Εργοδότες: Πολύ καλές οι προοπτικές για οικονομία το ‘24, αλλά οι προκλήσεις είναι μεγάλες

ΟΕΒ και ΚΕΒΕ αναλύουν τις προοπτικές της οικονομίας, αλλά και τις προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν

Τις μεγάλες προκλήσεις τις οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις και όχι μόνο, καθώς και τις προοπτικές για την κυπριακή οικονομία το 2024, αναλύουν στην Brief οι εργοδοτικές οργανώσεις.

Με βάση τα όσα ανέφεραν στην ιστοσελίδα μας οι Γενικός Διευθυντής της ΟΕΒ, Μιχάλης Αντωνίου, και Γενικός Γραμματέας του ΚΕΒΕ, Μάριος Τσιακκής, η νέα χρονιά θα είναι μεν γεμάτη προκλήσεις, εντούτοις, οι προοπτικές για την οικονομία είναι πολύ καλές, αν και ελλοχεύουν κίνδυνοι τους οποίους θα πρέπει να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε.

Ειδικότερα, ο Γενικός Διευθυντής της ΟΕΒ, Μιχάλης Αντωνίου, μιλώντας στην Brief ανέφερε σε σχέση με τις προκλήσεις ότι, η μεγαλύτερη πρόκληση για τις επιχειρήσεις στην Κύπρο αυτή τη στιγμή, είναι η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού. Επιπρόσθετα, πρόσθεσε, «τα θέματα της ενέργειας και ειδικότερα το κόστος του ηλεκτρισμού, που παρά το ότι καταγράφεται μείωση στις τιμές των των καυσίμων διεθνώς, η γεωπολιτική αστάθεια δημιουργεί συνεχώς σκαμπανεβάσματα και δυστυχώς κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το τι του ξημερώνει, παραμένουν μία μεγάλη πρόκληση, όπως επίσης και το μεγάλο ζήτημα που αφορά τα επιτόκια». 

Σε σχέση με τα επιτόκια, επεσήμανε, «ελπίζουμε πως οι διαφαινόμενες προθέσεις θα υλοποιηθούν και θα αρχίσει μία σταδιακή αποκλιμάκωση των επιτοκίων και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ούτως ώστε και οι δικές μας τράπεζες να προσαρμόσουν τα δικά τους επιτόκια».

Πέραν τούτων, συνέχισε ο κ. Αντωνίου, «παραμένουν ακόμη ανοικτά τα ζητήματα που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση, τα οποία σιγά-σιγά θα αρχίσουν να υλοποιούνται με πράσινες φορολογίες, οι οποίες θα δοκιμάσουν τις αντοχές της οικονομίας και θα δημιουργήσουν ταυτόχρονα νέες προκλήσεις για τις επιχειρήσεις». 

«Άλλες προκλήσεις για τις επιχειρήσεις, είναι τα κεφάλαια με το κόστος εργασίας, το οποίο με τον νέο κατώτατο, την ΑΤΑ, την αύξηση στις εισφορές στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις, δημιουργεί έντονες πιέσεις στις επιχειρήσεις μας. Επιπρόσθετα, οι διάφορες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να τρέξουν, όπως η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης με την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, η μεταρρύθμιση του Δημοσίου, κ.ά., με τον έναν ή τον άλλο τρόπο επηρεάζουν και τις επιχειρήσεις», συμπλήρωσε.

«Μπορούμε να πετύχουμε διπλάσιους και τριπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης»

Αναφορικά με τις προοπτικές της οικονομίας και των επιχειρήσεων, ο ΓΔ της ΟΕΒ εκτίμησε πως «εάν καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε ικανοποιητικά τις προκλήσεις, οι προοπτικές είναι πολύ καλές. Δηλαδή, εάν έχουμε αποκλιμάκωση των επιτοκίων, αν έχουμε συρρίκνωση του κόστους της ενέργειας και αντιμετωπίσουμε γενικότερα το θέμα με την έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού, η οικονομία έχει μία απίστευτη δυναμική. Αυτή η δυναμική, ωστόσο, για να μετουσιωθεί σε ανάπτυξη, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με επάρκεια όλα τα υπόλοιπα. Επιβάλλεται, συνεπώς, να βρούμε λύσεις σε αυτά τα τρία-τέσσερα βασικά ζητήματα που συρρικνώνουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες του τόπου», τόνισε.

