Σε αυτές τις προτάσεις νόμου & τροπολογίες διαφωνούν οι Τράπεζες

Το υπόμνημα που υπέβαλε στη Βουλή ο Σύνδεσμος Τραπεζών / Σε τι διαφωνεί, τι προειδοποιεί και τι επεξηγεί (ΑΥΤΟΥΣΙΟ)

Κατά μιας σειράς προτάσεων νόμων και τροπολογιών που συζητούνται το τελευταίο διάστημα στην Επιτροπή Οικονομικών και αφορούν το νομικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος τάσσεται ο Σύνδεσμος Τραπεζών

>>> Διαβάστε επίσης: Αναστολή εκποιήσεων για κύρια κατοικία μέχρι €350.000 <<<

Πιο συγκεκριμένα, ο Σύνδεσμος Τραπεζών τάσσεται κατά των:

  • Προτάσεων Νόμων που τροποποιούν τους περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμους
  • Πρότασης Νόμου -Ο περί της Αναστολής της Υποχρέωσης Καταβολής Οφειλών (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμος του 2020
  • Πρότασης Νόμου -Ο περί Σύστασης και Λειτουργία του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσης (Τροποποιητικός) Νόμος του 2020
  • Πρότασης Νόμου -Ο περί της Αναστολής των Διαδικασιών Εκποίησης Ενυπόθηκων Ακινήτων (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμος του 2021

Γι’ αυτό εξάλλου και ο Σύνδεσμος Τραπεζών υπέβαλλε στη Βουλή και στην Επιτροπή Οικονομικών σημείωμα στο οποίο καταγράφονται οι θέσεις του για τις υπό αναφορά προτάσεις νόμων. 

>>> Διαβάστε το αυτούσιο ΕΔΩ <<<

Ο Σύνδεσμος Τραπεζών σημειώνει μεταξύ άλλων πως, η ψήφιση των σχετικών προτάσεων νόμου θα επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στα Πιστωτικά Ιδρύματα και στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, όσο και στην πιστοληπτική διαβάθμιση της κυπριακής οικονομίας. Όπως επισημαίνει ο Σύνδεσμος, οι Προτάσεις Νόμου τροποποιούν μεταξύ άλλων το χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας εκποίησης, εξαιρούν συγκεκριμένες συμβάσεις υποθήκης από τις διαδικασίες πώλησης, αναστέλλουν τις διαδικασίες εκποίησης για συγκεκριμένες κατηγορίες ακινήτων, επηρεάζουν την αγοραία αξία του ακινήτου και διασυνδέουν την αποπληρωμή χρεών με τα περιοριστικά Διατάγματα του Υπουργείου Υγείας.

Αυτούσιο το σημείωμα το οποίο κατέθεσε ο Σύνδεσμος Τραπεζών: 

Ο Σύνδεσμος Τραπεζών Κύπρου (ΣΤΚ) τάσσεται κατά των υπό συζήτηση Προτάσεων Νόμου στην ολότητα τους. 

Θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι η ψήφιση των σχετικών προτάσεων νόμου θα επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στα Πιστωτικά Ιδρύματα (ΠΙ) και στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, όσο και στην πιστοληπτική διαβάθμιση της κυπριακής οικονομίας. Οι Προτάσεις Νόμου τροποποιούν μεταξύ άλλων το χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας εκποίησης, εξαιρούν συγκεκριμένες συμβάσεις υποθήκης από τις διαδικασίες πώλησης, αναστέλλουν τις διαδικασίες εκποίησης για συγκεκριμένες κατηγορίες ακινήτων, επηρεάζουν την αγοραία αξία του ακινήτου και διασυνδέουν την αποπληρωμή χρεών με τα περιοριστικά Διατάγματα του Υπουργείου Υγείας. 

