Το νομοσχέδιο που κατέθεσε το Υπουργείο Οικονομικών και αφορά τη φορολόγηση υπερκερδών στους τομείς του Αργού Πετρελαίου, Φυσικού Αερίου και Διυλιστηρίων – αν και είναι εναρμονιστικό – επαναφέρει ξανά στην επικαιρότητα το θέμα της φορολόγησης των υπερκερδών και σε εταιρείες ΑΠΕ, το οποίο εν μέρει κάπου ξεχάστηκε.
Τη φορολόγηση των υπερκερδών είχε αγγίξει αρχικά η κυβέρνηση Αναστασιάδη, η οποία τον Ιούνιο του 2022 είχε ξεκινήσει μελέτη για να διαπιστώσει κατά πόσον οι ιδιώτες παραγωγοί ενέργειας ΑΠΕ είχαν καταγράψει υπερκέρδη.
Το όλο ζήτημα – μιας και στη μέση βρέθηκαν οι Προεδρικές Εκλογές και η αλλαγή κυβέρνησης – φαίνεται πως πήρε παύση, ωστόσο, τα τελευταία δεδομένα δείχνουν πως η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη ενδεχομένως να το επαναφέρει.
Εξάλλου, η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη μέχρι στιγμής έχει δείξει τις προθέσεις της όσον αφορά τη φορολόγηση υπερκερδών σε όλο το φάσμα της οικονομίας.
Για παράδειγμα – πέραν από το πιο πάνω εναρμονιστικό νομοσχέδιο το οποίο θα αφορά εταιρείες που θα δραστηριοποιηθούν μελλοντικά στην Κύπρο στους τομείς του Φυσικού Αερίου – το Υπουργείο Οικονομικών και ο Μάκης Κεραυνός είχαν ανοικτά αναφερθεί σε ενδεχόμενη φορολόγηση των υπερκερδών που καταγράφουν οι τράπεζες το τελευταίο διάστημα λόγω της αύξησης των επιτοκίων.
Ουσιαστικά, εάν το Υπουργείο Οικονομικών και γενικότερα η κυβέρνηση προτίθετο να επέμβει στα υπερκέρδη τραπεζών, δηλαδή σε ένα τομέα που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας και ενδεχόμενη εμπλοκή ή ακόμα και μια απλή δήλωση ή και συζήτηση μπορεί να επηρεάσει ολόκληρη τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή ακόμη και τις αξιολογήσεις της κυπριακής οικονομίας, τότε μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί πως η φορολόγηση των υπερκερδών σε εταιρείες ΑΠΕ όχι μόνο δεν φοβίζει την κυβέρνηση, αλλά ενδεχομένως να είναι και μια εξέλιξη η οποία αναπόφευκτα – λόγω ακριβώς και των προθέσεων που έχει επιδείξει η κυβέρνηση - να τροχοδρομηθεί τους επόμενους μήνες.
Υπερκέρδη και μεγάλο κόστος για τους καταναλωτές λόγω παραλείψεων
Όπως είχε αναφέρει και η Brief σε προηγούμενο της ρεπορτάζ σχετικά με τον ετήσιο τζίρο των εταιρειών ΑΠΕ, ο οποίος κυμαίνεται κατά μέσο όρο μεταξύ €70 και €80 εκατομμυρίων, προκύπτει πως υπήρξαν υπερ κέρδη για τους παραγωγούς/προμηθευτές ΑΠΕ, αφού εάν υπολογιστούν το κόστος για τη παραγωγή κάθε κιλοβατώρας που προέρχεται από ΑΠΕ το κέρδος των εταιρειών φαίνεται να φτάνει σε περίπου 60%.
Ειδικότερα, όπως είχαμε επεξηγήσει στο προηγούμενο μας ρεπορτάζ, το κόστος για τη παραγωγή μιας κιλοβατώρας από ΑΠΕ κυμαίνεται μεταξύ 5-7 σεντς, εν αντιθέσει με το κόστος της συμβατικής παραγωγής της ΑΗΚ που κυμαίνεται μεταξύ 25-27 σεντς. Ωστόσο, αν και η διαφορά στο κόστος παραγωγής μεταξύ ΑΠΕ και ΑΗΚ είναι τεράστιο, εντούτοις οι καταναλωτές που προχωρούν σε συμφωνία για παροχή ενέργειας από ιδιώτες προμηθευτές/παραγωγούς επωφελούνται μόλις κατά 5% με 10% σε σχέση με αυτά που θα πλήρωναν αν έμεναν στην ΑΗΚ. Την ίδια ώρα αν και το 5% με 10% αποτελεί μια μεγάλη εξοικονόμηση για όσους καταναλωτές πληρώνουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ κάθε χρόνο για ηλεκτρισμό, εντούτοις το όλο ζήτημα δεν παύει να γεννά ερωτήματα αφού αυτό το ποσοστό θα έπρεπε να ήταν μεγαλύτερο αν υπολογιστεί το κατά πολύ μικρότερο κόστος των ιδιωτών παραγωγών σε σχέση με το κόστος της ΑΗΚ.
Παράλληλα, τα υπερκέρδη των εταιρειών ΑΠΕ φαίνεται να προκύπτουν και από παραλείψεις και από λάθος αποφάσεις που λήφθηκαν αναφορικά με την αποζημίωση των πλεονασμάτων αυτών των εταιρειών σε κόστος αποφυγής.
Πιο συγκεκριμένα, η ΡΑΕΚ παρέλειψε, στο πλαίσιο της Απόφασης 112/2023, να συμπεριλάβει και τα πλεονάσματα της Μεταβατικής ώστε να αποζημιώνονται με 11€σ/kWh, όπως ισχύει με τους ιδιώτες παραγωγούς που είναι συμβεβλημένοι με την ΑΗΚ, και όχι με κόστος αποφυγής. Σε συνάρτηση αναφέρεται ότι, λόγω αυτής της παράλειψης, ο Κύπριος καταναλωτής πληρώνει επιπλέον αρκετές χιλάδες ευρώ κάθε μήνα.
Πιο συγκεκριμένα σύμφωνα με στoιχεία που ανέλυσε η Brief για τους μήνες Μάιο και Ιούνιο 2023 από τις Ιστοσελίδες ΔΣΜΚ και ΡΑΕΚ, καταβλήθηκε για πλεονάσματα της Μεταβατικής ποσό της τάξης των €1.800.000. Εάν όμως η ΡΑΕΚ είχε συμπεριλάβει στην Απόφασή της και τα πλεονάσματα της Μεταβατικής, ότι δηλαδή θα αποζημιώνονταν στα 11€σ/kWh αντί σε κόστος αποφυγής, τότε θα εξοικονομείτο ποσό €800.000 προς όφελος του Κύπριου καταναλωτή.
Η Απόφαση της ΡΑΕΚ 112/2023 είχε ως αποτέλεσμα την αποχώρηση σχεδόν όλων των ιδιωτών που ήταν συμβεβλημένοι με την ΑΗΚ, ώστε να μπορούν να αποζημιώνονται με μεγαλύτερες τιμές στο πλαίσιο της Μεταβατικής. Αυτή η εξέλιξη έχει επιβαρύνει περαιτέρω την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος σε βάρος του Κύπριου καταναλωτή που τιμολογείται από την ΑΗΚ.
Χαράλαμπος Ζάκος