Σύμφωνα, εξάλλου, με τον κ. Αντωνίου, «υπάρχει μία υγιής οικονομική βάση, η οποία έχει τη δυνατότητα και τη δυναμική να αναπτυχθεί. Μπορεί αυτή τη στιγμή να είμαστε σε ρυθμούς ανάπτυξης γύρω στο 2% με 3%, αλλά μπορούμε, εάν επιλύσουμε τα προαναφερθέντα ζητήματα, να τους διπλασιάσουμε. Αυτό είναι το θέμα. Εμάς δεν μας ικανοποιεί το να πηγαίνουμε με ρυθμούς ανάπτυξης 2% με 3%, όταν μπορούμε για 5% ή/και 6%», υπέδειξε.

«Επαναλαμβάνω, εάν καταφέρουμε να βρούμε μία λύση στο κόστος ενέργειας, που να εξασφαλίζει η βιομηχανία, αλλά και τα νοικοκυριά, προσιτό κόστος ενέργειας και την ίδια ώρα η εξυπηρέτηση του δανεισμού να είναι υποφερτή, χωρίς να εκτροχιάζεται ο προϋπολογισμός και ο σχεδιασμός των επιχειρήσεων, με την παράλληλη εξασφάλιση του ανθρώπινου δυναμικού που απαιτούνται για να υλοποιήσουμε τα αναπτυξιακά μας σχέδια, τότε μπορούμε να πετύχουμε πολύ μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης και να θέσουμε τις βάσεις για ακόμη πιο υγιή και ανταγωνιστική οικονομία», εκτίμησε περαιτέρω ο κ. Αντωνίου.

«Εάν αυτά τα πράγματα τα καταφέρουμε, εκτιμούμε ότι το 2% με 3%, όσο καλά κι αν είναι σε σύγκριση με όλη την υπόλοιπη Ευρωζώνη, μπορούμε να το διπλασιάσουμε ή/και να το τριπλασιάσουμε», τόνισε υποδεικνύοντας πως «από τη στιγμή που βλέπεις ότι μπορείς να πετύχεις διπλάσιους ή τριπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης και δεν κάνεις κάτι, υπάρχει ένα θέμα, γιατί αυτό αφορά και τα δημόσια οικονομικά. Κι αυτό, γιατί εάν λειτουργήσει η πραγματική οικονομία, τότε και τα δημόσια οικονομικά θα πάνε ακόμη καλύτερα και θα αυξηθούν τα έσοδα, ενώ παράλληλα θα μειωθεί και το δημόσιο χρέος. Για να το καταφέρουμε, όμως, αυτό, βασική προϋπόθεση είναι να λύσουμε όλες τις πιο πάνω προκλήσεις, οι οποίες δεν είναι σημερινές, αλλά διαχρονικές», κατέληξε.

ΚΕΒΕ: Καλή χρονιά το 2023, το 2024 ξεκινά με βαρίδια

Από την πλευρά του ο Γενικός Γραμματέας του ΚΕΒΕ, Μάριος Τσιακκής, ανέφερε ότι «το 2023 ομολογουμένως ήταν μία καλή χρονιά. Κινήθηκαν αρκετοί τομείς πάρα πολύ καλά και πρωτίστως ο τουρισμός και οι παρεμφερείς με αυτόν κλάδοι, καθώς και το λιανικό και χονδρικό εμπόριο».

Το 2024, πρόσθεσε, «ξεκινά δυστυχώς με κάποια βαρίδια, τα οποία μεταφέρονται από το 2023. Δηλαδή, από τη μία ο πόλεμος στην Ουκρανία που συνεχίζεται και από την άλλη ο πόλεμος στο Ισραήλ που δεν φαίνεται, δυστυχώς, να φθάνει σε ένα τέλος, αλλά αντίθετα και με βάση δηλώσεις Ισραηλινών αξιωματούχων φαίνεται ότι θα έχει διάρκεια». 

