που θεωρώ ως τις πιο σημαντικές και τις οποίες θα πρέπει να αξιολογήσουμε και να διαχειριστούμε», κατέληξε ο Δρ. Θεοχαρίδης.

>>> Διαβάστε επίσης: Οι στόχοι εργοδοτών και εργαζομένων για το 2020 <<<

Θ. Παναγιώτου: «Δεν μάθαμε να είμαστε προμηθείς σε πολλά ζητήματα» 

Από την πλευρά του, ο Οικονομολόγος-Καθηγητής και Διευθυντής του CIIM, Θεόδωρος Παναγιώτου, χαρακτήρισε θετικές τις επιδόσεις της κυπριακής οικονομίας το 2019, σημειώνοντας πως αναμένει ότι ανάλογα θετική είναι και η προοπτική της χώρας βραχυπρόθεσμα.

Σε ό,τι αφορά το 2020 ο κ. Παναγιώτου ανέφερε πως αναμένει ότι η κυπριακή οικονομία θα συνεχίσει την ίδια πορεία με το 2019, πιθανότατα, ωστόσο, με κάποια επιβράδυνση, ένεκα του γεγονότος ότι διάφοροι τομείς, οι οποίοι έχουν ανακάμψει σημαντικά μετά την οικονομική κρίση, έχουν φτάσει, ίσως, στο ανώτατο σημείο.

Ειδικότερα, αναμένει πως θα υπάρξει μία μικρή επιβράδυνση στην ανάπτυξη του τομέα των ακινήτων λόγω των αυστηρότερων κριτηρίων που έχουν θεσπιστεί σχετικά με το Κυπριακό Πρόγραμμα Επενδύσεων και την παραχώρηση διαβατηρίων σε ξένους αγοραστές-επενδυτές. 

Επιπρόσθετα, συνέχισε, «εκτιμώ ότι θα υπάρξει κάποια επιβράδυνση και σε άλλους τομείς της οικονομίας, λόγω κυρίως των εξελίξεων στην διεθνή οικονομία, αφού τόσο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Επιτροπή και η Κομισιόν, όσο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αναμένουν πως ο ρυθμός ανάπτυξης της διεθνούς οικονομίας θα μειωθεί. Επίσης, η έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι εξελίξεις στην Αμερική με την παραπομπή του Ντόναλντ Τραμπ από την μία και τις Προεδρικές Εκλογές από την άλλη, προκαλούν μία αυξανόμενη ανησυχία και πιθανότατα να επηρεάσουν την ανάπτυξη της διεθνούς οικονομίας και ενδεχομένως να επηρεάσουν και την ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας», εξήγησε ο Δρ. Παναγιώτου.

>>> Διαβάστε ακόμη: Αγορά ακινήτων - Πώς κινήθηκε το ‘19 και οι εκτιμήσεις για το ‘20 <<<

Ταυτόχρονα ο Διευθυντής του CIIM αναφέρθηκε και σε μία σειρά από ενδογενείς κινδύνους που ενδεχομένως να επηρεάσουν την ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας, τονίζοντας ότι, η Κύπρος έχασε μία από τις σημαντικότερες ευκαιρίες μετά την κρίση να αναδιαμορφώσει το οικονομικό της μοντέλο και να επενδύσει σε νέους τομείς, όπως η καινοτομία και η έρευνα, περαιτέρω ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, κ.ά., μειώνοντας, ταυτόχρονα, την εξάρτηση από τομείς, όπως ο τουρισμός, τα ακίνητα μέσω των πολιτογραφήσεων, διάφορες υπηρεσίες, κ.ά. «Δυστυχώς, δεν βλέπω να έχουμε διευρύνει σημαντικά την βάση της κυπριακής οικονομίας για να δημιουργήσουμε καλύτερες αντιστάσεις σε εξωτερικούς παράγοντες, στους οποίους συνεχίζουμε να είμαστε έρμαιο», τόνισε χαρακτηριστικά.

