Αναπομπή - Εκποιήσεις: Βολές κατά ΠτΔ από ΑΚΕΛ-ΔΗΚΟ

Το ΔΗΚΟ και το ΑΚΕΛ προχώρησαν σε δηλώσεις - βολές κατά του Προέδρου Αναστασιάδη σχετικά με τη  αναπομπή του σε σχέση με τον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Νόμο του 2021.

>>>Δείτε ακόμη: Αναπομπή - Εκποιήσεις: Απάντα στα πυρά των κομμάτων η Κυβέρνηση

Υπενθυμίζεται ότι συνήλθε εκτάκτως η Ολομέλεια της Βουλής, η οποία ήταν προγραμματισμένη να ξεκινήσει στις 11.30 προκειμένου να εξετάσει την αναπομπή του νόμου για τη μεταβίβαση και υποθήκευση ακινήτων (εκποιήσεις) που αναπέμφθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως αντισυνταγματικός, ενώ προηγήθηκε η έκτακτη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών για να εξετάσει τους λόγους αναπομπής και να ετοιμάσει έκθεση προς την Ολομέλεια της Βουλής.

>>>Δείτε ακόμη:Αναπομπή-Εκποιήσεις: Η Βουλή είπε «όχι« στον Πρόεδρο Αναστασιάδη

Συγκεκριμένα η αναπληρώτρια Πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος και Προέδρου της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών κ. Χριστιάνας Ερωτοκρίτου σημείωσε ότι  ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, επιβεβαίωσε ότι ο σκοπός των εισηγητών του Νόμου, ανάμεσα τους και το ΔΗΚΟ, ήταν σωστός,  ο ΠτΔ και η Κυβέρνηση, μετά από την έκδοση αυτής της γνώμης από την ΕΚΤ επιμένει στην αναπομπή της Νομοθεσίας.

Όπως αναφέρει η κα. Ερωτοκρίτου «Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί ως κυβέρνηση επιμένει στην αναπομπή του νόμου, όταν η εν λόγω αναπομπή δεν θα προκαλέσει χρηματοπιστωτική αστάθεια όπως ο Υπουργός Οικονομικών και οι εκπρόσωποι της Κεντρικής Τράπεζας δήλωναν ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών τον Ιούλιο».

Επίσης και το ΑΚΕΛ εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με την αναπομπή του νόμου των εκποιήσεων με τον βουλευτή του ΑΚΕΛ Άριστος Δαμιανού, να σημειώνει ότι «ενώ είχε προηγηθεί μια ακατάσχετη κινδυνολογία από πλευράς των κυβερνώντων, μάλιστα με προειδοποιήσεις προς την Επιτροπή Οικονομικών και τα κόμματα ιδιαίτερα της αντιπολίτευσης, ότι η Κυβέρνηση θα αποτινόταν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ειδικά για να μας καταγγείλει για τη νομοθετική μας πρωτοβουλία» την ίδια ώρα  «Είναι προφανές ότι ακόμα και η ίδια η ΕΚΤ, στην οποία αποτάθηκε το ΥΠΟΙΚ και η Κυβέρνηση, ξεγυμνώνει τα οποιαδήποτε αίολα επιχειρήματά τους και την ίδια ώρα δηλώνει ότι το ΑΚΕΛ θα συνεχίσει την προσπάθεια για να αποκαταστήσει αυτή την ισορροπία ανάμεσα στα προνόμια των τραπεζών -πλέον και των επενδυτικών ταμείων.

>>>>Έκτακτη συνεδρία της Ολομέλειας για τις εκποιήσεις – Δείτε live

Αυτούσια η δήλωση της Αναπληρώτριας Προέδρου του Δημοκρατικού Κόμματος και Προέδρου της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών 
κ. Χριστιάνας Ερωτοκρίτου :


