Αποκτούν Κώδικα Δεοντολογίας οι Βουλευτές / Πάει Ολομέλεια

Τι προνοεί ο Κώδικας Αρχών και Κανόνων Δεοντολογίας για τα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων που ψηφίζεται σήμερα

Ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής θα τεθεί σήμερα (18/2) προς ψήφιση ο Κώδικας Αρχών και Κανόνων Δεοντολογίας για τα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων, του οποίου η ψήφιση είχε αναβληθεί την προηγούμενη βδομάδα.

Υπενθυμίζεται πως, ο λόγος που αποφασίστηκε η αναβολή ήταν για να δοθεί χρόνος στα κοινοβουλευτικά κόμματα να διαβουλευθούν μεταξύ τους για τις τροπολογίες που είχαν κατατεθεί.

Αξίζει, εξάλλου, να αναφερθεί πως η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Θεσμών ολοκλήρωσε μόλις χθες (17/2) τη συζήτηση του Κώδικα, καλύπτοντας και ενσωματώνοντας τις αποδεκτές τροπολογίες που είχαν κατατεθεί σε προηγούμενη συνεδρία της Ολομέλειας, ενώ όσες τροπολογίες δεν έγιναν αποδεκτές θα τεθούν σήμερα προς ψήφιση.

>>> Ροή Ειδήσεων Brief – Επιλεγμένο περιεχόμενο <<<

Σε ό,τι αφορά τις τροπολογίες που δεν ενσωματώθηκαν στον Κώδικα, σε αυτές, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνεται και τροπολογία που κατέθεσε η Συμμαχία Πολιτών και η οποία προνοεί την αποκοπή μέρους της αντιμισθίας ενός βουλευτή που παραβιάζει τις πρόνοιες του Κώδικα.

Τροπολογίες, επίσης, κατέθεσε και το Κίνημα Οικολόγων οι οποίες αφορούν το ύψος των δώρων που λαμβάνει ένας Βουλευτής και την απαγόρευση ταξιδιών που είναι πληρωμένα από εταιρείες.

Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε χθες (17/2) ο Βουλευτής του Κινήματος, Γιώργος Περδίκης, με την πρώτη τροπολογία τίθεται όριο λήψης δώρου τα €500 ετησίως από συγκεκριμένο δωροθέτη και τα €1.500 ευρώ ετησίως από όλους τους δωροθέτες, αφού, όπως εξήγησε, ο Κώδικας όπως έχει καταρτιστεί προνοεί τη λήψη δώρου μέχρι €150 ανά δωροθέτη (χωρίς όριο πόσες φορές το λάβει), ενώ για δώρο πέραν του ποσού αυτού θα πρέπει να ενημερώνεται η Επιτροπή Δεοντολογίας.

Με την δεύτερη τροπολογία, πρόσθεσε, μπαίνει τέλος για τα ταξίδια, σημειώνοντας πως δεν πρέπει να επιτρέπονται τα ταξίδια βουλευτών πληρωμένα από εταιρείες, που βάσει του Κώδικα επιτρέπονται αρκεί να δηλώνονται.

Τι προνοεί ο Κώδικας
Σημειώνεται πως, ο Κώδικας διέπει τη γενικότερη συμπεριφορά των μελών του Κοινοβουλίου, και καθορίζει θέματα διαφάνειας, όπως τις δωροληψίες και πληρωμένα ταξίδια στο εξωτερικό.

Μεταξύ άλλων, προνοεί ο Κώδικας, οι Βουλευτές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται στην υποχρέωση αποκάλυψης, ει δυνατόν εκ προοιμίου, κάθε υπαρκτής ή εν δυνάμει σύγκρουσης συμφερόντων, η οποία προκαλείται συνεπεία της συνδρομής ή του ενδεχομένου συνδρομής oρισμένης ιδιότητας ή δεδομένων ή/και της επέλευσης συγκεκριμένων γεγονότων που σχετίζονται άμεσα με προσωπικό ή ιδιωτικό συμφέρον.