Πέραν των πιο πάνω, ο κ. Παναγιώτου εξέφρασε την εκτίμηση πως, «δεν μάθαμε από τα παθήματα μας και συνεχίζουμε να δημιουργούμε, κατά κάποιο τρόπο, ‘φούσκες’. Επίσης, πιστεύω, πως δεν έχουμε δημιουργήσει τις απαραίτητες ασφαλιστικές δικλίδες ή προστατευτικά τείχη για θωράκιση της Κύπρου και αντιμετώπισης των ενδεχόμενων επιπτώσεων εάν ένας τομέας που επενδύουμε σε αυτόν δεν πάει τόσο καλά όσο πάει τα τελευταία χρόνια. Για παράδειγμα, στο θέμα των Πύργων ενώ εκδίδονται συνεχώς άδειες και ανεγείρονται ψηλά κτίρια, εντούτοις, δεν έχουμε κάνεις κινήσεις για το συγκοινωνιακό και το κυκλοφοριακό ή για τα περιβαλλοντικά που θα προκαλούνταν λόγω αυτής της ραγδαίας ανάπτυξης», σημείωσε τονίζοντας ότι, «στην Κύπρο ακόμη είμαστε επιμηθείς αντί προμηθείς σε πολλά πράγματα».

>>> ΟΛΗ Η ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ BRIEF ΜΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ <<< 

Παράλληλα, συνέχισε ο κ. Παναγιώτου, κίνδυνοι για την κυπριακή οικονομία ελλοχεύουν τόσο από την επικείμενη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τις αποκοπές μισθών στο Δημόσιο όσο και από την εφαρμογή του ΓΕΣΥ. Σε ό,τι αφορά, μάλιστα, στο ΓΕΣΥ ανέφερε πως «αρχίσαμε να παραχωρούμε σημαντικά ωφελήματα σε ιατρούς και άλλους παροχείς για να επιλυθούν κάποια προβλήματα και αντιδράσεις που στο τέλος θα έρθουν αθροιστικά να δημιουργήσουν ένα κόστος, το οποίο, πιθανότατα, να μην μπορούμε να το διαχειριστούμε στη συνέχεια».

Αναφορικά με τις αποκοπές στους μισθούς των Δημοσίων Υπαλλήλων, ο κ. Παναγιώτου τόνισε πως ενδεχόμενη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για επιστροφή τους, θα δημιουργήσει τεράστιο δημοσιονομικό πρόβλημα και θα έρθει να προστεθεί στα όσα ο Κύπριος φορολογούμενος πλήρωσε έως σήμερα, όπως η στήριξη του Συνεργατισμού, κ.ά. 

«Όλα τα πιο πάνω, αθροιστικά, μπορεί να δημιουργήσουν ένα μεγάλο κόστος το οποίο, θεωρώ, ότι θα είναι δυσβάσταχτο, ενώ θα δημιουργήσει και νέες στρεβλώσεις και συνεπώς θα ανέμενα ότι θα γινόταν ένας σχεδιασμός για αντιμετώπισή τους. Επαναλαμβάνω, δυστυχώς, δεν μάθαμε από όσα πάθαμε και δεν είμαστε προμηθείς αλλά επιμηθείς και να τρέχουμε εκ των υστέρων να διορθώσουμε τα πράγματα. Ένα κλασικό παράδειγμα τούτου είναι και το ΓΕΣΥ. Για παράδειγμα γνωρίζουμε ότι το 40% των θανάτων μπορούν να προληφθούν και δυστυχώς το ΓΕΣΥ δεν μας λέει πολλά πράγματα για την προληπτική ιατρική», συμπλήρωσε ο Δρ. Παναγιώτου αναφέροντας, περαιτέρω, πως δεν επενδύουμε στην πρόληψη για σειρά ζητημάτων.

Εν κατακλείδι, ο Διευθυντής του CIIM εξέφρασε την εκτίμηση ότι η ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας θα παρουσιάσει μικρή επιβράδυνση την νέα χρόνια και τόνισε ότι «είμαι αθεράπευτα αισιόδοξος πως στο τέλος θα τα καταφέρουμε, αλλά, δυστυχώς, ενδεχομένως με μεγαλύτερο κόστος σε περίπτωση που κάτι από τα όσα ανέφερα -αγωγές για μισθούς, βιωσιμότητα ΓΕΣΥ, κ.ά.- γίνει πραγματικότητα. Και επαναλαμβάνω εάν ήμασταν προμηθείς θα τα καταφέρναμε ακόμη καλύτερα και σίγουρα με λιγότερο κόστος».

