>>> Υπερκέρδη Ενέργειας: Φορολόγηση σε εταιρείες διύλισης & ΦΑ – Ακολουθούν μάλλον οι ΑΠΕ <<<
Το θέμα παραγωγής και πώλησης ηλεκτρισμού από εταιρείες ΑΠΕ χαρακτηρίζεται από τόση πολυπλοκότητα που τις περισσότερες φορές ταλαιπωρεί ακόμη και τους ίδιους τεχνοκράτες, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις κάποια στοιχεία, λόγω ακριβώς αυτής της περιπλοκότητας, δεν αναλύονται.
Η Brief θέλοντας να επεξηγήσει το τι πραγματικά συμβαίνει με το ζήτημα συνομίλησε με ειδικούς επί του θέματος και αναλύει τα βασικά σημεία των συμφωνιών και αποφάσεων που χαρακτηρίζονται από στρεβλώσεις και επηρεάζουν το κράτος αλλά και κατ’ επέκταση τους πολίτες, οι οποίοι λόγω παραλείψεων και αργοπορημένων αποφάσεων, όχι μόνο δεν επωφελούνται αλλά μάλιστα πληρώνουν και περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε την ενέργεια από ΑΠΕ.
Μεταξύ €70 εκατ. με €80 εκατ. ο ετήσιος τζίρος προμηθευτών και παραγωγών
Το πρώτο ερώτημα που έθεσε η Brief αφορούσε τον τζίρο, το κόστος παραγωγής ανά Kwh και εν τέλει το κέρδος των εταιρειών ΑΠΕ που δεν είναι συμβεβλημένες με την ΑΗΚ.
Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία που εξασφάλισε η Brief, ο τζίρος κυμαίνεται, για τους παραγωγούς και προμηθευτές στη Μεταβατική Ρύθμιση, από €70 μέχρι και €80 εκατ. τον χρόνο, με τα ίδια στοιχεία να δείχνουν πως περίπου το 60% αυτού του τζίρου μεταφράζεται σε κέρδος για τις εταιρείες.
Αυτά τα στοιχεία για τα κέρδη μπορούν εξάλλου να επιβεβαιωθούν και από προηγούμενες τοποθετήσεις του Συνδέσμου Αγοράς Ηλεκτρισμού στην Brief (στην οποία μέλη μεταξύ άλλων είναι και αυτές οι εταιρείες). Ειδικότερα, όπως μας μεταφέρθηκε από τον Σύνδεσμο, οι ιδιώτες που έχουν συνάψει συμφωνία με κάποιον παραγωγό/προμηθευτή για αγορά ηλεκτρικής ενέργειας βλέπουν μειωμένο λογαριασμό κατά 5 με 10% σε σχέση με το τι θα πλήρωναν στην ΑΗΚ. Ποσοστό το οποίο φαίνεται μικρό αν κανείς υπολογίσει το κόστος που επωμίζεται η ΑΗΚ για παραγωγή μιας κιλοβατώρας σε σχέση με το κόστος παραγωγών ΑΠΕ. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία το κόστος για την ΑΗΚ για την παραγωγή μιας κιλοβατώρας κυμαίνεται μεταξύ 25-27 σεντς, ενώ για τις εταιρείες ΑΠΕ σε 5-7 σεντς την κιλοβατώρα. Ποσοστό που δείχνει και τη μεγάλη – όπως φαίνεται – απόκλιση μεταξύ κόστους παραγωγής και τελικής τιμής που φθάνει στον καταναλωτή, καταδεικνύοντας ουσιαστικά και το μεγάλο κέρδος που προκύπτει για παραγωγό / προμηθευτή.
Το δεύτερο ερώτημα που θέσαμε ήταν το κατά πόσον αυτό το κέρδος, που μεταφράζεται σε αυξημένες τιμές ενέργειας για όλους, προήλθε μέσω παραλείψεων και λανθασμένων αποφάσεων σχετικά με τα πλεονάσματα παραγωγής και το κόστος αποφυγής.