Επισημαίνεται ότι, «σύγκρουση συμφερόντων» δεν υφίσταται για τον Βουλευτή, σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε προκύπτον για τον ίδιο ή για συνδεδεμένο πρόσωπο όφελος, συνιστά απόρροια ωφέλειας για το ευρύ κοινό και δεν ευνοεί τον ίδιο ή συνδεδεμένο πρόσωπο, αποκλειστικά και προσωπικά, αλλ’ αφορά αυτόν ως μέρος μίας ευρύτερης ομάδας πολιτών:

Διευκρινίζεται, δε, ότι, η συμμετοχή Βουλευτή στη συζήτηση σχεδίου νόμου, στο πλαίσιο οποιασδήποτε κοινοβουλευτικής διαδικασίας με αντικείμενο τη θέσπιση ρυθμίσεων που αφορούν σε συγκεκριμένη επαγγελματική ομάδα, παρά την τυχόν αντίστοιχη επαγγελματική ιδιότητα του Βουλευτή, δεν προκαλεί σύγκρουση συμφερόντων για τον ίδιο, εκτός εάν άπτεται καθαρά προσωπικής του υπόθεσης.

Επιπρόσθετα, Βουλευτής ο οποίος, κατά τη συζήτηση συγκεκριμένου σχεδίου νόμου ή/και άλλου θέματος, διαπιστώνει και/ή γνωρίζει ότι αυτό σχετίζεται και/ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο συναρτάται, άμεσα ή έμμεσα, με προσωπικό ή ιδιωτικό συμφέρον κατά τρόπο που να προκαλείται σύγκρουση συμφερόντων οφείλει να προβεί αρχικά σε προφορική δήλωση ενώπιον της Επιτροπής και ακολούθως σε γραπτή δήλωση στην Επιτροπή Δεοντολογίας περί του εν λόγω προσωπικού ή ιδιωτικού συμφέροντος, ειδικότερα δε περί της συγκεκριμένης ιδιότητας ή δραστηριότητας που δημιουργεί, αναμένεται ή ενδέχεται να δημιουργήσει σύγκρουση συμφερόντων, δίδοντας σαφείς και επαρκείς επεξηγήσεις περί της σχέσης και/ή του τρόπου επηρεασμού του.

Τέλος στα δώρα και τις χαριστικές παροχές
Όσον αφορά σε δώρα και χαριστικές παροχές προς Βουλευτές, ο Κώδικας προνοεί, μεταξύ άλλων, πως, ο Βουλευτής δεν αποδέχεται οποιοδήποτε δώρο ή/και οποιαδήποτε άλλη χαριστική παροχή εκτός των νομίμως προβλεπομένων και θεσμικά επιτρεπομένων βάσει των προνοιών του παρόντος Κώδικα.

Ο Βουλευτής, ειδικότερα, σύμφωνα με τον Κώδικα, κατά την άσκηση των καθηκόντων του δεν λαμβάνει και δεν αποδέχεται οποιοδήποτε δώρο ή άλλη χαριστική παροχή εκτός των καθαρά φιλοφρονητικής σημασίας ή/και ήσσονος αξίας αντικειμένων αναμνηστικής φύσης τα οποία προσφέρονται στο πλαίσιο της εθιμοτυπικής πρακτικής, είτε εντός είτε εκτός Δημοκρατίας, στο πλαίσιο επίσημων επισκέψεων, συναντήσεων ή κοινοβουλευτικών αποστολών, νοουμένου ότι η εκτιμημένη αξία εκάστου τέτοιου δώρου δεν υπερβαίνει τα €150.

Παράλληλα, ο Βουλευτής κατά τη διάρκεια της θητείας του, ευθύς ως λάβει οποιοδήποτε δώρο εκτιμημένης αξίας πέραν €50, οφείλει να υποβάλει γραπτή δήλωση στην Επιτροπή Δεοντολογίας που θα συσταθεί.