Είναι γνωστό, όπως καταγράφεται στις εκθέσεις των οίκων αξιολόγησης, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείων και άλλων, ότι η διαχείριση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) αποτελεί την μεγαλύτερη πρόκληση και προτεραιότητα για την κυπριακή οικονομία. Η νομοθετική τροποποίηση του πλαισίου εκποιήσεων δια μέσου των προτάσεων νόμου θα καταστίσει τη διαδικασία εκποίησης αναποτελεσματική και ατελέσφορη, θα δυσχεραίνει την ανάκτηση χρεών, θα ευνοήσει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές οι οποίοι θα εκμεταλλευτούν τις καθυστερήσεις των Δικαστηρίων, θα δημιουργήσει μια κουλτούρα μη αποπληρωμής δανείων και υποχρεώσεων και θα αυξήσει τον κίνδυνο διάχυσης της κουλτούρας αυτής και στους συνεπείς δανειολήπτες οι οποίοι εξυπηρετούν τα δάνεια τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Σημειώνουμε ότι,  στο υφιστάμενο πλαίσιο περιέχονται αξιόπιστοι δικονομικοί μηχανισμοί , όπου στις περιπτώσεις που υπάρχουν βάσιμοι λόγοι αναστολής της διαδικασίας εκποίησης οι οφειλέτες έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν σχετικό απαγορευτικό διάταγμα αλλά και να προσφύγουν στον Φορέα Επίλυσης Χρηματοοικονομικών Διαφορών για θέματα χρεώσεων, διαμεσολάβησης και εφαρμογής του Κώδικα Συμπεριφοράς της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου. 

Επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και τα Πιστωτικά Ιδρύματα (ΠΙ)

Πιο κάτω, παραθέτουμε με περισσότερη λεπτομέρεια τις ανησυχίες μας και τις κυριότερες επιπτώσεις που θα προκύψουν στα ΠΙ και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σε περίπτωση που υιοθετηθούν οι Προτάσεις Νόμου.  

1.    Οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός) έχουν διαμηνύσει σε πολύ αυστηρό τόνο ότι οι συνεχείς τροποποιήσεις της νομοθεσίας, και ειδικά των χρονοδιαγραμμάτων που αφορούν τις διαδικασίες ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων, αυξάνει τον πιστωτικό κίνδυνο με σημαντικότατες συνέπειες στα ΠΙ. Θα πρέπει να γνωρίζετε ότι ο καθορισμός των κεφαλαιακών αναγκών, συμπεριλαμβανομένου του Πυλώνα ΙΙ, και των αναγκαίων προβλέψεων για τις ΜΕΧ, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις παραδοχές που αφορούν την αξία των εξασφαλίσεων. Συνεπώς, η αβεβαιότητα σε σχέση με τη σταθερότητα του κυπριακού νομικού πλαισίου και η συνεχής τροποποίηση/επιμήκυνση/αναστολή των διαδικασιών και χρονοδιαγραμμάτων ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων οδηγεί σε επιβολή αύξησης κεφαλαίων και επιπλέον προβλέψεων.

2.    Οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές αλλά και οι Ευρωπαϊκοί Θεσμοί έχουν θέσει ως απόλυτη προτεραιότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο,  τη μείωση των ΜΕΔ. Προς τούτο, έχουν θεσπίσει και θέσει σε ισχύ αυστηρούς Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς και Κατευθυντήριες Γραμμές. 

Σε περίπτωση υιοθέτησης των Προτάσεων Νόμου οι κυπριακές τράπεζες θα βρεθούν σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με άλλες αντίστοιχες ευρωπαϊκές τράπεζες αφού, ενώ είναι υποχρεωμένες να εφαρμόσουν τις Οδηγίες, τους Κανονισμούς και τις Κατευθυντήριες Γραμμές, δεν θα έχουν τη δυνατότητα χρήσης του εργαλείου της εκποίησης. 

Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τις Κατευθυντήριες Γραμμές που έχουν τεθεί ήδη σε εφαρμογή και αφορούν τη δημιουργία προβλέψεων για εξασφαλισμένες και μη-εξασφαλισμένες χορηγήσεις. Από το πρώτο έτος χορήγησης πιστωτικής διευκόλυνσης, ακόμα και για εκείνες τις χορηγήσεις που δεν παρουσιάζουν καθυστερήσεις, καθίσταται υποχρεωτική η δημιουργία προβλέψεων για κάθε άνοιγμα (δάνειο). 

3.    Οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές παρακολουθούν τα γεγονότα και τις εγχώριες εξελίξεις και ανάλογα μεταβάλλουν τις εποπτικές απαιτήσεις τους σε σχέση με την κεφαλαιακή επάρκεια των ΠΙ. Συνεπώς, η υιοθέτηση των Προτάσεων Νόμου θα επιφέρει τις κάτωθι επιπτώσεις:

(i)    Αύξηση του προφίλ κινδύνου του κυπριακού τραπεζικού συστήματος και κατ’ επέκταση των κυπριακών τραπεζών. 

(ii)    Αβεβαιότητα σε σχέση με τη σταθερότητα του κυπριακού νομικού πλαισίου.

(iii)    Υποβάθμιση του αξιόχρεου της κυπριακής οικονομίας και των ΠΙ.  