Όπως μας ειπώθηκε, θα υπήρχε μείωση στις τιμές ενέργειας εάν η ΡΑΕΚ καθόριζε τη Μέγιστη Αγορά από ΑΠΕ για πλεονάσματα από ιδιώτες προμηθευτές / παραγωγούς στα 11€σ/kWh, όπως δηλαδή ισχύει για όσους παραγωγούς είναι συμβεβλημένοι με την ΑΗΚ και όχι στα 22€σ/kWh που ισχύει για αυτές τις εταιρείες.
Με πιο απλά λόγια, εάν η ΡΑΕΚ είχε συμπεριλάβει στη Μεταβατική Ρύθμιση τα πλεονάσματα παραγωγών και προμηθευτών με κόστος αποφυγής 11€/kWh, αυτό δηλαδή που ισχύει σε Σχέδια Χορηγιών και Καθεστώτα Στήριξης εταιρειών που είναι συμβεβλημένα με την ΑΗΚ Προμήθεια, τότε το κράτος θα μπορούσε να εξοικονομήσει εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ τον μήνα.
Μάλιστα, αυτή η αστοχία είχε ως αποτέλεσμα η συντριπτική πλειοψηφία των εταιρειών που ήταν συμβεβλημένες με την ΑΗΚ να αποχωρήσουν από το Σχέδιο ώστε να εξασφαλίσουν και οι ίδιες τη διπλάσια τιμή, με αποτέλεσμα όχι μόνο τη μείωση της τιμής του κόστους της κιλοβατώρας, αλλά μάλιστα και την αύξηση των τιμών για όλους τους καταναλωτές.
Ουσιαστικά αυτοί οι παραγωγοί / προμηθευτές πωλούν ενέργεια σε ιδιώτες (βιομηχανίες κυρίως και μεγάλες επιχειρήσεις) μέσω συμβολαίων. Έπειτα, το πλεόνασμα που προκύπτει λόγω μη κατανάλωσης από τους πελάτες τους, αγοράζεται από την ΑΗΚ στα 22€σ/kWh (γνωστό ως κόστος αποφυγής).
Εκ των πραγμάτων, παραγωγοί / Προμηθευτές πωλούν το πλεόνασμα τους στην ΑΗΚ προς 22 σεντς την κιλοβατώρα (θα μπορούσε να ήταν 11 σεντς όπως ισχύει για τους συμβεβλημένους με την ΑΗΚ), και ενώ το κόστος παραγωγής τους κυμαίνεται μεταξύ 5-7 σεντς την κιλοβατώρα. Αν και αυτό το πρόβλημα προκύπτει κυρίως από την καθυστέρηση που παρατηρείται στο άνοιγμα της ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρισμού, εντούτοις η ΡΑΕΚ θα μπορούσε να ρυθμίσει τα πλεονάσματα της μεταβατικής αρκετό διάστημα προηγουμένως ώστε να αποφευχθεί αυτή η στρέβλωση που έχει μεγάλες επιπτώσεις και στο Ταμείο ΑΠΕ.
Το πρόβλημα που εντοπίστηκε εδώ και καιρό εξάλλου δεν είναι κάτι που μπορεί να αμφισβητηθεί, καθώς η ίδια η ΡΑΕΚ, αναγνωρίζοντας έστω και καθυστερημένα το ζήτημα, αποφάσισε όπως επιβάλλει πρόστιμο 15 σεντς την κιλοβατώρα σε όσους από αυτούς τους παραγωγούς ξεπεράσουν το 16% των εκτιμήσεων τους σε πλεόνασμα. Κάτι ωστόσο που όπως σημειώνουν οι ίδιοι ειδικοί δεν αποτελεί απόφαση που θα διορθώσει τις στρεβλώσεις σε ουσιαστικό βαθμό.
Σε ένα τρίμηνο εξελίξεις με την αγορά ηλεκτρισμού
Πάντως, σε μια τελευταία εξέλιξη και όπως πληροφορείται η Brief ενδεχομένως το επόμενο τρίμηνο να δούμε το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού που σύμφωνα με τους ειδικούς θα διορθώσει κάποιες από αυτές τις στρεβλώσεις.
Χαράλαμπος Ζάκος