Αυτή η κατάσταση, τόνισε, «σίγουρα επηρεάζει την Κύπρο με πάρα πολλούς τρόπους. Πιο πρόσφατο παράδειγμα, είναι το πρόβλημα που προέκυψε στη Διώρυγα του Σουέζ με τα πλοία, πλέον, να αποφεύγουν να διέλθουν από εκεί, με αποτέλεσμα να καταγραφούν αυξήσεις στα ναύλα των προϊόντων που μεταφέρονται από την Άπω Ανατολή στην Ευρώπη. Ήδη οι αυξήσεις που επιβλήθηκαν είναι της τάξεως των 500 ευρώ για εμπορευματοκιβώτια 20 τόνων και 1.000 ευρώ για εμπορευματοκιβώτια 40 τόνων. Η πληροφόρηση που έχουμε, πάντως, είναι εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, από τα μέσα Ιανουαρίου θα διπλασιαστούν αυτές οι αυξήσεις, οι οποίες αναπόφευκτα θα επηρεάσουν και τις τιμές των προϊόντων που θα φθάνουν στους καταναλωτές», επεσήμανε.

Σε σχέση με τα μεγάλα, όπως τα χαρακτήρισε, προβλήματα που παραμένουν σε εκκρεμότητα, ο κ. Τσιακκής είπε πως αυτά «είναι ο πληθωρισμός που παρότι αρχίζει να υποχωρεί, εντούτοις, δεν αποκλείεται να παρουσιάσει νέα άνοδο συνεπεία αυτού που ανέφερα πιο πριν. Επίσης, αυτή η κατάσταση ενδέχεται να επηρεάσει και τις τιμές των καυσίμων και του ηλεκτρισμού, ένα ενδεχόμενο που μας προβληματίζει και θα αναμένουμε να δούμε πως θα εξελιχθεί». 

«Άλλο μεγάλο θέμα που μας απασχολεί είναι και τα επιτόκια. Επί τούτου, οι Κεντρικές Τράπεζες φαίνεται να τηρούν μία στάση αναμονής μέχρι να ξεκαθαρίσει πως θα εξελιχθεί ο πληθωρισμός. Οι ενδείξεις είναι ότι προς τα μέσα του 2024, αν συνεχίσει η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, πιθανότατα θα αρχίσει και η μείωση των επιτοκίων, κάτι που θεωρούμε ότι θα είναι μία θετική εξέλιξη», συνέχισε.

Όσον αφορά τα καθαρά εσωτερικά ζητήματα, ο ΓΓ του ΚΕΒΕ είπε ότι «θέλουμε να δούμε τις μεταρρυθμίσεις να προχωρούν. Ειδικότερα, θέλουμε να δούμε πιο γρήγορα βήματα σε ό,τι αφορά την ψηφιοποίηση του κρατικού μηχανισμού, κυρίως, για να μπορεί και ο κόσμος να εξυπηρετείται πολύ πιο γρήγορα και αποτελεσματικά και να κτυπήσουμε σε πολύ μεγάλο βαθμό την γραφειοκρατία, η οποία, δυστυχώς, εξελίσσεται σε ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα. Επίσης, θέλουμε να δούμε τα θέματα της πράσινης μετάβασης να προχωρούν παρόλο που και οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν κάποιες δυσκολίες υλοποίησή τους, αφού κάποιες επενδύσεις που απαιτούν αρκετά χρήματα, προχωρούν με πιο αργό ρυθμό, λόγω και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν πολλές επιχειρήσεις», υπογράμμισε.

Την ίδια ώρα, τόνισε, «η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού παραμένει το μεγάλο πρόβλημα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Για αυτό το θέμα, είχαμε μία συνάντηση με τον Υπουργό Εργασίας πριν λίγες μέρες, ο οποίος μας ενημέρωσε για κάποια μέτρα που λαμβάνονται και αναμένουμε ότι θα επιταχύνουν τις διαδικασίες για το ξένο προσωπικό», εξήγησε.