(iv)    Αρνητική μεταβολή των παραδοχών που εφαρμόζονται κατά τη διενέργεια ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test), τόσο κατά τους ατομικούς (ανά τράπεζα) ελέγχους όσο και σε ελέγχους που γίνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών καθορίζουν το ύψος των προβλέψεων και κατ΄επέκταση τις κεφαλαιακές ανάγκες των ΠΙ. 

(v)    Μείωση της αξίας των εξασφαλίσεων, τόσο των εξυπηρετούμενων όσο και των μη-εξυπηρετούμενων χορηγήσεων, λόγω ακριβώς της καθυστέρησης και της επιμήκυνσης του χρόνου ολοκλήρωσης των διαδικασιών ρευστοποίησης.

(vi)    Ανάγκη παροχής επιπρόσθετων εξασφαλίσεων για χορήγηση νέων δανείων και πιθανή αύξηση στο κόστος δανεισμού νοικοκυριών και επιχειρήσεων. 

(vii)    Ενθάρρυνση και πιθανόν αύξηση των στρατηγικών κακοπληρωτών. 

(viii)    Μείωση της αξίας των χαρτοφυλακίων δανείων σε περίπτωση πώλησης δανείων σε τρίτους (εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων).  

Αναστολή εκποιήσεων

Δεν συμφωνούμε με τις προτάσεις  νόμου που αφορούν την αναστολή των διαδικασιών εκποίησης ενυπόθηκων ακινήτων.  

1.    Στην Κύπρο υπήρξε εξάμηνη καθολική αναστολή εκποιήσεων (Μάρτιος – Αύγουστος 2020) και ακολούθως μερική αναστολή εκποιήσεων (Ιανουάριος – Μάρτιος 2021) για συγκεκριμένες κατηγορίες δανειοληπτών και ακινήτων. Σημειώνεται ότι η πρακτική της αναστολής εκποιήσεων δεν έχει εφαρμοστεί σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα πλην της Ελλάδος.  

2.    Οι υφιστάμενοι πλειστηριασμοί, αλλά και εκείνοι που προγραμματίζονται, αφορούν ενυπόθηκα χρέη τα οποία κατέστησαν υπερήμερα αρκετά πριν από την έναρξη της πανδημίας, για τα οποία υφίστανται δικαστικές αποφάσεις και χρέη όπου η ημερομηνία τερματισμού των λογαριασμών ανάγεται ακόμα και στη δεκαετία του 1990. 

3.    Η συντριπτική πλειοψηφία των πλειστηριασμών αφορά χωράφια, οικόπεδα και εμπορικά ακίνητα. 

4.    Στο παρών στάδιο δεν προγραμματίζεται καμία εκποίηση πρώτης κατοικίας (σπίτι/διαμέρισμα) αξίας κάτω των €350.000, είτε αυτή αφορά φυσικό πρόσωπο είτε μικρή επιχείρηση. 

Υπογραμμίζεται ότι η εφαρμογή του Σχεδίου Εστία προσφέρει προστασία (προστασία πρώτης κατοικίας) σε εκείνους τους δανειολήπτες (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) οι οποίοι υπέβαλαν συμπληρωμένη αίτηση και έχουν κριθεί ως επιλέξιμοι και βιώσιμοι. 

Περαιτέρω, στις περιπτώσεις όπου οι αιτητές (δανειολήπτες) οι οποίοι υπέβαλαν συμπληρωμένη αίτηση και έχουν κριθεί ως επιλέξιμοι αλλά μη βιώσιμοι, το Υπουργείο Οικονομικών προγραμματίζει την υλοποίηση νέου σχεδίου δια μέσου του οποίου θα προσφερθεί η δυνατότητα διατήρησης της κύριας κατοικίας και ταυτόχρονα η αναστολή της διαδικασίας εκποίησης. Για το λόγο αυτό, το ΥΕΠΚΑ δεν αποστέλλει επιστολή απόρριψης προς τους αιτητές για ένταξη στο Σχέδιο Εστία μέχρις ότου ολοκληρωθούν οι διεργασίες και τεθεί σε εφαρμογή το νέο σχέδιο. Μέχρι τότε, οι όποιες νομικές ή άλλες διαδικασίες αναστέλλονται και συνεπώς οι συγκεκριμένοι αιτητές (επιλέξιμοι αλλά μη βιώσιμοι) δεν αντιμετωπίζουν κίνδυνο εκποίησης της κύριας κατοικίας.  