«Τον Ιούλιο του 2021 οι εισηγητές της πρότασης νόμου που έχει αναπεμφθεί από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας μεταξύ αυτών και το Δημοκρατικό Κόμμα, είχαμε ένα και μόνο στόχο. Να προστατεύσουμε τις ευάλωτες ομάδες των δανειοληπτών, να δώσουμε μια ανάσα σε αυτούς που είχαν την μεγαλύτερη ανάγκη και βρίσκονται στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, και να στοχεύσουμε στην προστασία των πιο αδύνατων οικονομικά.
Με επιστολή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ουσιαστικά επιβεβαίωσε ότι ο σκοπός των εισηγητών του Νόμου, ήταν σωστός.
Η ίδια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, χαρακτηρίζει τα ποσά των δανείων που βρίσκονται υπό το καθεστώς της αναστολής, ως στοχευμένη πολιτική και μάλιστα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τονίζει ότι η σταδιακή άρση της υποστήριξης στην οικονομία, έπρεπε να είναι ο στόχος κυβερνήσεων αφού δεν μπορεί από την μια μέρα στην άλλη να επανέλθει το καθεστώς που είχαμε πριν την πανδημία.
Την ίδια στιγμή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναγνωρίζει και δηλώνει ότι αυτό το μέτρο είναι άμεσα συνυφασμένο με τις οικονομικές επιπτώσεις που προκλήθηκαν από την πανδημία. 
Παρά ταύτα, ανεξήγητα για εμάς,  ο ΠτΔ και η Κυβέρνηση, μετά από την έκδοση αυτής της γνώμης από την ΕΚΤ επιμένει στην αναπομπή της Νομοθεσίας.
Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί ως κυβέρνηση επιμένει στην αναπομπή του νόμου, όταν η εν λόγω αναπομπή δεν θα προκαλέσει χρηματοπιστωτική αστάθεια όπως ο Υπουργός Οικονομικών και οι εκπρόσωποι της Κεντρικής Τράπεζας δήλωναν ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών τον Ιούλιο. 
Δεν πρόκειται να επέλθει κίνδυνος από τις ρυθμίσεις στην χρηματοπιστωτική σταθερότητα της οικονομίας του τόπου, ούτε κίνδυνος αρνητικής αξιολόγησης από τα εποπτικά όργανα οπόταν η κυβέρνηση γιατί επιμένει στην αναπομπή του Νόμου με μοναδικό κριτήριο την αντισυνταγματικότητα; 
Μια αντισυνταγματικότητα την οποία η κυβέρνηση επέλεξε να αγνοήσει όταν οδεύαμε προς τις βουλευτικές εκλογές του Μάιου και μια αντισυνταγματικότητα την οποία η κυβέρνηση επιλέγει να υιοθετήσει όταν πλέον απομακρύνεται από πολιτειακές εκλογές. 
Είναι πλέον ξεκάθαρο για εμάς ότι χωρίς να υπάρχει κόστος στη χώρα, χωρίς να υπάρχει κόστος στο τραπεζικό σύστημα, επιλέγει να μην βοηθήσει τις ευάλωτες ομάδες δανειοληπτών, ούτε καν με μια μικρή χρονική επέκταση αναστολής των εκποιήσεων, για στοχευμένα ακίνητα.
Άρα λοιπόν, η συνέπεια του καθενός  κρίνεται από τις πράξεις του».       

Αυτούσια η Δήλωση Άριστου Δαμιανού, βουλευτή ΑΚΕΛ, μετά τη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών:

«Η ΕΚΤ ξεγυμνώνει τα επιχειρήματα της κυβέρνησης για το θέμα των εκποιήσεων

Εξετάσαμε προ ολίγου στην Επιτροπή Οικονομικών την αναπομπή του Προέδρου της Δημοκρατίας της Πρότασης Νόμου που τροποποιεί τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Νόμο, την οποία πλειοψηφικά ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων και η οποία προβλέπει την στοχευμένη αναστολή των εκποιήσεων μέχρι το τέλος Οκτωβρίου.

Το ΑΚΕΛ εκφράζει την έντονη απαρέσκειά του για τον ετσιθελισμό και τη σκοπιμότητα, με την οποία η κυβέρνηση Αναστασιάδη αλλά και το κυβερνόν κόμμα χειρίστηκαν το όλο ζήτημα.