Οι προοπτικές βασικών τομέων της οικονομίας

Αναφορικά με τις προοπτικές για το 2024, ο κ. Τσιακκής ανέφερε πως «λόγω του ότι η οικονομία πήγε πολύ καλά το 2023, οι εκτιμήσεις, εκτός κι αν ανατραπούν, δείχνουν πως το 2024 θα είναι μία καλή χρονιά, ενδεχομένως λίγο πιο κάτω από το 2023».
 
Κατά οικονομικό τομέα και σε σχέση με τον τουρισμό, είπε ότι «το 2023 πήγε πάρα πολύ καλά, ωστόσο, η κατάσταση στο Ισραήλ είναι κάτι που επηρεάζει άμεσα τον τουρισμό, γιατί είμαστε πολύ κοντά στην περιοχή και το Ισραήλ αποτελεί την δεύτερη πιο σημαντική αγορά μετά το Ηνωμένο Βασίλειο. Εάν συνεχιστεί ο πόλεμος εκεί, το πιθανότερο θα έχουμε μία μείωση στις αφίξεις τουριστών από το Ισραήλ, η οποία σίγουρα θα περιορίσει την οικονομική ανάπτυξη και δραστηριότητα του τομέα. Εάν, δε, λάβουμε υπόψη ότι η ρωσική αγορά, δυστυχώς, έχει μειωθεί σημαντικά, αυτό ενδεχομένω να επηρεάσει τον τομέα του τουρισμού και μαζί με τον τουρισμό αναπόφευκτα θα επηρεαστούν κι άλλοι τομείς, όπως είναι η εστίαση και γενικά οι παρεμφερείς με τον τουρισμό κλάδοι», εκτίμησε.

Την ίδια ώρα, συνέχισε, «το χονδρικό και το λιανικό εμπόριο εκτιμάται ότι θα κινηθεί καλά και το 2024», ενώ «ο κατασκευαστικός τομέας έδειξε ότι και το 2023 κινήθηκε καλά κι αναμένουμε ότι το 2024 θα είναι μία καλή χρονιά, παρότι τα υψηλά επιτόκια επηρεάζουν την αγορά είτε σπιτιών είτε διαμερισμάτων από τον κόσμο, διότι το κόστος χρηματοδότησης είναι υψηλό».

Παράλληλα, συμπλήρωσε, «ο τομέας των ξένων εταιρειών και υπηρεσιών φαίνεται ότι πηγαίνει πάρα πολύ καλά και οι ενδείξεις είναι πως θα συνεχίσει να πηγαίνει καλά και το 2024, αν και ακόμη δεν έχει ξεκαθαριστεί πόσο θα επηρεαστεί ο κύκλος εργασιών τους από μία ενδεχόμενη ύφεση σε χώρες με τις οποίες συνεργάζονται».

Με βάση τα πιο πάνω, επεσήμανε ο κ. Τσιακκής, «οι εκτιμήσεις είναι ότι το 2024 η οικονομία θα πάει καλά, ενδεχομένως με πιο χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με το 2023, αν συνυπολογίσουμε ότι και η Ευρώπη αναμένεται να εισέλθει σε κάποια ήπια ύφεση. Εάν η Γερμανία που είναι η κινητήριος δύναμη της Ευρώπης μπει σε ύφεση, όπως είναι οι προβλέψεις, τότε αναπόφευκτα να επηρεαστεί και η υπόλοιπη Ευρώπη και ως εκ τούτου αναμένουμε να δούμε και πως θα επηρεαστεί και η Κύπρος έχει τους δικούς της τομείς, οι οποίοι δεν φαίνεται να επηρεάζονται τόσο πολύ από ένα τέτοιο ενδεχόμενο».

«Γενικά, εκτός κι αν δεν συμβεί κάτι πολύ δραματικό, το 2024 εκτιμούμε ότι θα έχει θετικό ρυθμό ανάπτυξης, ίσως λίγο πιο κάτω ή πολύ κοντά στα φετινά επίπεδα», κατέληξε ο ΓΓ του ΚΕΒΕ.

*Αύριο στην Brief οι εκτιμήσεις και οι προκλήσεις για τον τουρισμό μέσα από τα μάτια των ξενοδόχων.

ΜΑΡΙΟΣ ΑΔΑΜΟΥ

Μάριος Αδάμου