Τέλος, οι υφιστάμενες περιπτώσεις πλειστηριασμών κατοικιών/διαμερισμάτων αφορούν εξοχικά ακίνητα, ακίνητα μεγάλης αξίας, ακίνητα που ενοικιάζονται και ακίνητα πολύ μεγάλης ηλικίας τα οποία, λόγω φθοράς και κακής κατάστασης, είναι ακατάλληλα για ιδιοκατοίκηση και χρήζουν κατεδάφισης.

Αξία ακίνητης ιδιοκτησίας

Δεν συμφωνούμε με την Πρόταση Νόμου που περιέχει πρόνοιες που αφορούν την αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας.

Η αξία ακίνητης ιδιοκτησίας μεταβάλλεται είτε προς τα πάνω είτε προς κάτω ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς και της ζήτησης τη δεδομένη στιγμή.

Οι Οδηγίες, οι Κανονισμοί, οι Κατευθυντήριες Γραμμές και τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα καθορίζουν ότι για σκοπούς καθορισμού της κεφαλαιακής επάρκειας και των προβλέψεων, όπως επίσης και της ετοιμασίας των οικονομικών καταστάσεων, η αξία των εξασφαλίσεων (περιουσιακών στοιχείων) αντικατοπτρίζεται στη βάση της αγοραίας αξίας ή/και της αξίας εξαναγκαστικής πώλησης.

Συνεπώς, η αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας δεν δύναται να παραμένει στατική και αμετάβλητη για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω.

Σε διαφορετική περίπτωση, ελλοχεύει ο κίνδυνος να υποχρεωθούν τα ΠΙ να υιοθετήσουν πιο συντηρητική προσέγγιση κατά τη διαδικασία χορήγησης πιστωτικών διευκολύνσεων, επιφέροντας αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα.

Συνταγματικά θέματα    

Πέραν των πιο πάνω επιπτώσεων που θα προκύψουν στα ΠΙ και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σε περίπτωση που υιοθετηθούν οι Προτάσεις Νόμου, σημειώνουμε ότι προκύπτουν σοβαρά θέματα ασυμβατότητας με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παραθέτουμε πιο κάτω εκ πρώτης όψεως κάποια από τα συνταγματικά θέματα που έχουν εντοπιστεί:

Α. Προτάσεις Νόμου που τροποποιούν τους περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμους , με σκοπό  την αναστολή διαδικασιών εκποίησης.

1.    Το Άρθρο 23 του Συντάγματος κατοχυρώνει το δικαίωμα ιδιοκτησίας. Οι Προτάσεις Νόμου παρεμποδίζουν τον ενυπόθηκο πιστωτή από το να ασκήσει το αγώγιμο του δικαίωμα να διεκδικήσει το οφειλόμενο προς αυτόν χρέος το οποίο συνιστά ιδιοκτησία. 

2.    Περαιτέρω παραβιάζεται το συμβατικό δικαίωμα του ενυπόθηκου δανειστή να διεκδικήσει τα οφειλόμενα  περιορίζοντας έτσι το δικαίωμα του να ασκεί επικερδή εργασία που του παρέχεται από το Άρθρο 25 του Συντάγματος. 

3.    Το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι ελευθέρως του Άρθρου 26 του Συντάγματος πλήττεται καθώς η προτεινόμενη αναστολή της διαδικασίας εκποίησης επεμβαίνει και τροποποιεί εκ των υστέρων συμβατικές υποχρεώσεις του οφειλέτη που προκύπτουν από τη σύμβαση δανείου και τη σύμβαση υποθήκης. Το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι μπορεί σύμφωνα με το Σύνταγμα να περιοριστεί μόνο από το δίκαιο των συμβάσεων.

4.    Το Άρθρο 30 του Συντάγματος κατοχυρώνει το δικαίωμα του ενυπόθηκου δανειστή να προσφεύγει ενώπιον της δικαιοσύνης εναντίον του ενυπόθηκου οφειλέτη δυνάμει της σύμβασης δανείου και/ή της σύμβασης υποθήκης για σκοπούς είσπραξης χρέους, οι  ενυπόθηκοι δανειστές στερούνται το εν λόγω δικαίωμα με βάση τις εν λόγω Προτάσεις Νόμων.

Β. Προτάσεις Νόμων  που αφορούν την τροποποίηση του άρθρου 44Γ(3) με την προσθήκη λόγου έφεσης για αναστολή εκποίησης λόγω δικαστικών υποθέσεων που εκκρεμούν και  αφορούν αμφισβήτηση χρέους , νομιμότητα της σύμβασης, καταχρηστικές ρήτρες κ.τ.λ.