Τον περασμένο Απρίλιο και στα πρόθυρα των βουλευτικών εκλογών, με πρωτοβουλία και της ηγεσίας του ΔΗΣΥ, υπερψηφίσαμε αναστολή των εκποιήσεων μέχρι το τέλος Ιουλίου. Με διευρυμένες, μάλιστα, παραμέτρους και διευρυμένα οικονομικά κριτήρια, σε σύγκριση με την πρόταση που ψηφίσαμε αρχές Ιουλίου για να εφαρμοστεί μέχρι και τον Οκτώβριο 2021.

Η σκοπιμότητα είναι προφανής. Έπρεπε να υπερπηδηθεί το οποιοδήποτε ενδεχόμενο πολιτικό κόστος στο ΔΗΣΥ ενόψει βουλευτικών εκλογών. Επομένως, τα όποια νομικά ή άλλα προβλήματα τίθενται σήμερα -λυπούμαστε να παρατηρήσουμε- ότι συνιστούν εργαλειοποίηση και της Νομικής Υπηρεσίας, αλλά και άλλων, στην προσπάθεια της Κυβέρνησης να επιβάλει τη δική της πολιτική θέση. Στο δίπολο τράπεζες-επενδυτικά ταμεία γύπες και δανειολήπτες-εγγυητές, η κυβέρνηση Συναγερμού επιλέγει το πρώτο.

Την ίδια ώρα, επειδή είχε προηγηθεί μια ακατάσχετη κινδυνολογία από πλευράς των κυβερνώντων, μάλιστα με προειδοποιήσεις προς την Επιτροπή Οικονομικών και τα κόμματα ιδιαίτερα της αντιπολίτευσης, ότι η Κυβέρνηση θα αποτινόταν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ειδικά για να μας καταγγείλει για τη νομοθετική μας πρωτοβουλία. Με επιστολή ημερομηνίας 20 Ιουλίου, την οποία το ΥΠΟΙΚ απέκρυψε από το Κοινοβούλιο -και αποδίδουμε τα εύσημα στη δημοσιογράφο που σήμερα αποκαλύπτει το περιεχόμενο της- η Κεντρική Τράπεζα λέει επί λέξει: «η ΕΚΤ απαντώντας στο ΥΠΟΙΚ αποφάσισε να μην διατυπώσει γνώμη αφού έλαβε ιδιαιτέρως υπόψη το γεγονός ότι σκοπός των τροποποιήσεων που εισάγονται με το σχέδιο νόμου είναι μόνο η παράταση της ανατολής των διαδικασιών εκποίησης ενυπόθηκων ακινήτων ως την 31η Οκτωβρίου 2021».

Και ακολούθως, αφού σημειώνει με ικανοποίηση ότι η Πρόταση Νόμου που επρόκειτο να ψηφιστεί ήταν μικρότερης εμβέλειας από εκείνη που ψηφίστηκε και από το ΔΗΣΥ το περασμένο Απρίλιο, καταλήγει με το εξής: «Για όσο διάστημα παραμένουν σε ισχύ σημαντικοί περιορισμοί της κυκλοφορίας με σκοπό τον έλεγχο της πανδημίας σε χώρες της ευρωζώνης, η στήριξη της οικονομικής πολιτικής, για την αποφυγή της πτώχευσης δυσμενώς επηρεαζόμενων αλλά βιώσιμων εταιρειών και της σημαντικής αύξησης της ανεργίας, θα προστατεύει τη βραχυπρόθεσμη χρηματοπιστωτική σταθερότητα».

Είναι προφανές ότι ακόμα και η ίδια η ΕΚΤ, στην οποία αποτάθηκε το ΥΠΟΙΚ και η Κυβέρνηση, ξεγυμνώνει τα οποιαδήποτε αίολα επιχειρήματά τους. Εμείς θα συνεχίσουμε την προσπάθεια για να αποκαταστήσουμε αυτή την ισορροπία ανάμεσα στα προνόμια των τραπεζών -πλέον και των επενδυτικών ταμείων- και στα υποβαθμισμένα προνόμια των δανειοληπτών και των εγγυητών, επαναφέροντας την όλη συζήτηση τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι σε αυτή μας την προσπάθεια θα συνεχίσουμε να έχουμε συνοδοιπόρους την μεγάλη πλειοψηφία των κομμάτων στο Κοινοβούλιο».