>>> Οικονομία Κύπρος - Επιλεγμένη ροή ειδήσεων Brief <<< 

ΥΠΟΙΚ: Κανένας εφησυχασμός – Η προσπάθεια συνεχίζεται

Αξίζει, εξάλλου, να αναφερθεί πως ο Υπουργός Οικονομικών, Κωνσταντίνος Πετρίδης, σε άρθρο του που δημοσίευσε η Brief για τις προοπτικές και τις προκλήσεις της κυπριακής οικονομίας το 2020, είχε τονίσει, μεταξύ άλλων, πως «μπαίνουμε αισίως στην 6η χρονιά θετικής ανάπτυξης της οικονομίας μας. Αυτό σημαίνει πως η προσπάθεια διόρθωσης διαχρονικών στρεβλώσεων, έπειτα από σωστούς χειρισμούς, απέδωσε καρπούς, θέτοντας ξανά τον πήχη ψηλά», υπογραμμίζει τονίζοντας, ωστόσο, ότι «αυτό βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν μας εφησυχάζει». 

Όπως υποδεικνύει, «οι προκλήσεις ήταν και παραμένουν πολλές, και η θωράκιση της οικονομίας παραμένει επιβεβλημένη. Στόχος, είναι μέσα από νέες πολιτικές, αναπτυξιακά σχέδια και μεταρρυθμίσεις, να διατηρήσουμε αυτή τη θετική δυναμική, ενισχύοντας παράλληλα την κοινωνική δικαιοσύνη, μέσα από την εφαρμογή ωφέλιμων για τον τόπο πολιτικών», υπογραμμίζει περαιτέρω. 

Όραμά μας, υπογραμμίζει, «είναι να διατηρήσουμε ψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και παράλληλα να μπορούμε μέσω του αποθέματός μας, να κάνουμε κοινωνικά ωφέλιμες πολιτικές, είτε αφορούν το κοινωνικό κράτος, είτε την υγεία, είτε τις κοινωνικές παροχές είτε να δώσουμε ώθηση σε μεταρρυθμίσεις για τις οποίες περιλαμβάνονται και πρόνοιες στον κρατικό προϋπολογισμό». 

>>> ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΡΕΥΝΕΣ & ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΤΗΣ BRIEF <<<

«Βεβαίως, θα πρέπει να υπάρχει και δημοσιονομική πειθαρχία, η οποία δεν θα διακινδυνεύσει τη χώρα από το να αποκλίνει από μια σωστή πορεία. Αυτό είναι ένα όραμα συνέπειας και μεταρρύθμισης το οποίο διέπεται και από τις ευρύτερες κυβερνητικές πολιτικές», τονίζει υποδεικνύοντας ότι, «μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι η οικονομία έχει σταθεροποιηθεί και η εμπιστοσύνη έχει αποκατασταθεί. Εκτιμώ, και ευελπιστώ ότι αυτή η θετική πορεία θα συνεχιστεί και μεσοπρόθεσμα, παρά το κλίμα γενικής αβεβαιότητας που επικρατεί σε παγκόσμιο επίπεδο», επισημαίνει.

«Ένας υγιής τραπεζικός τομέας, σε συνδυασμό με μια συνετή δημοσιονομική πολιτική και δομικές μεταρρυθμίσεις, είναι τα βασικά συστατικά για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή πολιτικών ανάπτυξης αλλά και κοινωνικής δικαιοσύνης. Πεποίθηση μου είναι ότι σε κλίμα συναίνεσης, θα μπορούμε πάντοτε να βρίσκουμε αυτές τις δημιουργικές συνθέσεις και ζυμώσεις που θα μας επιτρέπουν να πάμε μπροστά. Αυτό είναι το όραμα που πρέπει να υπάρχει στις οικονομικές πολιτικές όλων των ευρωπαϊκών χωρών», καταλήγει ο Υπουργός Οικονομικών.

Μάριος Αδάμου