>>> Όλη η σημερινή πολιτική επικαιρότητα <<<

Αρχές και Κανόνες Δεοντολογίας και Διαφάνειας
Σε ό,τι αφορά τις Αρχές και Κανόνες Δεοντολογίας και Διαφάνειας που πρέπει να ακολουθούν οι Βουλευτές, ο Κώδικας προνοεί, μεταξύ άλλων, τα εξής:

  • Ο Βουλευτής κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ενεργεί πάντοτε και αποκλειστικά προς εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, με πίστη και σεβασμό στο Σύνταγμα και στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, διαφυλάσσοντας την ελεύθερη και δημοκρατική λειτουργία της Βουλής των Αντιπροσώπων.
  • Ο Βουλευτής ασκεί ειδικότερα τα καθήκοντά του στη βάση των αρχών της ανιδιοτέλειας, ακεραιότητας, αντικειμενικότητας, ευθύνης, διαφάνειας λογοδοσίας, ειλικρίνειας, τιμιότητας και εχεμύθειας.
  • Ο Βουλευτής ασκεί τα καθήκοντά του με σεβασμό προς όλα τα μέλη της Βουλής και τους συνεργάτες αυτών.
  • Ο Βουλευτής κατά την άσκηση των καθηκόντων του, απέχει από συμπεριφορά που υποκινεί στη βία ή στο μίσος ή που ενέχει απειλητικό, υβριστικό, σεξιστικό, ρατσιστικό ή προσβλητικό χαρακτήρα, καθώς και από αναφορές ή δηλώσεις που υποκρύπτουν μισαλλοδοξία ή προσπάθεια μείωσης της προσωπικότητας ή της αξιοπρέπειας οποιουδήποτε προσώπου, ομάδας προσώπων ή μέλους ομάδας προσώπων προσδιοριζομένων βάσει της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, των γενεαλογικών καταβολών, της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής και/ή αυτοπροσδιοριζομένων βάσει των χαρακτηριστικών του σεξουαλικού προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου.

Διερεύνηση καταγγελιών κατά Βουλευτών / Οι ποινές
Πέραν των πιο πάνω, με τον Κώδικα συνιστάται και ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή με αρμοδιότητα τη διερεύνηση καταγγελιών εναντίον Βουλευτών που υποβάλλονται ενώπιον της από πολίτες ή/και από Βουλευτές.

Σύμφωνα με τον Κώδικα, η Επιτροπή θα είναι επταμελής και συγκροτείται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής και από 6 άλλα μέλη, τα οποία εκλέγονται από την Ολομέλεια του Σώματος.

Πάντως, αξίζει να σημειωθεί πως, καταγγελία αναφορικά με συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη Βουλευτή ως προς αντιδεοντολογική συμπεριφορά, η οποία υποβάλλεται από πολίτη και/ή από άλλο Βουλευτή, εξετάζεται μόνον εφόσον έχει κατά πρώτον κριθεί ως παραδεκτή.

>>> Ροή Ειδήσεων Brief – Επιλεγμένο περιεχόμενο <<<

Εφόσον, πάντως, η καταγγελία κριθεί ως παραδεκτή υποβάλλεται προς περαιτέρω εξέταση και λήψη απόφασης σε συνεδρία ή συνεδρίες της Επιτροπής Δεοντολογίας και αποφαίνεται επί του παραδεκτού, το αργότερο εντός 15 ημερών, ενώ η καταγγελία θα πρέπει να εξετάζεται και να εκδίδεται σχετική αιτιολογημένη απόφαση το αργότερο εντός χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τις 30 μέρες

Σύμφωνα, δε, με τον Κώδικα, σε περίπτωση που η Επιτροπή Δεοντολογίας αποφανθεί ότι ο επηρεαζόμενος Βουλευτής ενήργησε αντιδεοντολογικά και παρά τις πρόνοιες του Κώδικα, ανάλογα με τη φύση της παράβασης, τη βαρύτητα και την τυχόν επανάληψή της, δύναται να επιβάλει μία των ακολούθων κυρώσεων: 

  • Προφορική επίπληξη.
  • Γραπτή επίπληξη.
  • Μομφή για παρατηρηθείσα αντιδεοντολογική και/ή ανάρμοστη συμπεριφορά εν γένει και/ή σε συγκεκριμένη περίπτωση.
  • Κλήση του Βουλευτή προς δημόσια απολογία από του βήματος της Ολομέλειας του Σώματος.
  • Κλήση του Βουλευτή προς έγγραφη απολογία, η οποία αναγιγνώσκεται από του βήματος της Βουλής, και επανόρθωση έναντι του προσβληθέντος, κατά τον υποδειχθέντα, ανάλογα με την περίπτωση, τρόπο.