1. Οι προαναφερόμενες  Προτάσεις Νόμων περιέχουν διατάξεις που αφορούν σε πρόσθετες ή ευνοϊκότερες δικονομικές, κυρίως, δυνατότητες, που παρέχονται στον ενυπόθηκο οφειλέτη, δια νόμου, και οι οποίες  καταργούν  και περιορίζουν καθ’ οιονδήποτε ουσιαστικό τρόπο οποιοδήποτε «ιδιοκτησιακό» δικαίωμα του ενυπόθηκου δανειστή (Άρθρο 23). 

2. Περαιτέρω παραβιάζεται το συμβατικό δικαίωμα του ενυπόθηκου δανειστή να διεκδικήσει τα οφειλόμενα  περιορίζοντας έτσι το δικαίωμα του να ασκεί επικερδή εργασία που του παρέχεται από το Άρθρο 25 του Συντάγματος. 

3. Επιπλέον θεωρούμε ότι προκύπτει θέμα ασυμβατότητας με το Άρθρο 26 του Συντάγματος, εφόσον επιβάλλεται απαγόρευση στον ενυπόθηκο δανειστή, η οποία πρακτικά είναι αορίστου ή αγνώστου διαρκείας, δηλαδή περιορίζεται το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι του ενυπόθηκου δανειστή σε βαθμό που στερείται δικαιώματος του.

4. Η αρχή διάκρισης εξουσιών που κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα πλήττεται αφού οι προωθούμενες διατάξεις δύναται να θεωρηθούν παράνομη επέμβαση της Νομοθετικής Εξουσίας στη σφαίρα αρμοδιότητας της Δικαστικής Εξουσίας. Στην προκειμένη περίπτωση εντοπίζεται συγκεκριμένη πρόνοια σε μια από τις Προτάσεις Νόμου, η οποία επιτρέπει να καταχωρείται αίτηση παραμερισμού οποιασδήποτε απόφασης, όποτε και αν έχει εκδοθεί. Αυτό σημαίνει ότι ακυρώνεται η βαρύτητα μίας δικαστικής απόφασης, αφού μπορεί οποτεδήποτε να αμφισβητηθεί και προσβάλλεται η αρχή της τελεσιδικίας με αποτέλεσμα αυθαίρετα να αφαιρούνται αρμοδιότητες του Δικαστηρίου.

Γ. Πρόταση Νόμου που τροποποιεί τους Περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμους, με σκοπό όπως κατά την παραλαβή από τον δανειστή της ειδοποίησης για εξόφληση του ενυπόθηκου χρέους , οι οφειλέτες να έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης στον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο για παραπομπή σε διαιτησία χρηματοοικονομικής διαφοράς που προκύπτει από την εν λόγω ειδοποίηση.

Η αναγκαστική επιβολή συμμετοχής του θεσμού της διαιτησίας για επίλυση διαφορών που προκύπτουν από συμβατική σχέση , καταστρατηγεί το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του συμβάλλεσθαι αφού εκ των υστέρων επέμβαση του νομοθέτη στον τρόπο επίλυσης διαφορών μιας σύμβασης χωρίς τη συγκατάθεση του δανειστή , δεν συμβιβάζεται καταρχήν με την ελευθερία των συμβάσεων.
Σημαντική επίσης είναι και η ενδεχόμενη παραβίαση της συνταγματικής αρχής διάκρισης εξουσιών αφού οι προωθούμενες διατάξεις δύναται να θεωρηθούν παράνομη επέμβαση της Νομοθετικής Εξουσίας στη σφαίρα αρμοδιότητας της Δικαστικής Εξουσίας καταργώντας τις εξουσίες της.

Δ. Πρόταση Νόμου που προνοεί για την Αναστολή της Υποχρέωσης Καταβολής Οφειλών 

Η αυτόματη προκαταρκτική αναστολή καταβολής οφειλών  βάσει των διατάξεων της εν λόγω Πρότασης Νόμου, συνεπάγεται την αναστολή συμβατικών δικαιωμάτων και συνεπώς συνιστά ανεπίτρεπτη επέμβαση στην ελευθερία του συμβάλλεσθαι που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα .Επιπλέον καταστρατηγείται το  δικαίωμα του ενυπόθηκου δανειστή να διεκδικήσει τα οφειλόμενα  περιορίζοντας έτσι το δικαίωμα του να ασκεί επικερδή εργασία που του παρέχεται από το Άρθρο 25 του Συντάγματος. 

Επιφυλασσόμαστε για οποιαδήποτε περαιτέρω σχόλια επί των πιο πάνω Προτάσεων Νόμου.